ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*
Tα εγχειρίδια της Συγκριτικής Παιδαγωγικής και της Εκπαιδευτικής Πολιτικής αφιερώνουν κατά κανόνα εκτενή κεφάλαια στους μεγάλους κινδύνους που συνοδεύουν την εφαρμογή στην πράξη μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Ένας τέτοιος μεγάλος κίνδυνος, για παράδειγμα, έγκειται στο γεγονός ότι με την έναρξη της εφαρμογής απελευθερώνονται ανεξέλεγκτες κοινωνικές δυνάμεις που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την πορεία της μεταρρύθμισης ή να την οδηγήσουν προς εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από τον τεθέντα στόχο, χωρίς αυτές να μπορούν να επισημανθούν έγκαιρα, ούτε να αναστραφούν, έστω και αν σε κάποια στιγμή επισημανθούν, αφού κάτι τέτοιο θα συνεπάγεται μεγάλη κοινωνική και ανθρώπινη αναστάτωση, ταλαιπωρία, πόνο, και οικονομική ζημιά. Ούτε και προστατεύει την κοινωνία η δέσμευση των υπεύθυνων ότι η εφαρμογή θα είναι πιλοτική και ότι σε κάποιο στάδιο θα γίνει επιστημονική αξιολόγηση της πορείας της μεταρρύθμισης και σε περίπτωση αποτυχίας θα ανασταλεί η εφαρμογή της. Δυστυχώς η επιστημονική έρευνα δεν μπορεί να αποδείξει εύκολα αυτές τις αρνητικές συνέπειες, επειδή το πρόβλημα είναι πολύ περίπλοκο και σύνθετο ούτε η αναστολή της είναι εύκολο εγχείρημα..
Για να καταστήσω πιο συγκεκριμένα αυτά που υποστήριξα πιο πάνω, θα σταθώ στην περίπτωση της εικοσαετούς περιπέτειας του Ενιαίου Λυκείου στην Κύπρο. Ειδικά το παράδειγμα αυτό μπορεί να δείξει τα εξής:
1.Λανθασμένες παραδοχές,
Η μεταρρύθμιση στηρίχτηκε σε λανθασμένες παραδοχές. Συγκεκριμένα, η πρώτη φάση του Ενιαίου Λυκείου που προνοούσε την ενοποίηση γενικής και τεχνικής--επαγγελματικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης(1995-1998), στηρίχτηκε στη λανθασμένη παραδοχή ότι οι μαθητές της τεχνικής εκπαίδευσης (και οι γονείς τους) θα χαιρέτιζαν με ενθουσιασμό την ευκαιρία να ενταχθούν σε σχολείο που θα τους έδινε στο τέλος απολυτήριο με μεγαλύτερο κύρος από εκείνο των τεχνικών σχολών. Η πραγματικότητα έδειξε ότι όχι μόνο δεν το δέχτηκαν πρόθυμα αλλά αντέδρασαν πολύ έντονα. Η δεύτερη φάση του(2000-2015), στηρίχτηκε στις λανθασμένες παραδοχές ότι α) οι μαθητές θα επέλεγαν με σοβαρότητα και υπευθυνότητα τα μαθήματα που αντιστοιχούσαν στις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά τους και, β) ότι η απόλυτη ελευθερία που θα παρεχόταν σ’ αυτούς να επιλέγουν τα μαθήματα της αρεσκείας τους θα αύξανε κατακόρυφα το ενδιαφέρον τους για τις σπουδές τους και θα ενίσχυε την παρώθησή τους για μελέτη. Αυτό ουδόλως συνέβη. Εκείνο που έγινε ήταν ότι ένας μεγάλος αριθμός μαθητών επέλεγαν, με κριτήριο τον λιγότερο φόρτο εργασίας, τα πιο εύκολα μαθήματα, τα οποία όμως τους αδικούσαν σε μεγάλο βαθμό, επειδή δεν οδηγούσαν σε ανώτερες σπουδές ούτε και τους προετοίμαζαν για κάποια απασχόληση.
2. Ανεξέλεγκτοι παράγοντες.
Μια σοβαρή εξέλιξη στην πορεία εφαρμογής της μεταρρύθμισης αυτής ήταν ότι παρενέβησαν ανεξέλεγκτοι παράγοντες οι οποίοι προκάλεσαν μεγάλη ζημιά. Ο πιο ζημιογόνος και πιο γνωστός είναι ο επηρεασμός της ελεύθερης επιλογής μαθημάτων από καθηγητές των διαφόρων ειδικοτήτων οι οποίοι ψάρευαν πελάτες για τα μαθήματά τους. Ένας άλλος ανεξέλεγκτος παράγοντας που επηρέασε ήταν η αρνητική επίδραση της χαλάρωσης και του μπάχαλου που δημιουργήθηκε από αυτό τον μη σοβαρό και ανεύθυνο τρόπο επιλογής των μαθημάτων. Αυτό οδήγησε σε εξαχρείωση πολλών μαθητών σε σημείο που να απαιτούν εκβιαστικά πολύ ψηλούς βαθμούς από τους καθηγητές τους σε αντάλλαγμα της εξυπηρέτησης που τους πρόσφεραν επιλέγοντας τα μαθήματά τους.
3. Παράπλευρες απώλειες.
Η μεταρρύθμιση όμως αυτή οδήγησε και σε παράπλευρες απώλειες. Μια τέτοια απώλεια που επισημάνθηκε –υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να υπάρχουν και άλλες που δεν έχουν επισημανθεί ακόμα-- είναι η απόφαση που πήραν μερικά γερμανικά και τσεχικά πανεπιστήμια, ύστερα από μελέτη του καταλόγου των διδασκομένων μαθημάτων που αναγράφονται στο απολυτήριο, να αμφισβητήσουν την αξία του απολυτηρίου του λυκείου ως επαρκούς ακαδημαϊκού προσόντος για εισαγωγή. Αυτό αποτελεί μια εξέλιξη πολύ σοβαρή για τα λύκειά μας και το ακαδημαϊκό και επαγγελματικό μέλλον πολλών παιδιών. Μια δεύτερη απώλεια, στην ουσία σοβαρότερη από την πρώτη, είναι η διαφαινόμενη, λόγω ακριβώς αυτού του μπάχαλου, επιδείνωση της συμπεριφοράς των μαθητών των λυκείων μέσα και έξω από τα σχολεία.
4. Η αποτυχία της επιστημονικής έρευνας να διορθώσει τη ζημια
Τον Αύγουστο του 1998 διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο με την απόφαση αρ. 48.241/7-8-1998 μια επιστημονική επιτροπή με πρόεδρο τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Μ. Κασσωτάκη και πέντε μέλη---μεταξύ των οποίων και τον μετέπειτα Υπουργό Παιδείας Α. Δημητρίου--για να αξιολογήσει επιστημονικά το τριετές πείραμα της ενοποίησης της γενικής με την τεχνική εκπαίδευση σε τρία λύκεια της Λευκωσίας, που επονομάστηκαν ενιαία λύκεια. Η διενέργεια της αξιολόγησης ήταν δέσμευση του υπουργείου παιδείας της κυβέρνησης Κληρίδη για να πείσει τους αντιτιθέμενους στη μεταρρύθμιση να αποδεχθούν την αλλαγή. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να απαντήσει κατά τρόπο πειστικό για την επιτυχία ή αποτυχία του εγχειρήματος. Έπρεπε να λάβει υπόψη τις απόψεις όλων των εμπλεκομένων (μαθητών, γονέων, εκπαιδευτικών) και να αξιολογήσει όλες τις πτυχές του πειράματος (δομή των σχολείων, περιεχόμενο, εξοπλισμό, αποδοχή, αντιλήψεις). Γι αυτό και επισήμανε απλώς πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, αλλά δεν αποφάνθηκε τελεσίδικα σχετικά με την ορθότητα της συνέχισης ή όχι του νέου τύπου λυκείου. Έτσι κρίθηκε ότι το εγχείρημα έπρεπε να εγκαταλειφθεί και να συνεχισθεί με άλλη μορφή.
.Το άρθρο αυτό δεν έχει σκοπό να υποστηρίξει ότι πρέπει να αποφεύγονται πάση θυσία οι μεταρρυθμίσεις, αλλά να επισημάνει τους κινδύνους που ενέχουν κυρίως οι μείζονες μεταρρυθμίσεις, ώστε να προηγείται πριν από την εφαρμογή πολύ προσεκτική μελέτη και προετοιμασία. και να επικρατεί η επιβαλλόμενη σοβαρότητα Είναι κρίμα να πληρώνουν η εκπαίδευση, οι μαθητές και οι γονείς αλλά και η κοινωνία ολόκληρη τις φιλοδοξίες μιας κυβέρνησης ή την ανάγκη της να κερδίσει πολιτική νομιμοποίηση μέσω της εφαρμογής εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων. Θα ήταν καλό επίσης να έχουμε πάντοτε υπόψη το θλιβερό παράδειγμα της Ελλάδας με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και αντιμεταρρυθμίσεις σχεδόν δυο αιώνων. Ευχή όλων μας είναι να μην αντιγράψουμε ποτέ αυτή την τακτική στην Κύπρο.
*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου