Η προηγούμενη Κυβέρνηση γνώριζε από τον Δεκέμβριο του 2012 ότι το κούρεμα των καταθέσεων ήταν η «προτιμητέα λύση» για την περίπτωση της Κύπρου και αυτό το θέμα είχε κλείσει πριν από τις εκλογές, ανέφερε σήμερα στην Ερευνητική Επιτροπή για την οικονομία ο τέως Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας(ΚΤ) Αθανάσιος Ορφανίδης.
Στην μαρτυρία του στην Ερευνητική, ο τέως Διοικητής χαρακτήρισε «κλοπή» δισεκατομμυρίων ευρώ από τους μετόχους, του κατόχους αξιογράφων και τους καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου «το ξεπούλημα των υποκαταστημάτων στην Ελλάδα».
Απαντώντας σε ερωτήσεις της Ερευνητικής, ο Αθανάσιος Ορφανίδης είπε ότι όταν αποχώρησε από την ΚΤ τον Μάιο του 2012 είχε «φοβερές ανησυχίες για την εσκεμμένη ζημιά που διέβλεπα ότι θα μπορούσε να γίνει για εξυπηρέτηση κομματικών και άλλων σκοπιμοτήτων διότι είχαμε τις προεδρικές εκλογές».
Παρατηρήθηκε μια «ανηλεής επίθεση», κατά την έκφρασή του, από το ΑΚΕΛ, μέσω της ΚΤ, η οποία αποδείχτηκε πολύ ζημιογόνα και η οποία ήταν προγραμματισμένη, λαμβάνοντας υπόψη τις μετακινήσεις υπαλλήλων στις οποίες προέβη ο νυν Διοικητής στην ΚΤ.
«Στο στόχαστρο μπήκε από την ίδια την ΚΤ το τραπεζικό σύστημα γενικά, αλλά και πιο συγκεκριμένα η Τράπεζα Κύπρου» και από τις πρώτες κινήσεις ήταν να αλλάξει η μεθοδολογία για τον υπολογισμό των προβλέψεων με στόχο να φανεί ότι οι τράπεζες είχαν περισσότερες ζημιές από τις πραγματικές και ότι χρειάζονταν περισσότερα κεφάλαια από εκείνα που πραγματικά χρειάζονταν, είπε.
Πρόσθεσε ότι η πώληση των ασφαλιστικών εταιρειών της Τράπεζας Κύπρου παρεμποδίστηκε γιατί η ΚΤ ήθελε να την εξαναγκάσει να ζητήσει κρατική βοήθεια και μετά άρχισε να τη διαβάλλει.
«Ήταν γνωστό ότι αν έμπαιναν στο μηχανισμό θα χρειάζονταν ένα πρόγραμμα εξυγίανσης των δημοσιονομικών προβλημάτων της τάξης των 7-8 δισεκατομμυρίων. Το πρόβλημα είναι αν θα το χειρίζονταν σωστά ή αν θα ελαχιστοποιούσαν το δικό τους πολιτικό κόστος» είπε.
Όπως ανέφερε, μέχρι τον Απρίλιο του 2012 το τραπεζικό σύστημα χρειαζόταν 2 δισ ευρώ και η Κυβέρνηση 7-8 δις και επικοινωνιακά έπρεπε να βρεθεί τρόπος να φουσκώσουν τα νούμερα για τις ανάγκες του τραπεζικού συστήματος.
«Καταλήξαμε να έχουμε τη δική μας εποπτική Αρχή τον Ιούλιο του 2012 να βάζει ιστορίες στα ΜΜΕ με σημαντικότερο το πρωτοσέλιδο του Φιλελευθέρου στις 4 Ιουλίου 2012 ότι ενδεχόμενα οι ανάγκες στο τραπεζικό σύστημα ήταν 10 δις» είπε και πρόσθεσε ότι μετά από το συγκεκριμένο δημοσίευμα επικοινώνησε με τον τότε Υπουργό Οικονομικών Βάσο Σιαρλή τον οποίο προειδοποίησε ότι το ΔΝΤ θα κρίνει το κυπριακό χρέος μη διαχειρίσιμο, με τον τελευταίο να απαντά, σύμφωνα με τον κ. Ορφανίδη, ότι «η ΚΤ είναι σε απευθείας διαβούλευση με το κόμμα και την Κυβέρνηση».
«Δυστυχώς η συντονισμένη προπαγάνδα από την Κυβέρνηση ΑΚΕΛ και την ΚΤ πέτυχε να πλήξει την Κύπρο και οδήγησε άλλες Κυβερνήσεις και κέντρα λήψεως αποφάσεων να αντιληφθούν ότι η καλύτερη λύση ήταν να μας απαλλάξουν από τις ‘τράπεζες καζίνο’» ανέφερε.
Είπε, επίσης, ότι το θέμα του κουρέματος των καταθέσεων είχε κλείσει πριν τις προεδρικές εκλογές και επικαλέστηκε έκθεση του ολλανδικού υπουργείου οικονομικών για το Eurogroup της 21ης Ιανουαρίου 2013 η οποία σημειώνει ότι «η ανάλυση για τη χρηματοδότηση της Κύπρου είχε φθάσει στο τελικό στάδιο». Αναφέρθηκε επίσης σε σειρά διεθνών δημοσιευμάτων που ακολούθησαν και έκαναν λόγο για κούρεμα καταθέσεων στην Κύπρο.
Στη συνέχεια είπε ότι στην Κύπρο η πρώτη αναφορά για κούρεμα έγινε «από τα ίδια τα χείλη του ΓΓ του ΑΚΕΛ στις 8 Φεβρουάριου 2013» και ότι για τον ίδιο το κούρεμα καταθέσεων ήταν ορατό από τον Δεκέμβριο του 2012 και πως όλοι γνώριζαν στην Κυβέρνηση.
«Μαζί με τη ψήφιση του νομοσχεδίου στις 22 Μαρτίου –λανθασμένα κατά την άποψή μου- που έδινε υπερεξουσίες στην ΚΤ, το φούσκωμα της Πίμκο έτυχε φοβερής εκμετάλλευσης για αποξένωση δισεκατομμυρίων ευρώ πλούτου από την Κύπρο. Συγκεκριμένα για τους μετόχους, του κατόχους αξιογράφων και τους καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου, που ήταν σε χέρια ιδιωτών, το ξεπούλημα των υποκαταστημάτων στην Ελλάδα, το οποίο συμφωνήθηκε και υπογράφηκε από την ΚΤ, χωρίς τη συγκατάθεση των νόμιμων ιδιοκτητών τους, κατά την άποψή μου πάσχει και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κλοπή δισεκατομμυρίων ευρώ» είπε και πρόσθεσε ότι «πήγε περίπατο και ο Συνεργατισμός».
Ερωτηθείς αν η επέκταση των κυπριακών τραπεζών εκτός Κύπρου ήταν μοιραίο ή εγκληματικό λάθος είπε ότι «δεν μπορώ να σας πω ότι ήταν μοιραίο το λάθος σαν στρατηγική. Ήταν μοιραίο το λάθος αν το συνδυάσω με το τι κάναμε στις προεδρικές εκλογές του 2008. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα μια δεκαετία πριν να πείσω κάποιον ότι υπάρχει κίνδυνος να ψηφίσουμε κυβέρνηση του ΑΚΕΛ και θα τα διαλύσει όλα. Μεγάλα τραπεζικά συστήματα έχουν κι άλλες χώρες, σημασία έχει το πόσο προσεκτικοί ήμασταν και η εποπτεία στην Κύπρο ήταν πιο αυστηρή από εποπτείες άλλων χωρών. Το 2008 και το 2009 οι τράπεζες μια μετά την άλλη έπεφταν διότι είχαν πρόβλημα ρευστότητας κι εμείς δεν είχαμε κανένα» ανέφερε.
Ο τέως Διοικητής είπε ότι η καθυστέρηση της Κύπρου να αποταθεί στο μηχανισμό στήριξης «μας πήρε πίσω μια ολόκληρη γενιά. Έχουμε μια συλλογική ευθύνη σαν πολίτες της Δημοκρατίας. Καταστρέψαμε το οικονομικό μοντέλο και ό,τι είχαμε κτίσει για δεκαετίες».
Αυτό, πρόσθεσε, δεν θα είχε γίνει αν η Κύπρος έκλεινε τη συμφωνία με την Τρόικα μέσα σε τρεις-τέσσερις βδομάδες, όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις.
Συμπλήρωσε ότι η κυπριακή κυβέρνηση είχε υποχρέωση να κλείσει το κυπριακό πρόγραμμα μαζί με την ισπανική κυβέρνηση και έτσι δεν θα μπορούσε να απαιτήσει κανένας η Κύπρος να υποστεί τη ζημιά που υπέστη, αλλά θα είχε ένα κανονικό πρόγραμμα.
Κληθείς να σχολιάσει δική του εκτίμηση τον Απρίλιο του 2011 ότι οι τράπεζες της Κύπρου ήταν εύρωστες και ότι μπορούμε να αντεπεξέλθουμε τις δυσάρεστες εξελίξεις της Ελλάδας, ο κ. Ορφανίδης είπε ότι η εκτίμηση του ήταν σωστή για τα δεδομένα της εποχής.
Όπως ανέφερε, η Κεντρική Τράπεζα προέβαινε σε υπολογισμούς για κούρεμα της τάξης του 20%, 30% και 40% τα οποία δεν θα δημιουργούσαν πρόβλημα διότι οι τράπεζες είχαν μαξιλάρι και υπενθύμισε ότι η πρώτη απόφαση για κούρεμα της τάξης του 21% πάρθηκε τον Ιούλιο του 2011, δέκα ημέρες μετά την έκρηξη στο Μαρί. «Η έγνοια μου ήταν να προσπαθήσω να δώσω συμβουλή στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και άλλους πολιτικούς αρχηγούς για να τα βρουν μεταξύ τους» είπε.
Ανέφερε ακόμα ότι η κυπριακή κυβέρνηση δεν ζήτησε τη γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας για το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων.
Όσον αφορά την απόφαση για το δεύτερο κούρεμα των ελληνικών ομολόγων που πάρθηκε τον Οκτώβριο του 2011, ο κ. Ορφανίδης είπε ότι εκπλάγηκε που δεν υπήρξε καμία διαβούλευση με το Προεδρικό και το Υπουργείο Οικονομικών. «Με τον Κίκη Καζαμία είχαμε πολύ καλή επικοινωνία και ήμασταν σχεδόν κάθε μέρα στο τηλέφωνο για αλληλοενημέρωση και μου έκανε εντύπωση που δεν ενημερωθήκαμε για τη συγκεκριμένη απόφαση και τη θέση της κυβέρνησης διότι λίγες ημέρες πριν είχαμε πολύωρη συνάντηση κατά την οποία δεν μου έκανε αναφορά ότι θα συζητείτο κούρεμα. Δεν είμαι σίγουρος αν το ήξερε τότε» ανέφερε.
Είπε ακόμα ότι η κυπριακή κυβέρνηση «είχε υποχρέωση» να θέσει ως προϋπόθεση την παροχή κεφαλαίων στις κυπριακές τράπεζες ως αντιστάθμισμα για τη ζημιά που θα είχαν από το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων.
Αναφορικά με την επιστολή που έστειλε στις τράπεζες την 1η Μαρτίου 2010 με αντικείμενο τα χρηματοδοτικά ανοίγματα σε κυβερνητικά ομόλογα, ο κ. Ορφανίδης είπε ότι ακολούθησε μετά από λίγες εβδομάδες συνομιλία του με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Τράπεζας Κύπρου Ανδρέα Ηλιάδη κατά την οποία ο τελευταίος τον διαβεβαίωσε ότι δεν θα αγόραζαν άλλα ελληνικά ομόλογα.
Εξήγησε ακόμα ότι το εποπτικό πλαίσιο της ΕΕ δεν νομιμοποιεί τον Επόπτη να προβεί σε αναφορές για το πόσα κρατικά ομόλογα στο νόμισμα της χώρας μπορούν να έχουν οι τράπεζες. «Δεν υπήρχε διεθνώς πουθενά προηγούμενο στο οποίο μια εποπτική Αρχή θα μπορούσε να βασιστεί για να κάνει παρέμβαση», είπε.
Πρόσθεσε ότι με έμμεσο τρόπο προσπάθησε να στείλει μήνυμα στις τράπεζες να είναι πιο προσεκτικές, μέσω της επιστολής στην οποία αναφερόταν ότι αν έπεφτε η τιμή αυτών των ομολόγων δεν θα είχαν την ίδια αξία για άντληση ρευστότητας και δεν θα μπορούσαν στο μέλλον να τηρήσουν τους δείκτες ρευστότητας και συνεπώς έπρεπε οι τράπεζες να χειριστούν το θέμα.
Όπως ανέφερε, η ΚΤ σε γενικές γραμμές παρακολουθούσε το τι ακολούθησε, πάντα στα πλαίσια της αδυναμίας -από εποπτικής άποψης- για παρεμβάσεις. Τους επόμενους μήνες έγιναν αγορές βραχυπρόθεσμων treasury bills κι όχι μακροπρόθεσμων ομολόγων και υπήρξε μια μικρή αύξηση που ήταν κατά την άποψη του «ήδη τροχιοδρομημένη».
Εξήγησε ότι το εποπτικό πλαίσιο ήταν τέτοιο που οι Κυβερνήσεις ωθούσαν τις τράπεζες να έχουν τα κεφάλαιά τους σε κρατικά ομόλογα και ότι τόσο η Τράπεζα Κύπρου, όσο και η Λαϊκή θεώρησαν, εξαιτίας της τραπεζικής κρίσης, ότι ήταν πιο ασφαλές να μετακινήσουν ποσά από τραπεζικά ομόλογα που κατείχαν σε κυβερνητικά.
Ο Αθανάσιος Ορφανίδης είπε στην Ερευνητική Επιτροπή ότι η έκθεση της Alvarez & Marsal και άλλες εκθέσεις που ακολούθησαν ήταν «πολύ λυπηρά επεισόδια στην ιστορία της Κεντρικής Τράπεζας για το πως η ίδια η διεύθυνση της ΚΤ έκανε φοβερές προσπάθειες για να διαβάλει το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου και κατάφερε τελικά να το ρίξει».
«Δεν νομίζω ότι είναι αντικειμενική η ανάλυση που γίνεται από την Alvarez & Marsal και δυστυχώς αυτή ήταν μια καθοδηγημένη έκθεση» ανέφερε.
Είπε ακόμα ότι στη Λαϊκή εκκρεμούσαν σοβαρότερες υποθέσεις απ’ ότι στην Τράπεζα Κύπρου και αναφέρθηκε σε δάνεια στις οικογένειες Μιχάλη Σάλα και Ανδρέας Βγενόπουλο τα οποία εντοπίστηκαν σε εποπτικό έλεγχο και για τα οποία είχε ζητήσει από τον Μιχάλη Σαρρή να τα διερευνήσει και να κινηθεί δικαστικά για να ανακτήσει χρήματα η Λαϊκή. «Μετά την απομάκρυνση Σαρρή αυτές οι διερευνήσεις πάγωσαν και δεν ξέρω γιατί και ακούσαμε για κάποιες από αυτές μόνο μετά την πώληση των ελληνικών εργασιών της Λαϊκής από την ίδια την ΚΤ στην τράπεζα που ελέγχεται από το Μιχάλη Σάλα» είπε και κάλεσε την Ερευνητική να εξετάσει τα ζητήματα αυτά περισσότερο.