ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΗ ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΗ*
Πολλές οι ανακοινώσεις και φωνές που έχουν προκύψει το τελευταίο διάστημα σε σχέση με την πρόταση του ΥΠΠ για το ωρολόγιο πρόγραμμα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τόσες όσες δεν έχουν σημειωθεί προηγουμένως για τα άλλα βασικά θέματα που συγκροτούν τις παραμέτρους της εκπαίδευσης όπως τα αναλυτικά προγράμματα , το σύστημα διορισμών, το σύστημα αξιολόγησης και το σύστημα διοίκησης σχολείων και υπουργείου!
Φυσικά αυτό ήταν αναμενόμενο αφού επηρεάζονται ατομικά και ομαδικά συμφέροντα τα οποία έχουν καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια στο Κυπριακό Εκπαιδευτικό Σύστημα. Είναι γι’ αυτό το λόγο που προηγούμενες ηγεσίες του Υπουργείου δεν ήθελαν να συζητηθεί στα αρχικά στάδιατο θέμα της κατανομής του διδακτικού χρόνου στα διάφορα γνωστικά αντικείμενα όταν εισηγούνταν νέα αναλυτικά προγράμματα. Αυτό φυσικά ήταν παράδοξο γιατί δεν δημιουργείς νέα αναλυτικά προγράμματα χωρίς να γνωρίζεις ποια και με πόση προτεραιότητα μαθήματα θα πρέπει να περιλαμβάνονται σ’ αυτά.
Όταν μια πολιτεία προβαίνει σε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, είναι γιατί διαπιστώνει ότι υπάρχει πρόβλημα με τους στόχους και τα αποτελέσματα της μέχρι τώρα πορείας της εκπαίδευσης. Αποτελέσματα που αφορούν κυρίως τους μαθητές και την κοινωνία γενικότερα.
Επομένως το επίκεντρο είναι η βελτίωση των αποτελεσμάτων των μαθητών στους σκοπούς και στόχους που θέτει η πολιτεία. Οι σκοποί και οι στόχοι καθορίζονται ως προς το τι θα πρέπει να μαθαίνουν οι μαθητές και περιλαμβάνονται στα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα. Στα αναλυτικά προγράμματα περιλαμβάνονται επίσης οι βασικές αρχές μάθησης και διδασκαλίας καθώς και η αξιολόγηση των διαδικασιών και αποτελεσμάτων.
Γι’ αυτούς τους λόγους αντί ανακοινώσεων και φωνασκιών καλό θα ήταν όλοι να καθίσουμε και να δούμε ποιοι είναι οι σκοποί και οι στόχοι της εκπαίδευσης όπως αυτοί διαφαίνονται στις αποφάσεις της πολιτείας , στις συμφωνίες που έχει συνυπογράψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στα δεδομένα εκπαιδευτικά αναπτυγμένων χωρών. Να συγκρίνουμε στοιχεία από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Αυστραλία, τον Καναδά, την Αμερική και να διορθώσουμε στρεβλώσεις και λάθη που έχουν γίνει τα προηγούμενα χρόνια.
Είναι ευτύχημα σήμερα που έχουμε στη διάθεση μας επιστημονική τεχνογνωσία, έρευνες και δεδομένα απ’ όλο τον κόσμο για να πάρουμε τις ορθότερες αποφάσεις.
Είναι κατανοητή ως ένα βαθμό η αντίδραση συντεχνιακών ομάδων όταν θίγονται τα στενά συμφέροντα ατόμων ή ομάδων. Σαφώς και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη εργασιακά θέματα και επιδράσεις στο καθεστώς των εργαζομένων αλλά πρέπει να γίνει συνείδηση ότι οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις γίνονται πρώτα απ’ όλα για όφελος των μαθητών και της κοινωνίας γενικότερα.
Ας σταματήσουμε λοιπόν τις απειλές και τις φωνασκίες και ας μελετήσουμε με σοβαρότητα και ανιδιοτέλεια όλα τα στοιχεία που έχουμε σήμερα στη διάθεση μας και να προτείνουμε με τεκμηρίωση και πειθώ το τι πρέπει να μαθαίνουν οι μαθητές, πώς να το μαθαίνουν , ποιοι πρέπει να είναι αυτοί που συνεισφέρουν στη μάθηση τους και πως αξιολογούνται τα αποτελέσματα όλων.
*Β.Δ. Μέσης Εκπαίδευσης.