ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ-ΦΩΤΙΑΔΟΥ*
Iούλιος όπως λέμε μνήμη δακρύων. Μνήμη ανατροπών και οδυρμών.
Με αρβύλες θανάτου εισβάλλει ξανά και ξανά εδώ και σαράντα οκτώ χρόνια στο γλαυκό που πλάθουμε για τον ουρανό, στο ευήλιο που παρασκευάζουμε για την όρασή μας.
Ακούτε, ακούτε τα σαρδάμ του Θέρους; Τη λεηλασία της θάλασσας; Τη σφαγή της νιότης; Ακούτε αυτό που δεν βλέπετε, αντικρίζετε αυτό που υπόκωφα σέρνεται μέσα στις μέρες;
Η απειλή κατοικοεδρεύει στη θάλασσα. Κι αυτή, καθώς θρηνεί για την άσπλαχνη τρίαινα αιμοσταγούς Ποσειδώνα, πλάθει με τον αφρό του κύματος τις πένθιμες κορδέλες για τους νεκρούς, τους αγνοούμενους και όλους τους ξεριζωμένους πόθους. Ιούλιε Εφιάλτη, δεν σταματάς να μαρτυράς τα μυστικά περάσματα της ευτυχίας μας.
Μόνο στο Άδικο μπορεί ένα σύννεφο να στάξει αίμα αντί ευεργετική βροχή. Κι είναι τα δέντρα άυπνα και αναμαλλιασμένα, με κόκκινα τα μάτια στην καρδιά των φύλλων. Κι είναι οι μέρες με μια μαύρη τρύπα του μέλλοντος στον ουρανό τους.
Πώς είναι το κύμα να μη δροσίζει, η θάλασσα να μην ταξιδεύει, το γαλάζιο να μη χρωματίζει, ο ήλιος να μην υπόσχεται, η εποχή να μην αφουγκράζεται το ποδοβολητό της επιθυμίας!
Αμετανόητη η ελπίδα κρεμάει πάλι ματοβαμμένα τα φεγγάρια στο καμένο δέντρο και καρτερά να γίνουν άστρα φεγγοβόλα μες στη μέρα που όλο και νυχτώνει.
Από πηγάδια Ιστορίας, από στέρνες αστείρευτης ανάγκης ξεπηδούν σαν νεράιδες αλλοτινού μας κόσμου τα ουράνια τόξα που βαστάνε χρόνια τώρα στέρεα δεμένη την καρδιά μας. Πιο πολύ την ψυχή μας. Αυτή αντέχει, υγρή από δάκρυα, μέσα σε τόση ξηρασία ημερών και προοπτικών.
Κι έτσι μπορεί να γίνεται ποτάμι που όλο επιστρέφει στις πηγές του, γιατί εκεί είναι ό,τι την κρατάει ακόμα ψηλά και ό,τι μπορεί να την κρατήσει ψηλότερα, σε εποχές με γκρεμούς, κατολισθήσεις και ποικιλόμορφες πτώσεις.
Ιούλιος όπως λέμε μνήμη της πίκρας και πίκρα της μνήμης. Μονίμως κάτι στυφό στον ουρανίσκο από θύμησες και σιωπές. Και στο βλέμμα αδιόρατη σκιά από ανείπωτο κι αγίνωτο. Πάντα στον ίσκιο του Πενταδάκτυλου που καίγεται και καίει, θάλλει και πάλι μας καίει. Κι εμείς σαν σπίθα που αρνείται την τέφρα και ενστερνίζεται μονάχα όσο φως μπορεί να στύψει στο σκοτάδι. Γιατί έτσι προστάζει η αγάπη και η Αγάπη και η ΑΓΑΠΗ για τον τόπο, τη συνέχεια, την ίδια τη ζωή. Σ΄ αυτή τη χρυσοπράσινη μοίρα της Μεσογείου άλλη πιο μεγάλη μοίρα δεν έχουμε παρά να αντέχουμε και να αντιστεκόμαστε, προτάσσοντας το πράσινο της ελπίδας, το χρυσό ενός μεγαλειότατου χρόνου μας.
Ιούλιος όπως λέμε ακατάσχετη μνήμη.
*Ποιήτρια-Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης