ΤΗΣ ΔΟΞΑΣ ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΥ*
Η απόφαση του Ελληνικού Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού να καθιερώσει σχολικές εκδηλώσεις για την 1η Απριλίου 1955, ημέρα έναρξης του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ στην Κύπρο, είναι μια κίνηση που έχει σαφή ιστορική και πολιτική σημασία. Πρόκειται για μια σημαντική στιγμή του Κυπριακού Αγώνα για την αυτοδιάθεση και την ένωση με την Ελλάδα, που έχει ιδιαίτερη σημασία για τον Ελληνισμό. Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ αποτελεί κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας, και η αναφορά σε αυτόν μέσω σχολικών εκδηλώσεων μπορεί να συμβάλει στην γνώση και τη διατήρηση της ιστορικής συνείδησης.
Η Ελλάδα είχε ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες για να υποστηρίξει τον αγώνα των Ελλήνων Κυπρίωνγια αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα πριν από την έναρξη του Αγώνα της ΕΟΚΑ. Ας μη ξεχνούμε ότι από τη δεκαετία του 1920 και μετά, η Ελλάδα έθετε το Κυπριακό ζήτημα σε διεθνή φόρα, κυρίως στην Κοινωνία των Εθνών. Στη δεκαετία του 1950, η Ελληνική Κυβέρνηση έφερε το θέμα στον ΟΗΕ, ζητώντας την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης για τον κυπριακό λαό. Στην Ελλάδα δε πραγματοποιήθηκαν λαϊκές κινητοποιήσεις υπέρ των Ελλήνων Κυπρίων. Φοιτητές, σύλλογοι και άλλες οργανώσεις πραγματοποιούσαν συλλαλητήρια υπέρ της ένωσης. Ο Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος Β', προκάτοχος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ', είχε συχνές επαφές με την Ελληνική Κυβέρνηση για τη στήριξη του κυπριακού αγώνα.
Όταν η Κύπρος, ένα μικρό ελληνικό νησί, διεκδικούσε την ελευθερία της στο πλαίσιο μιας επανάστασης κατά της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, η εμπλοκή της Ελλάδας ήταν αναπόφευκτη. Ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών όφειλε να διαδραματίσει ρόλο ενίσχυσης του ηθικού των Ελλήνων Κυπρίων, υποστηρίζοντας το αίτημά τους για απελευθέρωση και ένωση με τον εθνικό κορμό. Τουτέστιν, η στήριξη αυτή δεν αποτέλεσε συγκυριακό φαινόμενο που αναδύθηκε ξαφνικά, αλλά είχε ήδη εκδηλωθεί από προηγούμενες δεκαετίες, όπως τεκμηριώνεται από σημαντικές ιστορικές πηγές. Τα αρχειακά δεδομένα που συγκέντρωσε η γράφουσα στο πλαίσιο έρευνας, αξιοποιώντας τα Διπλωματικά Αρχεία του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους της Ελλάδας και το αρχείο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης (ΕΡΤ), επιβεβαιώνουν αυτή τη διαχρονική υποστήριξη.
Διπλωματικές αναφορές και εμπιστευτικά τηλεγραφήματα
Σημαντικά τηλεγραφήματα από τον Κυβερνήτη της Κύπρου προς τον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών (Αύγουστος 1947) καταγράφουν τη δυσφορία των Βρετανών για τη στάση της Αθήνας. Ειδικά αναφέρεται ότι το Ράδιο Αθηνών φιλοξενούσε τον Δήμαρχο Πάφου, Χριστόδουλο Γαλατόπουλο, γεγονός που ενέτεινε την καχυποψία των Βρετανών ότι η Ελλάδα υποστήριζε τις κινήσεις για ένωση.
Ο Ρόλος του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών
Η «Φωνή της Πατρίδος» υπήρξε κρίσιμος παράγοντας ενημέρωσης και ενίσχυσης του αγώνα των Κυπρίων. Παρά τις βρετανικές ραδιοφωνικές παρεμβολές, οι Έλληνες Κύπριοι προσπαθούσαν να ακούσουν τις μεταδόσεις. Ο Βρετανός Πρέσβης στην Αθήνα, σερ Τσαρλς Πηκ, διαμαρτυρήθηκε στην Ελληνική Κυβέρνηση για τις εκπομπές «Φωνή της Πατρίδος», ωστόσο, η Κυβέρνηση της Ελλάδος διαβεβαίωσε ότι το περιεχόμενο ήταν προσεκτικά διαμορφωμένο, ώστε να αποφεύγεται η ευθεία σύγκρουση με τους Βρετανούς. Παράλληλα, το Ραδιοπρόγραμμα που κυκλοφορούσε το Ε.Ι.Ρ. ξεκαθαρίζει από την αρχή τη θέση του επεξηγώντας ότι θεωρεί παράλογο το αίτημα των Βρετανών, η εκπομπή αυτή να μένει μακριά από δημοσιογραφικό περιεχόμενο. Τονίζει μάλιστα ότι θεωρεί καθήκον του την ενημέρωση της ελληνικής και διεθνούς κοινής γνώμης επί των όποιων γεγονότων, όπως εξάλλου πράττει κάθε ραδιοφωνικός σταθμός του ελεύθερου κόσμου. Επιπρόσθετα αναφέρει ότι κανένας δεν μπορεί να κατηγορήσει το περιεχόμενο της εκπομπής, εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το διεθνές πλαίσιο κι ότι οι αναφορές για την Κύπρο κινούνται στο πλαίσιο της διαφάνειας και πως τίποτε το επιλήψιμο δεν αφήνεται να αιωρείται στην ατμόσφαιρα.
Βασιλικές και κυβερνητικές δηλώσεις
Το 1956, ο Βασιλιάς Παύλος σε πρωτοχρονιάτικο διάγγελμά του αναφέρθηκε ρητά στον κυπριακό αγώνα, δηλώνοντας ότι η Ελληνική Κυβέρνηση και ο λαός θα στηρίξουν τον αγώνα της Κύπρου μέχρι την αυτοδιάθεσή της. «Ας γνωρίζουν οι εν Κύπρω αδελφοί μας ότι από της Κυβερνήσεως μέχρι και του τελευταίου πολίτου, θα εξακολουθήσωμεν την προσπάθειαν με την αυτήν θερμήν πίστιν και την αυτήν ακράδαντον θέλησιν, μέχρις ότου η Κύπρος επιτύχη πλήρος το βασικόν ανθρώπινον δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως».
Βρετανικές αντιδράσεις και απειλές
Τον Αύγουστο του 1956, η Βρετανική Κυβέρνηση εξέταζε το ενδεχόμενο να καταγγείλει την Ελλάδα στον ΟΗΕ για υποκίνηση εξέγερσης στην Κύπρο. Σύμφωνα με το «Βήμα» των Αθηνών, Βρετανοί αξιωματούχοι σχεδίαζαν ενέργειες εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και της ΕΟΚΑ, ενώ υπήρξε σύνδεση του κυπριακού ζητήματος με την κρίση του Σουέζ.
Ο ρόλος του τύπου και των εκδόσεων
Το περιοδικό «Η Φωνή της Κύπρου», που εκδιδόταν στην Αθήνα (1955-1959), λειτούργησε ως προπαγανδιστικό όργανο υπέρ του Αγώνα. Οι Άγγλοι το απαγόρευσαν στην Κύπρο, ωστόσο, μέσω της κυκλοφορίας του στην Ελλάδα, κρατούσε ενήμερη την ελληνική κοινή γνώμη.
Ηχητικά ντοκουμέντα και ιστορικές ραδιοφωνικές εκπομπές
Η ΕΡΤ διατηρεί ηχητικά ντοκουμέντα της εποχής, όπως: Το επετειακό αφιέρωμα της 1ης Απριλίου 1967, με τη μαρτυρική προκήρυξη της ΕΟΚΑ. Ομιλία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στην Αθήνα (Ιούνιος 1957), όπου περιγράφει βασανιστήρια κατά την εξορία του. Δήλωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (Φεβρουάριος 1959) μετά τη συμφωνία της Ζυρίχης. Ομιλία του Στρατηγού Γεώργιου Γρίβα Διγενή στο αεροδρόμιο του Ελληνικού (Μάρτιος 1959).
Η Ελλάδα δεν υπήρξε απλός παρατηρητής του Αγώνα της ΕΟΚΑ. Μέσω του διπλωματικού της ρόλου, της ραδιοφωνικής προπαγάνδας, των κυβερνητικών δηλώσεων και της αρθρογραφίας, υποστήριξε με κάθε διαθέσιμο μέσο τον κυπριακό λαό στον αγώνα του. Η πρόσφατη απόφαση για τον σχολικό εορτασμό της 1ης Απριλίου στην Ελλάδα αποτελεί μια ακόμα αναγνώριση της αδιάσπαστης ιστορικής σχέσης μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Δεν είναι απλώς ένας εορτασμός της ΕΟΚΑ, αλλά μια υπενθύμιση του διαχρονικού ελληνικού ενδιαφέροντος για την Κύπρο. Αν η εκπαίδευση εστιάσει και στις διεθνείς διαστάσεις του Κυπριακού ζητήματος, θα βοηθήσει τους μαθητές να κατανοήσουν καλύτερα τη σημασία του Αγώνα και την εξέλιξή του μέχρι σήμερα.
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Πανεπιστήμιο Κύπρου