ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΑΝΤΩΝΕΛΛΟΥ*
Εδώ και χρόνια όλοι βιώνουμε αρκετές από τις συνέπειες του ανοίγματος κάθε συνόρου ανάμεσα στους λαούς, νιώσαμε για τα καλά πως ο καθένας μας είναι πολίτης του κόσμου, μάθαμε να ανακαλύπτουμε τον άνθρωπο «εκεί που είναι ο πόνος και τα δάκρυα» και να σφίγγουμε το χέρι σε κάθε δεινό του παγκόσμιου βίου. Έτσι τα εθνικά κράτη έχουν υποχωρήσει, η τεχνολογική επανάσταση καλά κρατεί, ο πολιτισμικός πλουραλισμός, το ελεύθερο εμπόριο και η αγωνία του να κατανοήσουμε διάφορα αξιακά συστήματα ιδεών και τρόπων σκέψης, δημιούργησαν άλλα προβλήματα όχι μόνο εδώ αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Κρίση στην οικονομία, κρίση στην παιδεία, την υγεία αλλά και σε άλλους ζωτικούς τομείς της καθημερινότητας σε πολλές χώρες, όπως στη δική μας.
Σε καιρούς «κρίσης», όπως η σημερινή, προσπαθούμε όλοι να εννοήσουμε τα χαρακτηριστικά αυτής της κρίσης: να μελετήσουμε την υπόσταση, τα γνωρίσματα μα και τη δυναμική που την διέπει. Στην κρίση που αντιμετωπίζουμε έρχεται να ενταχθεί και η εκπαιδευτική κρίση. Όντας ενεργό στέλεχος της εκπαίδευσης, ομολογώ ότι βασανίστηκα αρκετά για να καταλάβω αν πράγματι υπάρχει εκπαιδευτική κρίση ή αν προσχεδιασμένα επιχειρήθηκε μια μεταμφίεση της ευρύτερης κρίσης σε εκπαιδευτική κι αν αυτή η κατάσταση των τελευταίων μηνών αποτελεί ή όχι τις ωδίνες ενός μεταρρυθμιστικού τοκετού, μιας κύησης με αρκετά επικίνδυνα παθογενή αίτια και στοιχεία.
Απομακρύνομαι εντελώς από μια τέτοια υποψία, φημολογία ή όπως θέλετε ονομάστε το και θα προτιμήσω να δω τι τελικά φταίει και το σχολειό μας, που θέλοντας και μη κρατάει σφιχτά τα καλύτερά μας χρόνια, αυτά της αθωότητας, φαίνεται να εμφανίζει συμπτώματα που χρήζουν άμεσης παρέμβασης ουσιαστικής κι όχι θεωρητικές μεταρρυθμίσεις «επ’ αγαθώ της κοινωνίας» βασισμένες στα όσα συμβαίνουν στις χώρες που προσπαθούμε να φτάσουμε, ξεχνώντας τη νοοτροπία, την κουλτούρα, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μας, έτσι όπως αυτά πλάθονται εδώ και χρόνια στην άκρη της Μεσογείου με το συγκεκριμένο κλίμα και την πολύ συγκεκριμένη πορεία μέσα στο χρόνο.
Οι συχνές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων χρόνων με έπεισαν σε ικανοποιητικό βαθμό ότι συνοδεύονται από αγαθές προθέσεις κυβερνήσεων και των υπουργών τους να βελτιστοποιήσουν και να εκσυγχρονίσουν το χώρο της εκπαίδευσης κι αυτό γιατί απαιτείται να συμπορευόμαστε με τα όσα συμβαίνουν στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο εκπαιδευτικό χάρτη. Κάθε κυβέρνηση αφιερώνει και πολύ χρόνο και πολύ κόπο για να σχεδιαστούν οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις και σ’ αυτές συμμετέχουν… αυτοί που συμμετέχουν κάθε φορά. Κι ενώ όλα σχεδιάζονται και με τη συμμετοχή εκπαιδευτικών που είναι μάχιμοι, άρα ικανοί να διασυνδέουν το θεωρητικό με το πρακτικό μέρος της κάθε μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, πάντοτε βρισκόμαστε προ εκπλήξεων: Όσα σχεδιάζονται τη μια χρονιά την επόμενη αντικαθίστανται με άλλα κι ένας φαύλος κύκλος δημιουργείται, παρουσιάζεται κόπωση εκ μέρους των εκπαιδευτικών οι οποίοι, πολλές φορές, εξακολουθούν να διδάσκουν με τις παραδοσιακές μεθόδους που έμαθαν εδώ και χρόνια.
Τι επιδιώκεται μέσω των αλλαγών τελικά; Πώς μπορούν όλα αυτά τα θεωρητικά προτεινόμενα να έχουν εφαρμογή αλλά και τα θεμιτά αποτελέσματα, όταν υπάρχουν πολλά προβλήματα, κάθε είδους σε πολλές από τις σχολικές μονάδες; Οι οδηγίες είναι σαφώς δομημένες κάτω από ένα πλήθος βελτιωτικών μεθόδων ως προς την προσέγγιση της διδακτικής, ως προς την εμπέδωση της διδακτέας ύλης αλλά και ως προς την αξιολόγησή της. Έρχεται κάθε φορά όμως το τέλος της σχολικής χρονιάς για να φέρει την ίδια «παραδοσιακή» απογοήτευση! Αποτυχία στις εξετάσεις, χαμηλοί μέσοι όροι και προβληματισμοί για τι φταίει! Ενοχοποιούμαστε όλοι με τη σειρά μας, απορούμε, λυπόμαστε κι επανασχεδιάζουμε με βάση όσα αντιλαμβανόμαστε ότι δεν βοήθησαν ουσιαστικά για την επιτυχία της όποιας μεταρρύθμισης. Η κρίση, λοιπόν, στο εκπαιδευτικό τοπίο εντείνεται, συμπορεύεται σε ποσοστά ίδια με αυτά της … οικολογικής κρίσης. Οι πάντες ανησυχούν και αισθάνονται ότι μια τέτοια κρίση έχει πολυμέτωπη λερναία ύδρα να αντιμετωπίσει, αφού κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και ανάγκες. Από την άλλη οι οικογένειες καταφεύγουν στα φροντιστήρια και τις σπουδές στο εξωτερικό ή στην εγχώρια ιδιωτική εκπαίδευση μέση ή ανώτατη.
Κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια ποτέ δεν κρατάει τα θετικά που επέφερε η προηγούμενη, γκρεμίζει όσα «χτίστηκαν», έστω και τα λίγα και προχωρεί σε μια ριζική εκθεμελίωση ενός οικοδομήματος που δεν είναι τυχερό να ολοκληρωθεί και ν’ αποκτήσει τη «στέγη» του, ώστε να αντέξει στα δύσκολα καιρικά φαινόμενα που θα φέρουν οι εποχές και να συντηρείται, να επεκτείνεται και να εκσυγχρονίζεται κρατώντας πάντα το χαρακτήρα και την ομορφιά του.
Οι εκπαιδευτικοί του τόπου αντιδρούν, ιδιαίτερα φέτος με αιτήματα εκ των οποίων κάποια είναι άξια προβληματισμού και αναντίλεκτα πρέπει να ληφθούν υπόψιν. Η κοινωνία ολόκληρη στέκεται καχύποπτα μπροστά στις όποιες κινητοποιήσεις τους μιας και μεγάλη μερίδα του κόσμου παρασύρεται από φτηνά συνθήματα, όπως: «κάθονται τρεις μήνες», πληρώνονται αδρά», «δουλεύουν ελάχιστα». Λίγοι όμως μπορούν να μιλήσουν με παρρησία και με ειλικρίνεια τον κόπο, την ψυχική φθορά και τη συνεχή εγρήγορση που έχει ο σωστός εκπαιδευτικός όχι μόνο για να προλάβει να διδάξει την ύλη του, αλλά και να αντιμετωπίσει τη σωρεία προβλημάτων που έχουν τα παιδιά σήμερα και θεωρούν ότι το σχολείο είναι το μόνο μέρος στο οποίο μπορούν να τα εκφράσουν και πλειστάκις με συμπεριφορές άκρως επικίνδυνες.
Το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού είναι ένα πολύ ευάλωτο Υπουργείο. Από τη στιγμή που κάθε απόφασή του επηρεάζει άμεσα τις ζωές όχι μόνο των μαθητών, των οικογενειών αλλά και των εκπαιδευτικών, χρειάζεται να είναι πάντα έτοιμο να δεχτεί τα παλιρροιακά κύματα που θα το χτυπήσουν. Ο τωρινός Υπουργός της Παιδείας και Πολιτισμού, εκτός από τις γνώσεις του και τις καλές του προθέσεις, είναι και άτυχος σε μεγάλο βαθμό. Καλείται να αντιμετωπίσει όσα προϋπήρχαν, να υλοποιήσει αποφάσεις ήδη ειλημμένες, μα με τη γνώση που έχει ο ίδιος για θέματα Παιδείας, λόγω της πολυετούς εμπλοκής του στα εκπαιδευτικά πράγματα. Δεν ξέρω αν είχε , αν έχει την τύχη να έχει ικανούς συμβούλους δίπλα του. Άλλωστε, στον τόπο αυτό οι διάφοροι συμβουλάτορες καταφθάνουν… εν μια νυκτί, απροειδοποιητί και ενδεδυμένοι τον μανδύα της απόλυτης γνώσης για τα πάντα. Επικίνδυνες καταστάσεις δηλαδή, μα αυτός ο τόπος μας έχει μάθει πως όσο κι να προσπαθήσει κανείς να αλλάξει πράγματα , στο τέλος ΔΥΣΚΟΛΑ θα τα καταφέρει αφού η πολυσήμαντη αξιοκρατία έχει … μετοικήσει εδώ και πολλά χρόνια για … αλλού.
Σχολείο, σημαίνει χαρά, σημαίνει κτήριο που να μεταδίδει αυτή τη χαρά κι όχι σπίτι που βανδαλίζεται από τους «κατοίκους» του με μίσος γιατί απλώς δεν έχουν πάρει από το οικογενειακό τους περιβάλλον όλα εκείνα τα στοιχεία που θα βοηθήσουν να συνειδητοποιεί ο καθένας τι σημαίνει «αγαπώ να μαθαίνω», «οραματίζομαι», «διεκδικώ τη ζωή μου», «σέβομαι όποιον μου φωτίζει το μυαλό και την καρδιά μου».
Θα ήθελα να τιτλοφορούσα αυτό το συγκεκριμένο άρθρο «Παιδεία … ώρα μηδέν». Δεν είμαι από τους απαισιόδοξους και θεωρώ ότι πήραμε ΟΛΟΙ το «μάθημά» μας από όσα συμβαίνουν. Ας κρατήσουμε, εκτός των άλλων, αυτό: Το δημόσιο σχολείο έχει απόλυτο χρέος να συνεχίσει να εργάζεται σε ένα κλίμα όπου η μάθηση και η γνώση δεν θα αντιμετωπίζονται χρησιμοθηρικά, όπου ο σεβασμός προς τους λειτουργούς του θα είναι μέγας, όπου οι αλλαγές που επιχειρούνται θα αξιολογούνται με επαγγελματισμό, ώστε οι νέοι δρόμοι που θα χαράζονται να είναι ακόμη πιο ασφαλείς ακόμη και στις πιο δύσκολες στροφές τους. Να αισθανθούν οι Δάσκαλοι την αναγνώριση και το σεβασμό μας, μόνο ως ηθικό κίνητρο για να τους δίνει δύναμη να βοηθούν τα παιδιά του κόσμου στο πέταγμά τους...
*ΕΜΕ Φιλολογικών-Θεατρολογίας