ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΝΑΣΙΑΣ ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ ΠΑΥΛΟΥ*
Τόσο η θυματοποίηση / εκφοβισμός όσο και ο αυτισμός είναι πολυσυζητημένα θέματα που σχετίζονται μεταξύ τους μέσα από τη «θεωρία του νου» (Baron-Cohen etal, 1985).
Με βάση τα διαγνωστικά κριτήρια του DSM-5 (APA, 2013), τα βασικά συμπτώματα που συναντούμε σε μια Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος έχουν να κάνουν με ελλείψεις στην κοινωνική αλληλεπίδραση, μειονεξίες στην κοινωνική επικοινωνία και περιορισμένες αλλά επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες και ενδιαφέροντα. Ο αυτισμός γίνεται αντιληπτός ως ένα φάσμα διαταραχών με κοινή βάση τα ελλείμματα στην τριάδα αυτή (Wing, 1998) αλλά με διαφορετική ένταση στις κλινικές εκδηλώσεις και στη λειτουργικότητα του κάθε ατόμου.
Σύμφωνα με την Frith (1996), «η θεωρία του νου» περιγράφει την ικανότητα του ατόμου να κατανοεί την νοητική κατάσταση των άλλων, να προβλέπει και να ερμηνεύει τις πράξεις των άλλων, να κατανοεί τη μεταφορά και την ειρωνεία, να ερμηνεύει σκέψεις και συναισθήματα, να προβλέπει μελλοντικές συμπεριφορές στους άλλους ανθρώπους. Ο Baron-Cohen (1992) συμπερασματικά αναφέρει πως «θεωρία του νου» είναι το σύνολο των πνευματικών καταστάσεων (επιθυμίες, σκοπός, φαντασία, συναισθήματα κλπ) που προκαλεί δράση – όταν κάποιος είναι ικανός να έχει επίγνωση της δικής του συναισθηματικής και πνευματικής κατάστασης και μπορεί να επιδεικνύει ενσυναίσθηση, αυτός ο άνθρωπος έχει αναπτύξει τη θεωρία του νου.
Όσον αφορά στον εκφοβισμό / θυματοποίηση (bullying, όπως είναι ευρέως γνωστό), μια πρόσφατη ερμηνεία (Gladden etal, 2014) αναφέρει πως η θυματοποίηση είναι κάθε μη επιθυμητή επιθετική συμπεριφορά από ένα άτομο ή ομάδα ατόμων προς ένα άλλο άτομο και περιλαμβάνει μια πασιφανή ανισορροπία δύναμης. Επαναλαμβάνεται και προκαλεί τραύμα σε ψυχολογικό, κοινωνικό, συμπεριφορικό ή και εκπαιδευτικό επίπεδο. Υπάρχουν πολλοί ορισμοί στη βιβλιογραφία που όμως καταλήγουν στις ίδιες παραμέτρους: στην ανισορροπία φυσικής, κοινωνικής, συναισθηματικής δύναμης ανάμεσα στο θύμα και στο θύτη, στην ύπαρξη πρόθεσης για βλάβη του θύματος, στο γεγονός ότι η πράξη είναι επαναλαμβανόμενη για μέρες/μήνες/χρόνια και στο τραυματικό αποτέλεσμα και τις ίσως τραγικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η θυματοποίηση ή ο εκφοβισμός στο θύμα.
Το bullying αγγίζει σχεδόν όλο το εύρος του μαθητικού πληθυσμού επομένως και μαθητές μέσα στο φάσμα του αυτισμού. Έρευνες έχουν δείξει πως μαθητές με αυτισμό ανήκουν στις ομάδες κινδύνου για θυματοποίηση περισσότερο από μαθητές με άλλου είδους αναπηρίες (Heinrichs, 2003). Από τη μια, οι μαθητές με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή έχουν χαρακτηριστεί ως τα ιδανικά θύματα εκφοβιστικής συμπεριφοράς λόγω της κοινωνικής τους ανωριμότητας και από την άλλη η θυματοποίηση τείνει να αυξάνει την συμπτωματολογία του αυτισμού (Mehtar etal, 2011).
Υπάρχουν κάποιοι παράγοντες ρίσκου που κάνουν τα παιδιά με αυτισμό πιο επιρρεπή στη θυματοποίηση. Κατ’ αρχάς, οι μειωμένες κοινωνικές τους δεξιότητες και τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα συμπεριφοράς τους κάνουν να ξεχωρίζουν στο σχολικό πλαίσιο και κατ’ επέκταση τους καθιστούν εύκολο στόχο για θυματοποίηση. Επίσης, τα συναισθηματικά τους ξεσπάσματα (θυμός, φωνές) δίνουν την ευκαιρία στους θύτες να προκαλούν τα θύματα στο να αντιδρούν έντονα για να απολαμβάνουν αυτήν ακριβώς τη συμπεριφορά των θυμάτων τους. Από την άλλη, εσωτερικευμένα προβλήματα πχ άγχος, μοναξιά, δυσκολίες στην προσαρμογή, ίσως οδηγούν τους μαθητές με αυτισμό να αναζητούν προσοχή, ασφάλεια, φροντίδα με τρόπους που οι θύτες βρίσκουν ενοχλητικούς και μη γνώριμους οπότε και τους χλευάζουν. Άλλοι παράγοντες είναι ο βαθμός και η ένταση του αυτισμού, η συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές (πχ ΔΕΠΥ) η ηλικία του μαθητή, το πλαίσιο εκπαίδευσης, το είδος και το μέγεθος του σχολείου, το μέγεθος της τάξης, η κατάρτιση του εκπαιδευτικού προσωπικού καθώς και εξωσχολικοί παράγοντες όπως η οικογένεια κλπ (Hebron, etal, 2013 & Sterzing, etal, 2013).
Ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας όμως που οδηγεί παιδιά με αυτισμό στη θυματοποίηση είναι η κοινωνική τους αδυναμία, το ότι είναι ευάλωτα στις κοινωνικές συναναστροφές και στην μειωμένη τους ικανότητα να κάνουν σωστές κοινωνικές κριτικές (Greenspan etal, 2001). Η «θεωρία του νου» υποστηρίζει αυτή τη σύνδεση - μαθητές με διάγνωση στο φάσμα του αυτισμού έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να πέσουν θύματα bullying. Παιδιά με αυτισμό δεν έχουν την ικανότητα να σκέφτονται για ιδέες (δικές τους ή των άλλων), είναι συνήθως ανεπαρκή στην κοινωνική επικοινωνία και τη δημιουργική φαντασία. Με δυσκολία καταλαβαίνουν και ερμηνεύουν συναισθήματα, δεν αναπτύσσουν ενσυναίσθηση, δεν κατανοούν την ειρωνεία ή τη μεταφορική σημασία των λέξεων. Μαθητές με αυτισμό δυσκολεύονται να εμπλακούν σε ομαδικά παιχνίδια και προτιμούν ξεκάθαρες και δομημένες δραστηριότητες. Συνήθως αγνοούν τα βασικά στοιχεία του μηχανισμού απόκτησης φίλων. Ακόμα κι αν αποκτήσουν έναν φίλο, συχνά γίνεται αναφορά για επιφανειακή σχέση χωρίς αμοιβαία ή αμφίδρομα συναισθήματα. Έρευνες αναφέρουν πως οι γονείς των παιδιών με αυτισμό δηλώνουν ότι οι ίδιοι εμπλέκονται στη σχέση αυτή του παιδιού τους με τον φίλο του για να αυξηθούν οι πιθανότητες ύπαρξης αυτής της σχέσης (Frankel & Whitham, 2011).
Οι κοινωνικές συναναστροφές είναι συχνά πηγή άγχους για μαθητές με αυτισμό στο σχολείο, μια πρόκληση, γιατί ενώ μια μεγάλη ομάδα αναζητά την κοινωνική επαφή, δεν ξέρουν πως σχέση σημαίνει αμοιβαιότητα, διάλογος, κοινά ενδιαφέροντα, χιούμορ, ευελιξία και καταλήγουν να μονοπωλούν τις συζητήσεις, να «κολλούν» σε θέματα που δεν ενδιαφέρουν συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες και τελικά να βιώνουν απόρριψη και μοναξιά. Η δυσκολία των παιδιών με αυτισμό στην πραγματολογική χρήση της γλώσσας (κατανόηση μεταφοράς, σχήματα λόγου, σαρκασμός, χιούμορ, καλό / κακό πείραγμα κλπ) σε συνδυασμό με τις μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα θυματοποίησης. Δεν αντιλαμβάνονται, με άλλα λόγια, τα κίνητρα και τις προθέσεις του άλλου, είναι ευκολόπιστα, δείχνουν άκριτα εμπιστοσύνη, βγάζουν εύκολα συμπεράσματα, παρορμητικά και χωρίς ευελιξία στην σκέψη.
Σε επίπεδο σχολείου, ευαισθητοποίηση τόσο σε θέματα εκφοβισμού όσο και αναπτυξιακών διαταραχών μπορούν να δράσουν υποστηρικτικά τόσο απέναντι στους μαθητές με αυτισμό (προστασία) όσο και στους καθηγητές (πρόληψη περιστατικών bullying, στήριξη και καθοδήγηση) αλλά για τους γονείς (συμβουλευτική) και τους υπόλοιπους μαθητές (επίγνωση της διαφορετικότητας, αρνητικές επιπτώσεις στα θύματα, αυτοκριτική, αυτογνωσία).
*Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας
Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού