Ο Σεπτέμβρης της επιστροφής


ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ ΦΩΤΙΑΔΟΥ*

Και είναι ήδη Σεπτέμβρης, βαθιά χωμένος στη συνείδησή μας. Πότε με καλοκαιρινές αναδρομές, πότε με πρωθύστερο σχήμα, βιαστικό, φθινοπωρινό. Κυρίως, όμως, με την αίσθηση εκείνη που κουβαλάει το πρώτο υποψιασμένο χελιδόνι. Πως επιβάλλεται αλλαγή πλεύσης και το καράβι ή το βαρκάκι μας να αρμενίσει πλέον σε ένα πιο πολυάσχολο ωκεανό. Μακριά από τα ήσυχα, αρυτίδωτα νερά των διακοπών.

Και είναι στον αέρα μυρωδιά από αεράκι τολμηρό. Και τα βράδια μπαίνει μια δροσερή ανάσα μέσα στη σκέψη μας και χαϊδεύει απροκάλυπτα τις έγνοιες που ακουμπήσαμε για λίγο στην άκρη της ζωής.

Kαι τότε μια φωνή, ίδια με ανεπαίσθητο ρίγος, αφήνει απρόσκλητους στις ώρες μας, σαν βιαστικά αδιάβροχα, στίχους που κατευοδώνουνε κι επίσημα το καλοκαίρι.

«Εμείς όλο φεύγουμε μα οι μήνες ολοένα ξανάρχονται στο παράθυρο» (Ν. Καρούζος).

Κι όταν η μέρα γίνεται πιο φλύαρη, οι στίχοι πληθαίνουν, πυκνώνουν, ζωγραφίζουν την εποχή.

« … Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές. Τελευταίος. Με το τελευταίο δρομολόγιοτου κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια, ποδήλατα, ψησταριές, ψυγεία ονόματα, ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια. Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα στον ήλιο. Για εξαγωγή.

Μερικοί ξέχασαν τελείως να γυρίσουν. Οψόμεθα…” (Κ. Δημουλά, «Λυόμενο»)

Εμείς εδώ. Θυμηθήκαμε. Γυρίσαμε ή… μας γυρίσανε οι μέρες, οι στιγμές. Καθώς δειλά δειλά τα σύννεφα σχηματίζουν τις πρώτες φθινοπωρινές συστοιχίες στον ουρανό, καθώς το πρώτο κουδούνι του σχολείου αναδιπλώνεται και ετοιμάζεται για τις πιο ηχηρές του παραινέσεις, μπαίνουν και πάλι τα ρολόγια στα χέρια μας και οι κλεψύδρες του καθήκοντος στην καθημερινότητά μας.

Κι ανακαλύπτουμε ξανά το οργανωμένο χάος της συνήθειας. Πρωινό εγερτήριο, επιστράτευση ρουτίνας, σάλπισμα για επίθεση σε κάθε οχυρό που πρέπει να καταλάβουμε, οικογενειακό, επαγγελματικό ή απλώς προσωπικό. Και με όλα τα όπλα που διαθέτουμε στο βαρύ πυροβολικό της θέλησής μας, επιδιδόμαστε σε ένα ανελέητο κυνηγητό του χρόνου, ο οποίος έχει μια μοναδική ικανότητα να μην είναι ποτέ επαρκής. Κι όταν καταφέρουμε σε ανέλπιστες στιγμές να τον βάλουμε για λίγο στη γωνία υπό τον αυστηρό έλεγχό μας, διαπιστώνουμε πως σαν σκανταλιάρικο παιδί έχει καταφέρει να ξεγλιστρήσει κάτω από τα κουρασμένα χέρια μας, τα πόδια που τα λύγισε ο κάματος, μα κυρίως μέσα από την ψυχή που την έκαμψε για λίγο μια σκληρή αναμονή, μια πικρή γεύση από απραγματοποίητο.

Εμείς, όμως, επιστρέφουμε πάντα εκεί που ανήκουμε. Στο μετερίζι μας ο καθένας. Ανασυντασσόμαστε και εφορμούμε. Στη στρατιωτική σχολή της ζωής, κατά τον Νίτσε, ό,τι δεν μας σκοτώνει, μας κάνει πιο δυνατούς.΄Η τουλάχιστον, αυτό καλείται να επιτύχει.

Κι αν νιώθουμε έστω και στο ελάχιστο, πως η καθημερινότητα με το πλήθος των υποχρεώσεων μπορεί να γίνει ωκεανός αγριεμένος και να βουλιάξει την καλή μας πρόθεση να αντικρίζουμε κάθε πρωί τον κόσμο με χαμόγελο και θετική διάθεση, ας ψάξουμε όσο είναι νωρίς να βρούμε ο καθένας τα ανάλογα για την περίπτωση σωσίβιά μας. Μπορεί να είναι ένας ώμος να ακουμπήσουμε, ένα χέρι να κρατήσουμε, ένα παιδί να αγκαλιάσουμε, ένα όνειρο να αγαπήσουμε.

Αυτή η ζωή είναι πολύ σύντομη για παρατεταμένης διάρκειας πτώσεις. Μες στον κόσμο μας, εντός και εκτός, καλούμαστε να ανακαλύπτουμε τα αποθέματα δυναμικής ενέργειας και να προχωρούμε. Για μας, για το καθήκον, για τα απλά, για τα σύνθετα, για τις υποχρεώσεις, για τα δικαιώματα, για τα όμορφα, τα λιγότερο όμορφα, τα αναμενόμενα, τα απρόβλεπτα, για…τη ΖΩΗ!

Καλό μας φθινόπωρο!

*Επιθεωρήτρια Δημοτικής




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










151