Εκφοβισμός στο σχολικό περιβάλλον


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΝΑΣΙΑΣ ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ*

Το φαινόμενο του εκφοβισμού, όπως κάθε φαινόμενο σχολικής βίας, αποτελεί ένα πολύπλοκο φαινόμενο εξουσίας και δύναμης που πηγάζει από την επιθυμία του δράστη να ασκήσει ή να ασκεί συνεχώς εξουσία κάνοντας κατάχρηση της δύναμής του. Μέσα σε αυτή την σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ θύματος και θύτη υπάρχει πάντοτε ανισότητα σε ό,τι αφορά στη δύναμη των εμπλεκομένων.

Η εκφοβιστική συμπεριφορά παρατηρείται όταν ένα άτομο γίνεται συχνά θύμα αρνητικών σχολίων ή συμπεριφορών από ένα ή περισσότερα άτομα και αδυνατεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του.  Συνήθως είναι επίμονη, δηλαδή επαναλαμβάνεται και μπορεί να διαρκέσει για εβδομάδες, μήνες ή και χρόνια.  Η εκφοβιστική συμπεριφορά μπορεί να είναι άμεση ή έμμεση.  Δεν περιλαμβάνει μόνο τη σωματική βία αλλά και άλλες μορφές όπως  τον λεκτικό και τον ψυχολογικό εκφοβισμό (διάδοση φημών, κοροϊδίες, βρισιές, συκοφαντίες), τον κοινωνικό αποκλεισμό (αποκλεισμός από την ομάδα συνομηλίκων ή από το παιχνίδι), τον σεξουαλικό εκφοβισμό (άσεμνες χειρονομίες ή σχόλια σεξουαλικού περιεχομένου) και τον ηλεκτρονικό εκφοβισμό που διαπράττεται μέσω της χρήσης της τεχνολογίας. 

Ο εκφοβισμός δεν είναι μόνο σχολικό φαινόμενο. Παρατηρείται και καταγράφεται στον εργασιακό χώρο (πχ αλαζονεία, υποτιμητικά σχόλια, αγένεια, εκβιασμός κλπ), στην πολιτική (πχ ρητορική μίσους, προσβολές, κοινωνική υπονόμευση κλπ), σε κοινωνικές εκδηλώσεις (πχ φωνές, κακεντρεχείς φήμες, κουτσομπολιά κλπ) καθώς επίσης και μέσα στην οικογένεια (πχ κριτική, απομόνωση, λεκτική βία, εκβιασμός, απειλές κλπ).

Όσον αφορά στο σχολικό πλαίσιο, τα παιδιά-δράστες ή θύτες, τα παιδιά δηλαδή που εμπλέκονται στη σχολική βία και παραβατικότητα, απολαμβάνουν την αίσθηση της δύναμης πάνω στα θύματά τους και έχουν γενικότερα μια θετική στάση προς τη βία και την χρήση αυτής.  Νωρίς στην παιδική τους ηλικία εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες να εξελιχθούν σε ενήλικες με προβλήματα συμπεριφοράς, κοινωνικοποίησης, προσαρμογής και ίσως τελικά να εξελίξουν εγκληματικές στάσεις ως ενήλικες.  Η πλειοψηφία των θυτών χρησιμοποιεί τον εκφοβισμό και τη βία ως «λύση» σε δικά τους προβλήματα ή ως μέσον κατάκτησης προσωπικών στόχων χωρίς τύψεις και ενοχές για την δραστηριότητά τους αυτήν.  Έρευνες επιδεικνύουν την συσχέτιση μεταξύ εκφοβισμού και συναισθημάτων ανεπάρκειας, κατωτερότητας και ανασφάλειας των θυτών.  Φυσικά, υπάρχει και σχέση μεταξύ προσωπικότητας του θύτη και του περιβάλλοντος – όσο πιο πρόσφορο είναι το περιβάλλον για την εκδήλωση εκφοβιστικών συμπεριφορών, τόσο πιο εύκολο είναι να βγουν στην επιφάνεια τα αρνητικά στοιχεία της προσωπικότητας του παιδιού-θύτη.

Το παιδί-θύμα είναι συνήθως πιο ευάλωτο από τα υπόλοιπα παιδιά, έχει αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσει κατάθλιψη, άγχος, σχολική άρνηση.  Έχει χαμηλή αυτο-εκτίμηση, ανασφάλεια, εκδηλώνει φοβίες, είναι ντροπαλό, εσωστρεφές, εκδηλώνει ψυχοσωματικά προβλήματα (πονόκοιλο, πονοκέφαλο, ακμή), μαθησιακές δυσκολίες ή και κοινωνική απομόνωση.  Το παιδί-θύμα διαφέρει από τα άλλα παιδιά όχι μόνο σε ότι αφορά στην προσωπικότητα αλλά μπορεί να στοχοποιηθεί λόγω χρώματος, θρησκείας, σωματικής αναπηρίας, αισθητηριακών δυσκολιών (όραση ή ακοή), γλώσσας ή σεξουαλικής ταυτότητας.  Υπάρχουν παιδιά-θύματα που είναι φτωχά και η εξωτερική τους εμφάνιση τους κάνει εύκολο στόχο για κοροϊδία και χλευασμό.  Υπάρχουν παιδιά-θύματα που δεν τα καταφέρνουν σε αθλήματα και δεν τους αρέσει πχ το ποδόσφαιρο – εύκολα μπορεί ένα αγόρι να γίνει στόχος βίας ή εκφοβισμού εάν πχ προτιμά να ζωγραφίζει και δεν παίζει μπάσκετ.  Πολλές φορές, το παιδί-θύμα μπορεί να έχει στο προφίλ του πολλά από τα πιο πάνω στοιχεία οπότε οι πιθανότητες στοχοποίησης αυξάνονται.

Έχουν γίνει πολλές μελέτες και το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού έχει ερευνηθεί και συνεχίζει να προκαλεί ερευνητικό ενδιαφέρον χωρίς να υπάρχει μια απάντηση στο τι φταίει.  Κάποιες έρευνες επικεντρώνονται στο μέγεθος των σχολείων και στην ανωνυμία των μαθητών, στο αίσθημα ανασφάλειας που αυτό προκαλεί.  Άλλες μελέτες δίνουν έμφαση στον φόρτο εργασίας των εκπαιδευτικών, στην έμφαση στην κάλυψη της ύλης, στον βασικό εκπαιδευτικό στόχο των βαθμών και των ακαδημαϊκών επιδόσεων.  Επίσης, κάποιες έρευνες αναφέρονται στο αίσθημα ανίας και παθητικότητας των μαθητών, στην απουσία δημιουργικών μαθητών και στην μη-εμπλοκή των μαθητών σε ενδιαφέρουσες δραστηριότητες μέσα στο σχολείο.  Υπάρχουν και αρκετές μελέτες που επικεντρώνονται στους τρόπους διαχείρισης περιστατικών εκφοβισμού στο σχολείο από τους εκπαιδευτικούς κάνοντας λόγο για αυταρχικούς ή/και επιτρεπτικούς διδάσκοντες όπου η έλλειψη σεβασμού και τα μη-ξεκάθαρα όρια στην τάξη, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για τέτοιου είδους φαινόμενα στο σχολικό πλαίσιο.  Τέλος, κάποιες μελέτες δίνουν έμφαση στο γονεϊκό στυλ και στον τρόπο διαπαιδαγώγησης στο σπίτι, ενθαρρύνοντας σαρκαστικές, ναρκισσιστικές ή/και αδιάφορες στάσεις των παιδιών απέναντι στους συμμαθητές και στους δασκάλους τους. 

Σε πολλά σχολεία παγκοσμίως χρησιμοποιούνται μη-τιμωρητικές μέθοδοι διαχείρισης περιστατικών εκφοβισμού και έχει διαφανεί μείωση τέτοιων περιστατικών.  Για παράδειγμα, η μέθοδος No-Blame ή η μέθοδος Social Group Method, η μέθοδος Shared Concern και η μέθοδος Restorative Justice στόχο έχουν να μειωθούν τα επεισόδια εκφοβισμού χωρίς να απευθύνουν κατηγορίες στους θύτες, χωρίς να τους ανακρίνουν και χωρίς την απειλή της τιμωρίας.  Τα πιο επιτυχημένα προληπτικά προγράμματα (πχ το Conflict Resolution) στόχο έχουν να αυξήσουν την ενσυναίσθηση, να εμπλέξουν όλο το σχολείο, να συνεργαστούν με τους γονείς, να μοιραστεί η ευθύνη, να αναζητηθούν λύσεις και να επανορθωθούν οι σχέσεις μέσα στο σχολείο.

*Εκπαιδευτική Ψυχολόγος

Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











1069