«Μισά - Μισά» από την MiNIMIS Εταιρεία Θεάτρου


Ένας δάσκαλος σε κρίση σεξουαλικής ταυτότητας, με έναν ετεροθαλή αδελφό που θέλει να του φάει τη μισή κληρονομιά και μια μάνα που δεν λέει να πεθάνει με τίποτα!

Η μαύρη κωμωδία «Μισά - Μισά» των καταξιωμένων Καταλανών συγγραφέων Τζόρντι Σάντσεθ και Πεπ Άντον Γκόμεθ, παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Κύπρο σε σκηνοθεσία του Παναγιώτη Λάρκου και με πρωταγωνιστές τους Χάρη Αττώνη και Στέλιο Καλλιστράτη. Η παράσταση θα κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή, 1η Νοεμβρίου 2019 στις 20:30 στο Κέντρο Τέχνης και Πολιτισμού Θέατρο Χώρα και θα παίζεται κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή. Το κοινό μπορεί να προμηθευτεί εισιτήρια από την www.soldoutticketbox.com.

Μετά την καλοκαιρινή επιτυχία του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου «Ο βαφτιστικός» οι τρεις συντελεστές ενώνουν ξανά τις δυνάμεις τους με στόχο να παρασύρουν το κοινό σε έναν κόσμο όπου παραμερίζονται οι ευγένειες και οι κοινωνικές συμβάσεις και αναδεικνύονται τα «θέλω» και τα «εγώ». Μιλήσαμε μαζί τους και καταγράφουμε τις σκέψεις τους για την παράσταση.

 Παναγιώτης Λάρκου – σκηνοθέτης

1. Ποιο είναι το προφίλ του θεατή σας; Ποιος νομίζετε ότι θα ερχόταν να δει αυτήν την παράσταση;

Κοντό γαλλικό καρέ ασύμμετρο μαλλί και ψηλό λαιμό οι γυναίκες. Οι άντρες με μουστάκι και γυαλιά. Την παράσταση εντούτοις μπορούν να έρθουν να την δουν και όλοι οι υπόλοιποι. Το κοινό είναι μια έννοια κοινή. Δεν έχει ειδικά χαρακτηριστικά. Αν σε μια παράσταση μου, δεν νιώθουν όλοι ευπρόσδεκτοι τότε κάτι έχω κάνει λάθος.

Όποιος νιώθει την ανάγκη να δει ένα έργο που μιλάει για κανονικούς ανθρώπους με κανονικά προβλήματα. Όποιος έχει τη διάθεση να γελάσει (σελ. 1-5, 15, 27 και 31-80). Όποιος έχει τη διάθεση να συγκινηθεί (όλες οι ζυγές σελίδες).

Όποιος μπει στη SoldOut Tickets και κάνει κράτηση. Όποιος δεν κάνει κράτηση αλλά έρθει στο θέατρο στην ώρα του. Όποιος θέλει να το παίξει κουλτούρα στο ταίρι του. Όποιος δει φως και μπει. Κοπιάστε όλοι ρε αδερφέ. Η αίθουσα κλιματίζεται.

2. Ποιες ήταν οι προκλήσεις όταν κληθήκατε να μεταφέρετε αυτό το κείμενο στη σκηνή;

Το Μισά-Μισά είναι ένα ρεαλιστικό έργο. Δυο αδέρφια έχουν μια μάνα με εγκεφαλικό και θέλουν να μοιράσουν την κληρονομιά. Η μάνα τους πεθαίνει και αυτοί θέλουν να ζήσουνε. Απλά πράγματα. Δεν υπάρχουν “μεγάλα” κρυμμένα νοήματα. Δεν υπάρχουν “θεοί” που τους κατατρέχουνε. Η πρόκληση σε αυτά τα κείμενα είναι να τα δικαιώσεις.

Ακριβώς επειδή τα πόδια τους πατάνε γερά στο ρεαλισμό (μη σου πω και τα χέρια τους ώρες-ώρες) έπρεπε να βρεθεί ο τρόπος αυτή η κανονικότητα να αποκτήσει ένα χρώμα. Ένα χαρακτήρα. Και ειδικά σε έργα σαν κι αυτό που καταπιάνονται με ευαίσθητα θέματα (η μανούλα πεθαίνει κι όχι το καναρίνι σου στην τελική), να μην αφήσω τον δικό μου κυνισμό να ισοπεδώσει το σύμπαν. Πρέπει πάντα να αφήνεις χώρο στο θεατή να πάρει τις δικές του αποφάσεις. Ή τουλάχιστον να νομίζει πως παίρνει τις δικές του αποφάσεις. Ορίστε. Το ‘κανα πάλι. Συγγνώμη.

3. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να θέλετε να συνεργαστείτε ξανά με τον Χάρη και τον Στέλιο σε μια νέα παραγωγή;

Για να είμαι ειλικρινής θέλανε και αυτοί. Τώρα γιατί δεν ξέρω, ίσως έχει να κάνει με τα παιδικά τους τραύματα, αλήθεια δεν είμαι σίγουρος.

Είναι ωραίοι ηθοποιοί, άρτια εκπαιδευμένοι βασικό. Αντιλαμβάνονται τον κώδικά μου, σημαντικό.

Κάποιες στιγμές προσποιούνται με επιτυχία κιόλας πως περνάνε καλά μαζί μου, κάτι τρομερά ευγενικό αν θέλετε τη γνώμη μου. Και είναι και οι δύο, μεγάλοι καραγκιόζηδες.

Αυτά.

4. Τι πιστεύετε ότι θα σκέφτεται το κοινό στην επιστροφή προς το σπίτι, μετά την παράσταση;

Δεν έχω ιδέα. Θέλω να ελπίζω πως θα του έχουμε δώσει αρκετές αφορμές. Το τι θα σκεφτεί ένας άνθρωπος είναι βαθιά προσωπική υπόθεση, το θράσος μου δεν φτάνει ως εκεί. Εγώ ας πούμε μετά τις πρόβες του Μισά-Μισά σκέφτομαι συχνά πως πεινάω. Μετά σκέφτομαι πως έχω καιρό να πάρω τη γιαγιά μου ένα τηλέφωνο. Μια μέρα σκέφτηκα πως θα ήταν ωραία να βρέξει, έτσι για λίγο. Μετά θυμήθηκα πως είμαι με τα πόδια και το μετάνιωσα.

5. Ποιος από τους δυο ηθοποιούς πιστεύετε ότι έχει χαρακτηριστικά από το ρόλο του;

Και οι δύο. Όπως και όλοι οι ηθοποιοί του κόσμου, αλλά και όλοι οι θεατές. Γι αυτό μ’ αρέσει το Μισά-Μισά. Οι ρόλοι έχουν μια μάνα η οποία πεθαίνει. (η αλήθεια είναι πως δεν το κάνει με το κέφι της, αλλά πεθαίνει όπως και να ‘χει). Δεν έχει γεννηθεί άνθρωπος ακόμη που να μην έχει έρθει αντιμέτωπος με αυτή την τόσο μαθηματική πραγματικότητα. Οι ρόλοι είναι κουρασμένοι, έχουν ελπίδες, έχουν χρέη, όνειρα, απωθημένα. Διψάνε. Κατουριούνται. Όλοι οι άνθρωποι κατουριούνται. Και οι ρόλοι. Αλλά δεν το δείχνουνε. Ο Τζέιμς Μποντ ας πούμε δεν κατουριέται ποτέ. Αλλά ο Μποντ δεν είναι κανονικός άνθρωπος. Ο Χάρης και ο Στέλιος όμως είναι κανονικοί άνθρωποι. Και ως τέτοιοι, κουβαλάνε μέσα τους κομμάτια του ρόλου. Είναι τόσο απλό. Το δύσκολο είναι να οδηγήσουν τα κομμάτια αυτά στην απαιτούμενη εσωτερική ισορροπία. Και για μία ώρα να σιχαίνονται τη μάνα τους. Και μετά να πάνε σπίτι τους. Και να καταφέρουν κοιμηθούνε. Οι ηθοποιοί κοιμούνται αργά, έτσι για να ξέρετε.

Χάρης Αττώνης - ηθοποιός 

1. Ποιο είδος ανθρώπου πιστεύετε ότι θα λατρέψει τον χαρακτήρα σας;

(Διακρίνω πως όλες οι ερωτήσεις σας είναι ψυχαναλυτικού χαρακτήρα και ο σκηνοθέτης μας μας απαγορεύει να μπούμε σε βαθυσκαφή ψυχολογικά μονοπάτια. Ωστόσο, θα κάνω μια εξαίρεση επειδή σας συμπαθώ, κινδυνεύοντας να φάω ξύλο στην πρόβα όταν το δει.) Για να σοβαρευτώ, δεν είμαι σίγουρος αν θα λατρέψει κανείς το χαρακτήρα μου, δηλαδή τον Χουάν. Όσο κι αν εγώ τον λάτρεψα, διαβάζοντάς το έργο. Είναι ένας αληθοφανής χαρακτήρας που όλοι μας μπορούμε να βρούμε κοινά χαρακτηριστικά και συχνά γίνεται καθρέφτης στα όσα ίσως θέλουμε να ξεχνάμε. Στόχος μας, βεβαίως, είναι και οι δύο χαρακτήρες του Μισά-Μισά να είναι συμπαθείς, όσο κι αν φαίνονται θύματα τον περιστάσεων, θύτες ή ικανοί για όλα. Ίσως το ότι ακροβατούν μεταξύ γελοιότητας και τραγικότητας, μπορεί να απαντάει στο ερώτημά σας.

2. Πόσο κοντά νιώθετε στο χαρακτήρα που υποδύεστε;

Η αλήθεια είναι πως είμαι πολύ μακριά από αυτόν το χαρακτήρα. Ή νομίζω πως είμαι. Η ιδιότυπη σχέση με τη μάνα του, τον αδερφό του και τους πατεράδες του, η σαδομαζοχιστική σχέση με τη γυναίκα του, η απόφασή του να πάρει τη ζωή στα χέρια του από μικρή ηλικία, ο παραλογισμός του να αγαπάει όσα μισεί και να μισεί όσα θα έπρεπε να αγαπάει, η τόλμη του και η ανάγκη του να ρισκάρει, τα σκοτάδια του που τον κάνουν να μοιάζει οριακός αλλά συνάμα και αξιολύπητος, η τρέλα του και η κυκλοθυμία του, η μοναξιά του και ο ενθουσιασμός του είναι στοιχεία που σε μικρές ή μεγάλες δόσεις θα μπορούσα να ταυτιστώ κι εγώ, που ίσως, ειδικά στο κομμάτι των βιωμάτων, μπορεί να με οδήγησαν σε διαφορετικές επιλογές και αδιέξοδα.

3. Τι αγαπάτε και τι μισείτε περισσότερο σε αυτόν το ρόλο;

Είναι ένας φοβερά καλογραμμένος ρόλος και θαυμάσια «μεταφρασμένος» στα ελληνικά από τη Μαρία Χατζηεμμανουήλ, με ένα χειμαρρώδη λόγο και με μια ποικιλία συναισθημάτων που χρειάζεσαι γερές δόσεις καφεΐνης για να μπορέσεις να ανταπεξέλθεις. Αν σε αυτό βάλετε και τον παράγοντα Λάρκου, τότε μιλάμε για μια πρόκληση που ήθελα πολύ να αναμετρηθώ μαζί της και νομίζω μέρα με την ημέρα εξελίσσομαι και έρχομαι πιο κοντά σε μια άβυσσο που εννοείται πολύ μεθοδικά και αναλυτικά.

4. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση όταν αναλάβατε να παίξετε αυτόν το ρόλο;

Όταν ο σκηνοθέτης μου, μου είπε ότι είμαι πολύ μακριά ως ιδιοσυγκρασία από αυτόν το ρόλο και θα με έβλεπε περισσότερο ως Καρλίτος, κατάλαβα εξ αρχής ότι η πρόκληση ήταν μεγάλη και δε θα έπαιζα με τις ευκολίες μου. Χρειαζόταν να κάνω μια μεγάλη μετακίνηση και να στρατολογήσω πράγματα που ίσως βρισκόντουσαν σε λήθαργο ή δεν ήξερα ότι κατέχω, καν. Η βοήθεια του Λάρκου είναι πολύτιμη και δεν ξέρω πώς αλλιώς θα τα κατάφερνα, αν τελικά τα καταφέρω. Σίγουρα όμως νιώθω μεγάλη ασφάλεια και επαληθεύω όλους τους λόγους που αγαπώ να κάνω θέατρο. Να έρχομαι αντιμέτωπος με τα όριά μου, να ανακαλύπτω πλευρές του Χάρη που ούτε ήξερα ότι υπήρχαν, να βλέπω τη ζωή μέσα από τα μάτια κάποιου άλλου, να συνεργάζομαι και να συν-δημιουργώ με ανθρώπους που εκτιμώ, αγαπώ και θαυμάζω.

 5. Ποιος είναι ο πιο αστείος από τους συνεργάτες σας σε αυτήν την παραγωγή;

Αστείοι και γελοίοι, θαρρώ, είμαστε και οι τρεις. Ο καθένας με τον τρόπο του αλλά νομίζω ο ένας συμπληρώνει μαγικά τον άλλον. Ο Λάρκου, παρ’ όλο που δεν παίζει, είναι σαν να βρίσκεται διαρκώς στη σκηνή και θέτει τόσο ψηλά τον πήχη που όσο κι αν διαμαρτύρεται το κορμί, το μυαλό και η ψυχή σου, όσο και αν ξέρεις ότι θα φας τα μούτρα σου, όσο κι αν έχεις αμφιβολίες για τις ικανότητες σου, στο τέλος θα το κάνεις και θα πεις κι ένα τραγούδι. Ο Καλλιστράτης είναι ένας γλυκός, καλόκαρδος γίγαντας και λυπάμαι πολύ που πρέπει να τρώει τόσο ξύλο επί σκηνής. Σαφώς τρώει περισσότερο όταν μας δείχνει ο Λάρκου πώς πρέπει να γίνει, εγώ ακόμα τον λυπάμαι λίγο. Αλλά ακόμα και όταν τις τρώει, γελάει. Κι απολαμβάνω κάθε στιγμή που παίζω με το Στέλιο και μας καθοδηγεί ο Παναγιώτης. Κι αυτό είναι για μένα τύχη. Και ευτυχία. Να δουλεύω σκληρά με τους καλύτερους συνεργάτες του κόσμου. Αυτούς που μέσα από τη δουλειά έγιναν και οι καλύτεροι φίλοι. Σας ευχαριστώ που είμαι εδώ. Που είμαστε εδώ, παρέα!

 Στέλιος Καλλιστράτης – ηθοποιός

1. Εκτός από εσάς, ποιον άλλο ηθοποιό θα θέλατε να δείτε να ερμηνεύει το ρόλο σας στο έργο;

Προοοκαλώωωω!!! χαχαχαχα! Νομίζω ότι είναι κρίμα ο Κάρλος (ο ρόλος), βασανίζεται ήδη από μένα πολύ! Για κάθε ηθοποιό όμως, πιστεύω, θα ήταν μάθημα αν του δινόταν η ευκαιρία να αναμετρηθεί με τον Κάρλος. Με τα όνειρά του, τα διλήμματά του, τα θέλω του, τις αποφάσεις του, τη μάνα του και φυσικά τον αδερφό του!

2. Ποια είναι η αγαπημένη σας ατάκα από το έργο;

Εύχομαι να μη θεωρηθεί παρατυπία αν μοιραστώ δύο αγαπημένες μού ατάκες του Κάρλος, αλλά θα τις μοιραστώ χωρίς φόβο, πολύ πάθος και χωρίς κανένα περαιτέρω σχόλιο.

Ατάκα πρώτη: “Εγώ, αν γινόταν, θα γύριζα στην ηλικία που μπορείς ακόμα να κατουριέσαι πάνω σου, άκου που σου λέω.”

Ατάκα δεύτερη: “Εμένα οι άνθρωποι που έχουν θυμό μέσα τους δεν μου αρέσουν. Δε μου αρέσουν οι θυμωμένοι. Γιατί σε ξεγελάνε. Και δεν ξέρεις ποτέ αν θα σε φιλήσουν ή θα σε χαστουκίσουν.”

3. Τι αγαπάτε και τι μισείτε περισσότερο σε αυτόν το ρόλο;

Ο Λάρκου, όταν αποφασίστηκε ότι θα πρέπει να μελετήσω τον Κάρλος, γύρισε και μου είπε “γιατί σε έχω ικανό να σκοτώνεις τη μάνα σου!”. Καθόλου δεν χάρηκα, μην πω ψέματα! Η μάνα μου by the way δεν πρέπει να το διαβάσει ποτέ αυτό! Χαχαχα! Στον Κάρλος αγαπώ να μισώ και μισώ να αγαπώ το ότι είναι ένας φαινομενικά πολύ κανονικός χαρακτήρας που έχει δρομολογήσει, όμως, τη δολοφονία της μητέρας του. Αυτή η προσωπικότητα χρήζει σίγουρα έρευνας και υποστήριξης και είναι ένα μεγάλο στοίχημα για μένα.

4. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός καλού συμπρωταγωνιστή κατά τη γνώμη σας;

Έχω μπει αρκετές φορές στη διαδικασία, μοιραία, να “ζυγίζω” συναδέλφους, σε διάφορες παραγωγές. Και τον εαυτό μου φυσικά πάντα. Δεν έχει να κάνει με ‘πρωταγωνισταί και συμπρωταγωνισταί’. Έχει να κάνει με το μέσα μας και τη διαθεσιμότητά μας. Πρέπει να είμαστε δοτικοί σαν φιλανθρωπική οργάνωση και δεκτικοί σαν σάκος του μποξ. Θαυμάζω, επίσης, το υψηλό χιούμορ (βλ. καφρίλα) και είμαι τρισευτυχισμένος όταν το συναντώ σε συνεργασίες και συνεργάτες.

5. Ποιο είναι το τελευταίο πράγμα που κάνετε πριν ανέβετε στη σκηνή;

2016, Θεσσαλονίκη, έχω παράσταση το βράδυ, τρέχω όλη μέρα, δεν έχω προλάβει να φάω τίποτα και στο δρόμο προς το θέατρο πετυχαίνω ψησταριά. Έχει 2 τελευταίες μερίδες: φασολάκια γιαχνί και χοιρινό κότσι με πατάτες. Παίρνω το κότσι (εννοείται), μπαίνω στο καμαρίνι, το ανοίγω και αρχίζω τη μάσα. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η Μαρία (συνάδελφος) και λέει: «Τι έγινε Στελάκο, ήρθες; Α, είπες να φας κάτι ελαφρύ πριν την παράσταση, ένα ‘κότσι berry’!» Από τότε, πριν από κάθε παράσταση, φροντίζω να αναζητώ πάντα κάποια λεπτά απόλυτης ησυχίας. Όχι απαραίτητα για αυτοσυγκέντρωση. Αλλά απολαμβάνω, σχεδόν σαδιστικά εκείνη την ησυχία, που θα φέρει σε λίγο την καταιγίδα, την παράσταση.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1642