Με την ποιητική των Χριστουγέννων


ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ ΦΩΤΙΑΔΟΥ*

 «Να΄μουν του στάβλου έν’  άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι, την ώρα π’ άνοιγε  ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι».Και ποιος δεν θυμάται τους χαρακτηριστικούς αυτούς στίχους του μεγάλου μας ποιητή Κωστή Παλαμά για τη γέννηση του Θεανθρώπου! Λίγες μόνο μέρες πριν η χριστιανοσύνη γιορτάσει και πάλι το θαυμαστό γεγονός των Χριστουγέννων, ας αφήσουμε τους ήχους να σμίξουν με τους στίχους που έχει εμπνευστεί η ανθρώπινη διανόηση  για το μέγα μυστήριο της ενανθρώπισης του Θεού. Γιατί, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει και ο Αλέξαντρος Παπαδιαμάντης, «Εάν το Πάσχα είναι η λαμπροτάτη του Χριστιανισμού εορτή, τα Χριστούγεννα είναι η συγκινητικωτάτη!». Ο δε Ελύτης, γράφει χαρακτηριστικά  για τη θέση που καταλαμβάνει η γιορτή στην καθημερινότητα και στην ψυχοσύνθεσή μας: «Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος, να’ν’ ήμερος, να΄ναι άκακος, λίγο φαΐ κρασί, Χριστούγεννα κι Ανάσταση». Στο ίδιο πνεύμα κι ο Κώστας Κρυστάλλης γράφει: «Χριστούγεννα κι ανάσταση, ω! τι μυστήριο χύνουν. Τι  χαραυγούλες είναι αυτές, πόση ζωή μας δίνουν!»

 Αφήνουμε, λοιπόν, την ποιητική έμπνευση των δημιουργών μας να μας οδηγήσει με την τέχνη του λόγου στη συγκίνηση των ημερών.

Με τους στίχους του Τέλλου ΄Αγρα ζωγραφίζεται τόσο παραστατικά η εικόνα της Γέννησης κι είναι λες και με τη δύναμη των λέξεων να μεταφερόμαστε στην ΄Αγια εκείνη Νύχτα και να σμίγουμε κι εμείς την ελπίδα και την προσδοκία μας με τη ζεστή ανάσα των ζώων στο μαγικό σπήλαιο της Βηθλεέμ. «Είδα χτες το βράδυ στ΄ όνειρό μου τον γεννημένο μας Χριστό, τα βόδια επάνω του εφυσούσαν όλο το χνώτο τους ζεστό. Το μέτωπό του ήταν σαν ήλιος και μέσα η φάτνη φτωχική άστραφτε πιο πολύ από μέρα με κάποια λάμψη μαγική». Ο Γεώργιος Δροσίνης  προσθέτει στο σκηνικό τους βοσκούς και τους μάγους, που αξιώθηκαν να προσκυνήσουν τον μικρό Ιησού. «Την ΄Αγια Νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη κάποιοι ποιμένες ξυπνούν από φωνές ύμνων μεσούρανες στη γη σταλμένες. …Την ΄Αγια  Νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη-ποιος δεν το ξέρει-των Μάγων κάθε χρόνο τα μεσάνυχτα λάμπει το αστέρι». Και καταλήγει,  συνδέοντας το Τότε με το Τώρα, την Ψυχή με το ιερό της νήμα, που την κρατάει σαν ομφάλιος λώρος συνδεδεμένη με το θείο υλικό της, γράφοντας: «Κι όποιος το βρει μες στ΄ άλλα αστέρια ανάμεσα και δεν το χάσει, σε μια άλλη Βηθλεέμ ακολουθώντας το μπορεί να φτάσει».

Τότε, ίσως, θα μπορεί ο καθένας να αισθανθεί την πληρότητα που αναδεικνύουν οι υπέροχοι στίχοι του Παλαμά: “Μέσα μου λάμπουν ξάστεροι ουρανοί και το κορμί μου, φάτνη ταπεινή, βλέπω κι αλλάζει, γίνεται ναός. Ω! μέσα μου γεννιέται ένας Θεός…»

 Και τότε μπορεί επίσης κανείς να σμίξει τη σκέψη του με αυτή του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, που βλέπει το μεγαλείο της Αγάπης στη γέννηση του ίδιου του Θεού στο φτωχό  σπήλαιο της Βηθλεέμ: «Μην τη φοβηθούμε, λέω την Αγάπη, μόλο που τα δώρα της θωρώ αφημένα στο σανό» .

 Αυτή την αγάπη ο Γιάννης Ρίτσος θέλει να πάρει  από τα σπάργανα του Ιησού και να τη μοιράσει στα χέρια του κάθε παιδιού που βιώνει την έλλειψη. Γιατί η αγάπη δεν είναι μια εύηχη λέξη αλλά μια μεγαλειώδης πράξη.  Γιατί η αγάπη, όπως αποδεικνύει πρωτίστως  ο γεννημένος Χριστός, είναι ταπείνωση, είναι προσφορά.   Γι΄αυτό ο ποιητής  παρακαλεί  σαν μικρό παιδί : «Κάνε, καλέ θεούλη να ΄χουν όλα τα παιδάκια ένα ποταμάκι γάλα, μπόλικα αστεράκια, μπόλικα τραγούδια. Κάνε, καλέ θεούλη να ‘ ναι όλοι καλά,  έτσι που κι εμείς  να μην ντρεπόμαστε για τη χαρά μας… Άλλη χαρά δεν είναι πιο μεγάλη απ’ τη χαρά που δίνεις, κοριτσάκι. Να το θυμάσαι, κοριτσάκι»!..

Σαν παιδί, επίσης, με αγνότητα και τρυφερότητα, όπως επιβάλλει το πνεύμα των ημερών, ο Στέλιος Σπεράντζας προσμένει τη γέννηση του Χριστού σε κάθε σπίτι, σε κάθε καρδιά, καθάρια σαν αυτή ενός μικρού παιδιού. «‘Ελα, Εσύ που Αρχάγγελοι σ’ ανυμνούνε απόψε, πάρε από την πίτα μας, που ευωδιά και κόψε! Έλα κι η γωνίτσα μας καρτερεί να ‘ρθεις… Σου ΄στρωσα, Χριστούλη μου, για να ζεσταθείς!»

Με τέτοια γλυκιά προσμονή  πρέπει κανείς να αναμένει την έλευση του Θεού ξανά στην ανθρωπότητα. Γιατί πρέπει να έρχεται πάλι και πάλι  σαν υπενθύμιση, σαν προσκλητήριο, για να μη χάνουμε τόσο εύκολα το άστρο και τον δρόμο.

 Γράφει με τόση μεγαλειώδη απλότητα η Ζωή Καρέλλη. «Πόσο έχω ξεχάσει. Πρέπει απ’ αρχής πάλι το ταξίδι ν’ αρχίσει. Πότε ξεκινήσαμε, τότε, οι τρεις; Ή μήπως, κάποτε, είχαμε ανταμώσει… Μαζί πορευτήκαμε ένα διάστημα, όσο μας οδηγούσε άστρο λαμπρό. Αυτό άλλαξε την οδό ή εγώ; Τίποτα πια να δω δεν μπορώ;»

Ας κρατηθούμε, λοιπόν, με προσήλωση στον δρόμο που φωτίζει το άστρο της Βηθλεέμ, ιδίως σ΄αυτές τις εποχές που έρχονται  με  σκέψεις θολές, ομιχλώδη τοπία ψυχής και καταιγίδες μαινόμενες στην έρημο της μοναξιάς του ανθρώπου και συν-ανθρώπου. Ας πορευτούμε με την ταπεινότητα που αρμόζει στις μέρες, κρατώντας ολόχρονα μέσα μας το άγγιγμά τους.

Καλά Χριστούγεννα!

*Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1663