Το δικαίωμα συλλογικής δράσης κατοχυρώνεται από το Ευρωπαϊκό δίκαιο


 Απαράδεκτες οι απειλές ενάντια στους εκπαιδευτικούς για πειθαρχικά μέτρα 

 

ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΝΙΚΟΥ ΤΡΙΜΙΚΛΙΝΙΩΤΗ*

Ως γνωστό, οι οργανώσεις των καθηγητών κάλεσαν τα μέλη τους σε δράσεις που προνοούν μερική αποχή στην εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων. Η ανακοίνωση της ΠΟΕΔ αναφέρει: «Οι συνάδελφοι περιορίζονται στη δουλειά τους και εκτελούν εκείνα, μόνο, τα καθήκοντα που απορρέουν από τα Σχέδια Υπηρεσίας της θέσης τους ή από τους ισχύοντες Κανονισμούς Λειτουργίας Σχολείων».

Παρουσιάστηκε ωστόσο κάπως παραπλανητικά στο Παιδείαnews[1] μια παλιά επιστολή ημερομηνίας 2/11/2011 από το υπουργείο που επικαλείται γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα (αρ. 46(Α)/1967/45, 11710/2011) που απειλεί με πειθαρχικά μέτρα με το δικαιολογητικό ότι δήθεν «το Υπουργείο έχει υποχρέωση να ενεργεί με βάση τη νομιμότητα και να την επιβάλλει εκεί όπου παραβιάζεται». Επιστρατεύεται δε μια περίεργη σοφιστεία που παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα, ότι δήθεν το Υπουργείο «σέβεται απόλυτα το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της απεργίας», ενώ παράλληλα ισχυρίζεται ότι οποιοδήποτε άλλο ηπιότερο μέτρο αποχής από την εργασία από το ύστατο μέτρο της απεργίας δεν έχει νομική και συνταγματική κάλυψη!

Αυτό το σκεπτικό δεν μπορεί να σταθεί με καμιά λογική. Αν εξετάσει κανείς τι λένε τα βασικά των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του εργατικού δικαίου, κατανοεί πόσο άστοχος και  παραπλανητικός είναι αυτός ο ισχυρισμός. Εκτός κι αν θέλουν απλώς να εκφοβίσουν.

Πρώτο, το Κυπριακό σύνταγμα ξεκάθαρα προστατεύει το δικαίωμα στην απεργία (άρθρο 27) που δεν είναι τίποτε άλλο από την άρνηση των εργαζομένων να παράσχουν τη συμβατικά οφειλόμενη εργασία στη βάση ενός συλλογικού αιτήματος και σκοπού. Το δικαίωμα στην απεργία είναι μέσο συμμετοχής σε μια συλλογική διαδικασία λήψης μέτρων για προώθηση δικαιωμάτων και συμφερόντων των εργαζομένων το οποίο δεν είναι παρά μια μορφή δράσης, ανάμεσα σε σωρεία άλλων μέτρων στα πλαίσια της συνδικαλιστικής έκφρασης και δράσης. Επομένως, ενώ αποτελεί αυτοτελές θεμελιώδες δικαίωμα που κατοχυρώνεται πέραν από το σύνταγμα και από σωρεία άλλων συμβάσεων και νόμων ανώτερων και από σύνταγμα, αποτελεί συνάμα αναπόσπαστο τμήμα ευρύτερων δικαιωμάτων όπως το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης (άρθρο 19 του συντάγματος και άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου - ΕΣΔΑ)  και του δικαιώματος του συνέρχεσθε ειρηνικώς  (άρθρο 21 του συντάγματος και άρθρο 11 της ΕΣΔΑ). Εξάλλου, κατοχυρώνεται από ρητή αναφορά του Χάρτη για Θεμελιώδη Δικαιώματα (ΧΘΔ), ο οποίος είναι ανώτερος από  το Κυπριακό Σύνταγμα, εφόσον το Ευρωπαϊκό δίκαιο υπερτερεί έναντι του Κυπριακού νόμου στην εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου. Συγκεκριμένα, το Άρθρο 28 του ΧΤΔ  που αναφέρεται στο δικαίωμα διαπραγμάτευσης και συλλογικών δράσεων, κατοχυρώνει τα εξής: «Οι εργαζόμενοι και οι εργοδότες, ή οι αντίστοιχες οργανώσεις τους, έχουν, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές, δικαίωμα να διαπραγματεύονται και να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις στα ενδεδειγμένα επίπεδα καθώς και να προσφεύγουν, σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων, σε συλλογικές δράσεις για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, συμπεριλαμβανομένης της απεργίας.»

Δεύτερο, ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός No. 2679/98 (the Monti Regulation) κατοχυρώνει ως προστατευμένο θεμελιώδες δικαίωμα στο εθνικό δίκαιο το δικαίωμα των εργαζομένων να αναλαμβάνουν συλλογική δράση συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της απεργίας. Αυτό ερμηνεύεται στο πλαίσιο των σημαντικών αυθεντιών και συμβάσεων όπως η Σύμβαση 97 and 98 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας και των αποφάσεων του EΔΑΔ όπως Denir  andEnergjiYap-Yol, όπως και του ΔΕΚ στις Viking και Laval. Στο ευρωπαϊκό δίκαιο λοιπόν, το δικαίωμα συλλογικής δράσης  αποτελεί επακόλουθο του δικαιώματος συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Τρίτο, όλες οι αυθεντίες ξεκαθαρίζουν ότι το δικαίωμα των εργαζομένων να λαμβάνουν μέτρα που περιλαμβάνουν δράσεις μέχρι ολική αποχή από την εργασία είναι στο πυρήνα των δικαιώματος στη συλλογική διαπραγμάτευση ανάμεσα σε δύο άνισα μέρη, τον εργοδότη (δημόσιο πρόσωπο ή ιδιώτη) και τον εργαζόμενος (στο ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα) με ύστατο μέτρο την απεργία.  Η Διεθνής Επιτροπή εργασίας έχει ξεκαθαρίσει «η απεργία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μεμονωμένα από τις εργασιακές σχέσεις στο σύνολό τους (σελ.61, International Labour Office. Freedom of Association and Collective Bargaining, Committee of Experts on the Application of Conventions and Recommendations, International Labour Office). Το δικαίωμα στην συλλογική δράση, μέχρι του ύστατου δικαιώματος απεργίας αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο των θεμελιωδών δικαιωμάτων μιας ελεύθερης κοινωνία (Βλ. τα συγράμματα του Καθηγητή Bernd Waas του Πανεπιστημίου Goethe University Frankfurt και επικεφαλής του δικτύου εμπειρογνωμόνων για το εργατικό δίκαιο   (The Right to Strike: A Comparative Overview, Studies in Employment and Social Policy Series και  ‘Strike as a Fundamental Right of the Workers and its Risks of Conflicting with other Fundamental Rights of the Citizens’ – XX World Congress, Santiago de Chile, September 2012, General Report III http://islssl.org/wp-content/uploads/2013/01/Strike-Waas.pdf )

Είναι λοιπόν προφανές ότι το υπουργείο δεν έχει δικαίωμα να απειλεί: Το Διεθνές, το Ευρωπαϊκό και Κυπριακό δίκαιο κατοχυρώνουν το δικαίωμα μερικής ή ολικής αποχής από την εργασία ως συλλογικές δράσεις. Εφόσον τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών έχουν νόμιμα αποφασίσει δράσεις, τότε όλοι οι εργαζόμενοι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν σε αυτές τις δράσεις προστατεύονται ασκώντας τα θεμελιώδη τους δικαιώματα. Αποτελεί σοβαρή εκτροπή και παραβίαση  θεμελιωδών δικαιωμάτων και της δημοκρατίας να απειλούνται με πειθαρχικά μέτρα οι εκπαιδευτικοί.

*Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας  & Εμπειρογνώμονας για το Ευρωπαϊκό δίκτυο για  Εργατικό Δίκαιο




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











207