ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ*
Σε μια πρωτοφανή σε ένταση και έκταση προεκλογική εκστρατεία μπήκαν οι πολιτικές δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το Καλοκαίρι του 2013 ενόψει Ευρωεκλογών: να πείσουν τους ψηφοφόρους ευρωπαίους πολίτες πρώτον, να προσέλθουν στις κάλπες και δεύτερον, να τους ενισχύσουν με την ψήφο τους.
Είναι εύλογο για τον καθένα το 1ο ερώτημα που πλανάται εδώ και 8 μήνες: Γιατί αναγκάστηκαν τα κομματικά επιτελεία όλων των Ευρωπαϊκών Κομμάτων να συντονιστούν κάτω από κοινή ομπρέλα; Η απάντηση, μάλλον, είναι προφανής: Στα αδιέξοδα που τα κόμματα προκάλεσαν στη ζωή του πολίτη, αυτός, σε ένα ποσοστό που συνεχώς αυξάνεται, απαντά με την αποχή του από την κάλπη και την αδιαφορία προς την ύπαρξή τους.
Ως φυσική συνέχεια του συλλογισμού αναφύεται το 2ο ερώτημα: Γιατί ο ευρωπαίος πολίτης γυρίζει την πλάτη του στην κατά τα άλλα δημοκρατική διαδικασία ανάδειξης Μελών του Ευρωκοινοβουλίου; Διττή εδώ η απάντηση: Από τη μια, η διαχείριση της οικονομικής κατάστασης, από όποια κόμματα κι αν αυτή γίνεται, περνά μέσα από την καταστροφή του βιοτικού του επιπέδου και την φτωχοποίηση της κοινωνίας. Από την άλλη, το Ευρωκοινοβούλιο, πέρα από κορώνες των Βουλευτών, εκ του ασφαλούς, ως φαίνεται, δεν έχει καμιά αρμοδιότητα ούτε να ελέγξει ούτε να σταματήσει την τροϊκανική επέλαση. (Παραδοχή των ίδιων των Ευρωβουλευτών, με τη μορφή, μάλιστα, «διαμαρτυρίας» για την μη ενεργό εμπλοκή τους)
Ως εκ τούτου, το 3ο ερώτημα αφορά στον τρόπο και τα μέσα που μετέρχονται στο να κάμψουν αυτή τη στάση των πολιτών. Ο πολιτικός σχεδιασμός προνοεί καλλιέργεια εφησυχασμού, στο διάστημα ως τις Ευρωεκλογές, μέσα από τον κατευνασμό των αντιδράσεων στα μέτρα λιτότητας. Συγκεκριμένα με τη μη λήψη μέτρων σε αυτό το διάστημα που να εξάρουν τις αντιδράσεις της κοινωνίας. Π.χ. στην Κύπρο, να μην προχωρήσει το Νέο Σύστημα Πρόσληψης στην Εκπαίδευση (ενώ αυτό βρίσκεται εκεί, ως παρακαταθήκη από τον τέως στον νυν ΥΠΠ), να μην ληφθούν αποφάσεις δραματικές για τους δανειολήπτες σε σχέση με την πρώτη κατοικία (ενώ προχωρούν σε θεσμοθέτηση διαδικασιών), να μην ληφθούν παρόμοιες αποφάσεις με του Μάρτη του 2013 σε σχέση με τους καταθέτες του Συνεργατισμού τη στιγμή που η πορεία, προφανώς, είναι η ίδια με της Λαϊκής (κρατικοποίηση, συγχωνεύσεις ΣΠΙ, χαρακτηρισμός σε «καλά» ΣΠΙ και «κακά» ΣΠΙ κτλ).
Η πολιτική των κυβερνώντων κομμάτων, έτσι, δεν θα δίνει έρεισμα στα αντιπολιτευόμενα κόμματα να αντιδρούν και να προσδοκούν σε ψήφους αντίδρασης των εκλογέων. Ταυτόχρονα αυτό, αναμένουν τα κυβερνώντα κόμματα, θα δώσει υψηλά σε αυτά ποσοστά και, άρα, πολιτική νομιμοποίηση των αποφάσεων τους που θα ακολουθήσουν ΜΕΤΑ τις εκλογές.
Στην άλλη όχθη, οι αντιπολιτευόμενοι, επιρρίπτουν πλήρως την ευθύνη για την κατάντια στην οποία οδηγήθηκαν οι κοινωνίες στους νυν κυβερνώντες, εκθειάζοντας τη δική τους, πρότερη διακυβέρνηση.
Κι εδώ είναι το υπόλοιπο παιγνίδι. Οι μεν κυβερνώντες επιχειρηματολογούν για το παρελθόν ενώ ενισχύουν τον εφησυχασμό υπερθεματίζοντας τα αποστελέσματα της λιτότητας, παρουσιάζοντάς τα ως απάντηση στην εξαθλίωση στην οποία οδήγησαν την οικονομία οι προηγούμενοι. Οι δε αντιπολιτευόμενοι, νομιζόμενοι πως οι άνθρωποι είναι αμνήμονες, αρνούνται οποιαδήποτε ευθύνη, και επικεντρώνονται στην σημερινή υποβάθμιση των παραμέτρων ζωής των εργαζομένων, των ανέργων, των συνταξιούχων. Και οι δύο πλευρές αναφέρονται στα ζητήματα αποσπασματικά, θολώνοντας την αλήθεια.
Η στοχευμένη διαδικασία αποπροσανατολισμού της σκέψης του πολίτη ολοκληρώνεται με μια ολομέτωπη και ολόπλευρη προσπάθεια στην εκλογική αναμέτρηση. Με αποκορύφωμα την 24η Μαΐου 2014, ημέρα ευρωψηφοφορίας, εντάσσουν, με πρωτοφανή τρόπο, κάθε εκλογική διαδικασία σε όλα τα επίπεδα, με στόχο να ενδυναμωθεί η «παράταξη». Έτσι κοινωνικοί φορείς, φοιτητικό και μαθητικό κίνημα, συνδικαλιστικές οργανώσεις θα πρέπει να αλωθούν από κομματικούς παράγοντες, πιστούς στις επιταγές της κομματικής ηγεσίας, με στόχο, αντί να εστιάσουν σε αυτά που είναι ταγμένοι, να υπηρετήσουν τον χώρο τους και να του προσδώσουν την πολιτική δύναμη που χρειάζεται: οι μεν κυβερνώντες ανενόχλητοι από συνδικαλιστική και κοινωνική κριτική και αντίδραση να συνεχίσουν, ΜΕΤΑ τις εκλογές, αυτά που ανέστειλαν χάριν της ψήφου, τα δε κόμματα της αντιπολίτευσης να ενισχυθούν σε μια αντιπολιτευτική δράση, αποκομμένα από το παρελθόν, λες και δεν υπήρξε ποτέ, διεκδικώντας, εκ νέου, την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος για την εξουσία.
Ο πολίτης, ο κύπριος ευρωπαίος πολίτης έχει κρίση, έχει μνήμη αλλά και σκληρά βιώματα από την απουσία δικαιοσύνης, ισοπολιτείας και κοινωνικού κράτους ως αποτέλεσμα της κομματοκρατίας, της πελατειακής σχέσης, της διαπλοκής και της συμπαιγνίας αυτών που μας οδήγησαν εδώ.
Εναγώνιο, εκ των πραγμάτων, το 4ο ερώτημα: Ποια θα είναι η απάντησή του; Έχει επιλογή;
*Βοηθός Γεν. Γραμματέας ΠΟΕΔ & Μέλος Γραμματείας ΑΚϊΔΑ