Προστασία της ψυχικής υγείας και οικογενειακές σχέσεις - COVID-19


ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ*

Φαινόμενο «Κορωνοϊός», το πλέον επίκαιρο θέμα που απασχολεί τόσο ενήλικες όσο και μικρά παιδιά.  Εντούτοις, όλοι έχουμε διαβάσει, ενημερωθεί και παράλληλα βιώσει καθώς βιώνουμε σε καθημερινό βαθμό και ο κάθε ένας με το δικό του τρόπο, το ευρύ φάσμα των επιπτώσεων που έχει φέρει μαζί της η πανδημία αυτή. Σαφώς η ‘υπερεπιταχυνόμενη’ καθημερινότητα μας έχει αλλάξει, με τα σημερινά δεδομένα να μας  καλούν για να είμαστε λειτουργικοί και ψυχικά ανθεκτικοί ώστε να διαχειριστούμε προσωπικές και παράλληλα επαγγελματικές ανάγκες και υποχρεώσεις. Επομένως, είμαστε όλοι αντιμέτωποι με  μια «κρίση».  Συνήθως οι άνθρωποι εκπλήσσονται από το πόσο τους επηρεάζει μια κρίση ή ένα τραύμα. Πιθανό να μιλάμε για αλλαγές στον τρόπο σκέψης, στις αξίες, τις συνήθειες, τα συναισθήματα και την συμπεριφορά.  Σίγουρα όμως, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το γεγονός πως μια κρίση μπορεί να φέρει οφέλη στο οικογενειακό πλαίσιο όπως την ευκαιρία για εγγύτητα, αλληλοκατανόηση και εκτίμηση μεταξύ των μελών. Μερικές φορές όμως, αναμένεται να παρουσιαστούν δυσκολίες μεταξύ των ατόμων με αποτέλεσμα  να μην μπορούν να κατανοήσουν τις ατομικές αντιδράσεις που παρουσιάζονται.

Εντούτοις, μιλώντας για ένα απρόσμενο γεγονός όπως είναι η εμφάνιση του covid-19 που κατέκλυσε εδώ και περίπου ενάμιση μήνα τη χώρα μας, θα ήταν επόμενο να βιώσουμε  πολλοί από εμάς έντονο στρες, καθώς οι υποχρεώσεις μας, οι ρόλοι μας και οι εργασίες μας μέσα στο σπίτι έχουν λάβει μια ίσως πρωτόγνωρη διάσταση προς διαχείριση. Με βάση ωστόσο τον Αμερικανικό Σύνδεσμο Ψυχολόγων και όπως οι επαγγελματίες ειδικοί στο χώρο της ψυχικής υγείας γνωρίζουν, τα επίπεδα υψηλού στρες οδηγούν σε μια ποικιλία αντιδράσεων και συνεπειών. Μια οικογένεια η  οποία αντιμετωπίζει μια καινούρια  και πρωτόγνωρη κατάσταση, αναμένεται ενδεχομένως να δεχτεί και τις αντίστοιχες αντιδράσεις.  

Σήμερα λοιπόν,  γονείς και παιδιά έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με σοβαρές διαταραχές στη καθημερινότητα τους με το ξέσπασμα της νόσου του κορωνοϊού (COVID-19). Μια ‘απρόβλεπτη μεταβλητή’, θα λέγαμε πως έχει προσπαθήσει να αλλάξει τις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις. Συνεπώς οι σχέσεις και οι ρόλοι μέσα στην οικογένεια πιθανόν να έχουν αλλάξει ή ακόμα να έχουν φθαρεί, καθώς η ‘εργασιακή ρουτίνα’ για τους περισσότερους έχει εγκατασταθεί στο οικογενειακό πλαίσιο, προκαλώντας την οικογενειακή ισορροπία που προϋπήρχε. Με βάση αυτό, είναι φυσιολογικό και δελεαστικό για πολλούς έφηβους κυρίως  να ‘χάνονται’ πίσω από μια οθόνη είτε για σχολικές υποχρεώσεις ή ακόμα για κοινωνική δραστηριοποίηση και ψυχαγωγία.  Το γεγονός αυτό, ενδεχομένως να αποτελεί μια παραπάνω κρίση στην ισορροπία της οικογένειας. Τόσο οι γονείς όσο και οι έφηβοι ωστόσο καλούνται να το χειριστούν με συνεργασία και επικοινωνία, δομώντας μαζί  τον ‘ελεύθερο’ χρόνο του παιδιού και εξασφαλίζοντας μια σχέση ασφαλείας. Συνεπώς η αλλαγή στα πρότυπα ρουτίνας και στα κίνητρα που περιέβαλλαν τα μέλη,  μπορούν να συμβάλουν στην διαταραχή της λειτουργίας και ισορροπίας μέσα στην οικογένεια. Τα παιδιά ακόμα και οι έφηβοι μπορεί να είναι προσκολλημένοι προβαίνοντας σε διάφορες συμπεριφορές όπως ανυπακοής για να λάβουν προσοχή. Ως εκ τούτου, είναι πιο εύκολο να γίνουν απαιτητικοί αποδεικνύοντας την ανάγκη του να αποκτήσουν την  αίσθηση του ελέγχου στη ζωή τους. Από την άλλη  όμως υπάρχουν και τα ενήλικα μέλη στην οικογένεια τα οποία μπορεί να ανησυχούν υπερβολικά και στην προσπάθεια τους ώστε να μην κάνουν οτιδήποτε λανθασμένο, μπαίνουν στη διαδικασία να αναβάλουν πολλές φορές  τις δικές τους ανάγκες για υποστήριξη των υπολοίπων.

Ωστόσο σύμφωνα με την κλινικό ψυχολόγο και γνωστή συγγραφέα και αρθρογράφο των New York Times , Dr. Lisa Damour, η δομή στην καθημερινότητα της οικογένειας ίσως να είναι το κλειδί για μια ψυχικά ανθεκτική πραγματικότητα που καλούνται να βιώσουν τα μέλη μέσα στο σπίτι. Σαφώς δεν μπορούμε να αγνοήσουμε, πως η κάθε οικογένεια έχει τον δικό της ρυθμό και κουλτούρα και η πρόκληση αυτή τη στιγμή είναι να εφεύρει δομές αντίστοιχες των αναγκών της.

Στην προκείμενη φάση, είναι αρκετά σημαντικό να διατηρούνται οι οικογενειακοί ρόλοι σαφείς, μη επιτρέποντας στα παιδιά να αναλάβουν υπερβολική ευθύνη για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα μέλη χρειάζεται ωστόσο να είναι ενεργά ώστε να αντιμετωπίσουν προβλήματα, να ζητήσουν βοήθεια και αν χρειάζεται να ανατρέξουν σε πληροφορίες ώστε να μην αφήνουν μικρά προβλήματα να συσσωρεύονται, κατευνάζοντας ως εκ τούτου το άγχος που πιθανό να αισθάνονται. Ακόμη η διατήρηση των επαφών με ομάδες υποστήριξης, ή κάποια άλλη οικογένεια, φίλους, γείτονες και συνεργάτες ενδέχεται να βοηθά, συζητώντας την εμπειρία αυτή.

Μια συμπεριφορική προσέγγιση κάτω από καταστάσεις κρίσης για το σύστημα της  οικογένειας θα μπορούσε να στοχεύει στην ανάπτυξη μιας νέας διαδικασίας επίλυσης προβλημάτων, βοηθώντας τα μέλη ώστε να επιλύσουν με επιτυχία το πρόβλημα που προκαλείται. Η δημιουργία συνεργασίας μέσα από αμοιβαία ενίσχυση ωστόσο θα ήταν ο στόχος για την προαγωγή της ψυχικής υγείας στο οικογενειακό περιβάλλον. Επίσης, η δυνατότητα για συνεχή επικοινωνία και η έκφραση συναισθημάτων, φαίνεται να είναι μια πολύ καλή τακτική στην επίλυση προβλημάτων που ενδέχεται να επηρεάζουν τις οικογενειακές σχέσεις. Είναι απαραίτητο ωστόσο να υπάρχει υποστήριξη στην εφαρμογή νέων δεξιοτήτων αντιμετώπισης μιας σύγκρουσης για μια καλύτερη διαχείριση μελλοντικών γεγονότων που πιθανό να καθιστούν κρίσιμα για τις σχέσεις των ατόμων (Eisler, & Hersen, 1973).

Τέλος, τα παιδιά χρειάζεται να αναζητούν όρια και βασικούς κανόνες, ενώ η σκληρή, άκαμπτη ή αυταρχική μεταχείριση τους, δεν είναι η κατάλληλη άσκηση καθορισμού ορίων. Επομένως είναι σημαντικό οι γονείς να αναλάβουν ηγετικό ρόλο στο σπίτι καθώς δεν είναι για τους ίδιους τόσο απλό λόγω του βαρυφορτωμένου τους προγράμματος και των μεγάλων ευθυνών που έχουν να διαχειριστούν. Επιπρόσθετα, είναι σημαντική η διάκριση μεταξύ της φυσιολογικής συμπεριφοράς, της παιδικής ανευθυνότητας και της αδιαφορίας ώστε να δίνεται η κατάλληλη γονική διαχείριση. Η εσκεμμένη περιφρόνηση  ωστόσο ενδείκνυται να συμβαίνει όταν το παιδί  γνωρίζει και κατανοεί τις επιθυμίες των γονιών του και είναι σε θέση να συμμορφωθεί αλλά αρνείται να το πράξει. Μια τέτοια συμπεριφορική κατάσταση θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα στον γονέα ώστε να ενεργήσει με σαφήνεια και αποφασιστικότητα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να υποχωρήσει στην συγκεκριμένη συμπεριφορά του παιδιού. Επιπλέον, η αποδοχή στο γεγονός ότι η σύγκρουση γονέα-παιδιού είναι αναπόφευκτη αποτελεί σημαντική προϋπόθεση προς αναγνώριση ενώ είναι μια ακόμα φυσιολογική συμπεριφορά που καλείται να διαχειριστεί το κάθε μέλος μέσα στην οικογένεια.

Εντούτοις,  η αποτελεσματική και στοργική γονική μέριμνα  μπορεί να επιφέρει επίλυση των οικογενειακών συγκρούσεων, διατηρώντας την αξιοπρέπεια στη σχέση και την δυναμική των ρόλων. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως η αγάπη και η ανησυχία για τα συμφέροντα του παιδιού χρήζει ιδιαίτερης σημασίας όσο αφορά την ισορροπία και την οριοθέτηση μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο.

*Ειδικευόμενη Εκπαιδευτικός Ψυχολόγος

(υπό την εποπτεία της Δρος Νάσιας Τριγωνάκη-Παύλου, PhD)

Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, ΥΠΠΑΝ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1215