Μελαμψές φυλές και «υπανάπτυκτα χούγια»


ΤΟΥ ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ Κ. ΤΣΟΥΚΑ*

Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία της προ-κατάληψης – για την ακρίβεια, η δυσκολία ενός πολιτισμού να κατανοήσει έναν άλλον. Ο Ηρόδοτος εμφανίζει τους Έλληνες και τους Ινδούς, ενώπιον του Δαρείου, να αδυνατούν να συμμεριστούν οι μεν τα ταφικά έθιμα των δε. Ο αλλότριος «άλλος» παραξενεύει και απωθεί· πιθανότατα εξοργίζει.

Η πολιτισμική προκατάληψη είναι, ενίοτε, ρητά ομολογημένη («αντιπαθώ τους μουσουλμάνους»), συνηθέστερα υπόρρητη – εμφαίνεται υπαινικτικά στη γλώσσα, τις σιωπές, την αυθόρμητη συμπεριφορά. Όταν εκδηλώνεται, συνήθως μετά από ερεθίσματα, έχει γνωσιακή σημασία, στο μέτρο που το υπόρρητο αποκτά μορφή. Αν το άτομο επιδιώξει να την επεξεργασθεί στοχαστικά, αποκτά διαυγέστερη αυτοκατανόηση. 

Η συγκέντρωση πλήθους, επι το πλείστον Πακιστανικής καταγωγής, στην πλατεία Συντάγματος, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, προκάλεσε αίσθηση, αρχικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αργότερα στα ΜΜΕ. Πώς αναφέρθηκε; Κυρίως, με εμμέσως  αποδοκιμαστικούς, περιγραφικούς όρους ως «συνωστισμός Πακιστανών στο Σύνταγμα» και, πιο ευθέως απαξιωτικά, ως «κατάληψη της πλατείας Συντάγματος από Πακιστανούς». Δεν εκφράστηκε μόνο το εύλογο παράπονο του συγχρωτισμού χωρίς τήρηση μέτρων υγειονομικής προστασίας, αλλά ήρθαν στην επιφάνεια οι φοβίες και προκαταλήψεις που δημιουργεί το μεταναστευτικό. Αρκετοί ενοχλήθηκαν όχι μόνο από το συνωστισμό αλλά από τους συγκεκριμένους συνωστιζόμενους.

Η προκατάληψη αρχικά εκφράζεται ως αθώα έκπληξη. Γιατί Πακιστανοί και όχι Σουηδοί, ας πούμε; Ο εκπλησσόμενος επιβάλλει στον εαυτό του μια κοινωνιολογική αφέλεια, εφόσον αρνείται να σκαλίσει την επιφάνεια για να αναζητήσει κοινωνικές πρακτικές, συλλογικές νοοτροπίες, ταξικές αναφορές. Η έκπληξη επιβεβαιώνει την αστόχαστη διαίσθησή του. Η στοχαστική αναζήτηση, κουραστική εκ φύσεως, ξεβολεύει - ίσως διαψεύσει τα προειλημμένα συμπεράσματά του.

Το προκατειλημμένο άτομο αποσιωπά επιλεκτικά: εστιάζει στο παρόν στιγμιότυπο, αποφεύγοντας να το εντάξει σε ακολουθία ομόλογων συμβάντων· αναδεικνύει την όποια ακρότητα, όχι το κυρίως ρεύμα. Οι ενοχληθέντες, εν προκειμένω, δεν επέτρεψαν στη μνήμη τους να ανακαλέσει παρόμοια περιστατικά την παραμονή Πρωτοχρονιάς. Κάθε χρόνο, ασιατικής και αφρικανικής καταγωγής κάτοικοι της Αθήνας, συρρέουν στην πλατεία Συντάγματος για να γιορτάσουν την έλευση του νέου έτους. Το ίδιο έκαναν και τώρα – ειρηνικά, χαρούμενα, χορευτικά (βλ. «Καθημερινή»,  3/1/22). Ελάχιστοι, προσβλητικά – τα πλήθη είναι εγγενώς ποικιλόμορφα.

Η προβολή αρνητικών ενδεχομένων συνιστά έναν ακόμα τρόπο έκφρασης της πολιτισμικής προκατάληψης. Ήταν «αυθόρμητη» ή «οργανωμένη επίδειξη δύναμης» η συγκέντρωση στο Σύνταγμα; Θέλοντας να εμφανιστεί ανοιχτόμυαλος, ο προκατειλημμένος επινοεί ένα αβάσιμο  ερώτημα και το απαντά δήθεν αγνωστικιστικά: «Όλα είναι πιθανά». Είναι σαν το φοβικό ερώτημα των εμβολιοσκεπτικιστών: κι αν το εμβόλιο έχει μακροχρόνια αρνητικές επιπτώσεις; Αμφότεροι φαντάζονται ένα δυστοπικό σενάριο, δίχως εμπειρική τεκμηρίωση, το οποίο επιβεβαιώνει τις φοβίες τους. Ο διανοητικός πυρήνας είναι, ουσιαστικά, συνωμοσιολογικός: κάποιοι είτε συνωμοτούν, είτε δεν μας λένε την αλήθεια. Η μικρόνοια δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο: ο ορθολογισμός υποχωρεί όταν η σκέψη παραδίδεται σε φοβίες.

Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που, με την αμεσότητα του καφενειακού λόγου, δεν μεριμνούν ιδιαίτερα για τη ρητορική διακόσμηση των προκαταλήψεών τους. «Μουσουλμάνοι, Άραβες ή Αφρικανοί, άλλες φυλές, κουλτούρες και θρησκείες τέλος πάντων, δεν προτίθενται να γίνουν ούτε Έλληνες, ούτε Γάλλοι, ούτε Γερμανοί. Ανεξαρτήτως αν πρόκειται για φιλήσυχους ή εριστικούς, για επιθετικούς ή καλοκάγαθους, θα διαιωνίσουν τη ράτσα τους, τη θρησκεία τους, τα (κατά βάση υπανάπτυκτα) χούγια τους» (Δ. Καμπουράκης, «Liberal», 5/1/2022).

Πόσο αναλλοίωτα παραμένουν τα ανθρώπινα! Παρόμοια προκατάληψη αντιμετώπισαν οι Έλληνες μετανάστες στην Αμερική, στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν τα ελληνοφοβικά αισθήματα ήταν έντονα. Τα «υπανάπτυκτα χούγια» των τότε μεταναστών τούς προσέδωσαν το προσωνύμιο «βρωμοέλληνες». Μελαμψοί, κακοντυμένοι, με περίεργες διατροφικές συνήθειες, αγροίκα έθιμα, και κακόηχη γλώσσα, οι Έλληνες θεωρούνταν «ανατολίτες», «μαύροι» (ω, ναι!), απεργοσπάστες, «τα αποβράσματα της Ευρώπης», «αδαείς, φαύλοι και κτηνώδεις αλλοδαποί» (αναφορές των  συγγραφέων Πίτερ και Τσαρλς Μόσκος σε εφημερίδες της εποχής, στη Γιούτα). Ανθελληνικές ταραχές δεν ήταν άγνωστες, ενώ η ελληνική κοινότητα έγινε στόχος ρατσιστικών επιθέσεων από τη διαβόητη Κου Κλουξ Κλαν. Ο αλλότριος ανέκαθεν εκπλήσσει, ενοχλεί και εξοργίζει. Καλύτερα να μην υπήρχε.

Το πρόβλημα με την πολιτισμική προκατάληψη δεν είναι μόνο ότι είναι ηθικά επιλήψιμη, αλλά και πραγματιστικά αδιέξοδη. Η αμηχανία των παρ’ ημίν προκατειλημμένων να προτείνουν τρόπους διαχείρισης των μεταναστών είναι έκδηλη. Διεκτραγωδούν την de facto πολυπολιτισμικότητα αλλά δεν έχουν τι άλλο ουσιώδες να εισηγηθούν. Έλκονται από την πολιτισμική μονοφωνία αλλά δεν έχουν τρόπο να την επιβάλλουν, σε συνθήκες φιλελεύθερης δημοκρατίας. «Δεν υπάρχει λύση», διαπιστώνει μελαγχολικά ο κ. Καμπουράκης.

Κι όμως υπάρχει, αλλά απαιτεί κόπο, φιλαλληλία, και φαντασία. Ο «άλλος» είναι εδώ και θα μείνει. Ο κοινωνικός βίος είναι εγγενώς διαδραστικός, και το ισχυρό μέρος στη διάδραση είμαστε εμείς, οι γηγενείς. Αν προσφέρουμε κατανόηση, συμπερίληψη και οικονομική-θεσμική ενσωμάτωση, θα εισπράξουμε, πιθανότατα, κοινωνική ειρήνη και δημιουργική διεύρυνση της κοινότητάς μας. Άλλωστε, Έλληνας δεν γεννιέσαι. Γίνεσαι.

 *Καθηγητής στην Έδρα Columbia Ship Management και Κοσμήτορας της Σχολής Μεταπτυχιακών Σπουδών, στο Πανεπιστήμιο Κύπρου  (www.htsoukas.com)




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










760