Παρουσιάζεται στις 8 Ιουνίου, 2016, στην Πανεπιστημιούπολη, (Πανεπιστήμιο Κύπρου, Αίθουσα Β108, Κτήριο Συμβουλίου Συγκλήτου «Αναστάσιος Γ. Λεβέντης»), στις 7.30 μ.μ. το βιβλίο της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας Λογιστικής, ΤΕΠΑΚ, Μαρίας Κραμβιά-Καπαρδή, με τίτλο «Εταιρικές Απάτες και Διαφθορά: Μια Ολιστική Πρόληψη Οικονομικών Κρίσεων (Palgrave Macmillan)».
Το βιβλίο θα το παρουσιάσει ο Δρ Οδυσσέας Μιχαηλίδης, Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας. Στην βιβλιοπαρουσίαση θα απευθύνουν χαιρετισμό ο κ. Κώστας Κληρίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, o Καθηγητής Ανδρέας Αναγιωτός, Πρύτανης του ΤΕΠΑΚκαι ο Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Κύπρου, Καθηγητής Αθανάσιος Γαγάτσης. Θα μιλήσει επίσης ο Καθηγητής Χαρίδημος Τσούκας από το Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να αποταθείτε στο 22025772, info@transparencycyprus.org.
Λίγα λόγια για το βιβλίο.
Η Δρ Μαρία Κραμβιά-Καπαρδή εντάσσει την απάτη και τη διαφθορά στα οικονομικά εγκλήματα και συγκεκριμένα στα εγκλήματα λευκού κολάρου. Η συγγραφέας χρησιμοποιεί τον όρο οικονομικό έγκλημα καλύπτοντας «παράνομες πράξεις που διαπράχθηκαν από ένα άτομο ή ομάδα ατόμων για να κερδίσουν οικονομικό ή επαγγελματικό όφελος». Το βασικό επιχείρημα της στο βιβλίο αυτό είναι ότι η απάτη και η διαφθορά μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην κατάρρευση των εταιρειών και στην οικονομική κρίση. Πιστεύοντας ακράδαντα ότιτόσο οι εταιρικές απάτες όσο και η διαφθορά μπορούν να μειωθούν σημαντικά επενδύοντας στη πρόληψη, η συγγραφέας προτείνει ένα ολιστικό μοντέλο που λαμβάνει υπόψη το άτομο, τον οργανισμό και την κοινωνία. Γιατί, όμως,η απάτη και η διαφθορά εμφανίζονται ως πολύπλοκα φαινόμενα;
Μια εξήγηση είναι επειδή δεν μπορούμε να εντοπίσουμε τις πολλαπλές αιτίες τους. Σύμφωνα με την Κραμβιά-Καπαρδή, μπορούμε να κάνουμε μόνο συσχετισμούς, αλλά δεν μπορούμε να δούμε τις αιτιώδεις σχέσεις. Αν δεν μπορούμε να απομονώσουμε τις αιτίες του κακού φαινομένου, τότε δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό. Η συγγραφέας δεν αναπτύσσει ένα ουτοπικό πρότυπο αναφοράς αλλά οι απόψεις που παραθέτει είναι αρκετά ρεαλιστικές όταν αναφέρεται σε αποτελεσματικές στρατηγικές κατά της απάτης και της διαφθοράς. Ισχυρίζεται ότι «θα ήταν αφελές να πιστεύουμε ότι μπορούμε να εξαλείψουμε την απάτη, τη διαφθορά, ή και τα δύο». Ωστόσο, υποστηρίζει πως «μείωση της διαφθοράς και της απάτης από και ενάντια σε εταιρείες συμβάλλει στη μείωση του κινδύνου της κατάρρευσης των εταιρειών και, κατά συνέπεια, μειώνει και τον κίνδυνο μιας οικονομικής κρίσης».
Η Κραμβιά-Καπαρδήτονίζει ιδιαίτερα τη σημασία της εκλογίκευσης, αφού αυτή επιτρέπει στους δράστες λευκού κολάρου να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως ηθικά υπεύθυνα άτομα που εξαναγκάζονται από τις συνθήκες να ενεργήσουν ανήθικα. Οι δράστες λευκού κολάρου δεν αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ως δράστες και μερικές φορές χρησιμοποιούν τεχνικές εξουδετέρωσης για να δικαιολογήσουν τις πράξεις και τις αποφάσεις τους. Οι τεχνικές αυτέςκάνουν τους δράστες να αισθάνονται άνετα με τις ενέργειες τους.
Σε γενικές γραμμές, οι δράστες χρησιμοποιούν αρκετές εξηγήσεις για να δικαιολογήσουν, από ηθικής άποψης τις πράξεις τους και έτσι να απαλλαγούν από το αίσθημα της ενοχής και της ντροπής. Η τάση ενός ατόμου να χρησιμοποιεί τέτοιες τεχνικές έχει κάποια σχέση με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του και κυρίως με χαρακτηριστικά της κουλτούρας του.
Σημειώνεται ότι η Δρ Κραμβιά-Καπαρδή δεν αναφέρει την ηθική ως πανάκεια. Η ηθική δεν θα εξαλείψει κάθε είδους ανήθικη συμπεριφορά. Πιστεύει ότι πάντα θα υπάρχουν απατεώνες, είτε γνωρίζουν τον ανήθικο χαρακτήρα των ενεργειών τους, είτε όχι. Θα μπορούσε όμως να ενισχυθεί η ηθική των ανθρώπων και έτσι να είναι σε θέση να γνωρίζουν τις ηθικές διαστάσεις τους. Ωστόσο, τα «εγκληματικά μυαλά» δεν είναι εύκολο να ταρακουνηθούν και να αλλάξουν.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στην Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ), η οποία πρέπει να προσαρμόζεται στις πολιτισμικές προσδοκίες καθώς στο «τί αναμένεται από μια εταιρεία διαφέρει από χώρα σε χώρα». Κατά συνέπεια, μια εταιρεία πρέπει να προσαρμόζει την πολιτική της ΕΚΕ στις κοινωνικές ανάγκες, το πολιτικό πλαίσιο, και τα έθιμα που επικρατούν σε μια δεδομένη χώρα. Είναι όμως η ΕΚΕ ενίσχυση του ηθικού σχετικισμού; Αν οι πολιτιστικές προσδοκίες διαφέρουν από τον ένα πολιτισμό στον άλλο, τότε δεν μπορεί να υπάρξει κανένα ηθικό πρότυπο το οποίο να μπορεί να αποτελέσει παγκόσμιο κανόνα. Αν η ΕΚΕ συνδέεται αυστηρά με μια δεδομένη ηθική θεωρία, τότε η έννοια και το πεδίο εφαρμογής της θα πρέπει να καθορίζονται από τις βασικές αρχές της ηθικής θεωρίας, όπως είναι ο ωφελιμισμός, ο φιλοσοφικός εγωισμός, ο καντιανισμός και η θεωρία της δικαιοσύνης. Οι αρχές μιας δεδομένης ηθικής θεωρίας θα εξασφαλίσουν την ηθική συνοχή μεταξύ του εταιρικού διαλόγου και των εταιρικών αποφάσεων. Αν η ΕΚΕ είναι αποσυνδεδεμένη από τις ηθικές θεωρίες, τότε μπορεί να διαφέρει από τον ένα πολιτισμό στον άλλο: οι άνθρωποι δεν θα έχουν καμία δυνατότητα να επικρίνουν τις πολιτικές της ΕΚΕ, δεδομένου ότι ποτέ δεν θα υπάρξει ηθική συνοχή μεταξύ των εταιρειών. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσενα ειπωθεί ότι θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στη συνείδησητων ανθρώπων, την ηθική τους και τη λήψη αποφάσεων. Σε αυτά είναι απαραίτητο να εκπαιδεύονται οι μελλοντικοί ηγέτες των επιχειρήσεων ώστε να έχουν κατά νου την ανάγκη για ηθική συλλογιστική, καθώς και τις βασικές αρχές όπως η ακεραιότητα και ο σεβασμός των δικαιωμάτων των άλλων.
Η Δρ Κραμβιά-Καπαρδή παρουσιάζει στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου της το Ολιστικό Μοντέλο Παρεμπόδισης Διαφθοράς και Εταιρικής Απάτης (HolisticModelofCorruptionandCorporateFraudPrevention-CCFPModel). Η συγγραφέας θεωρεί δεδομένο ότι ο κίνδυνος για απάτη δημιουργείται λόγω της προσωπικότητας του ατόμου όπως επίσης και λόγω των περιβαλλοντικών μεταβλητών. Το μοντέλο που προτείνει μπορεί να εντοπίσει αποτελεσματικά τα ηθικά ζητήματα και να λάβει υπόψη μεταβλητές της προσωπικότητας του και του περιβάλλοντος του. Το μοντέλο είναι σχεδιασμένο ώστε να προλαμβάνει ταυτόχρονα την απάτη και τη διαφθορά σε διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης.
Το μοντέλο που προτείνει η Κραμβια-Καπαρδή, περιλαμβάνει τρεις αλληλοσυνδεόμενους πυλώνες: το άτομο, τον οργανισμό και την κοινωνία.
Η συγγραφέας υποστηρίζει, όμως, ότι το μοντέλο θα μπορούσε να αποτελέσει ουτοπία αν δεν υπάρχει πολιτική βούληση. Με άλλα λόγια, για να εφαρμοστεί το μοντέλο χρειάζεται μια εθνική στρατηγική και μακροπρόθεσμη δέσμευση των κυβερνήσεων. Τομοντέλοαποτελείμιαολιστικήπροσέγγιση που δίνει έμφαση σε στρατηγικές πρόληψης της διαφθοράς και της απάτης και είναι μια σημαντική ακαδημαϊκή συμβολή στον τομέα του οικονομικού εγκλήματος. Τέλος, σημειώνεται ότι πολύ συχνά οι στρατηγικές πρόληψης θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται στο περιεχόμενο των συναφών νομοθεσιών και κανονισμών.