Η Συντεχνία του Ακαδημαϊκού Προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου (ΣΥΝΚΑΠΑΚ) εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία και αντίδρασή της στην πρόσφατη πρόταση νόμου της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΔΗΣΥ, με την οποία επιχειρείται να αφαιρεθεί το δικαίωμα σύνταξης από όλα τα μέλη του μη-μόνιμου ακαδημαϊκού προσωπικού των δημόσιων πανεπιστημίων που προσλήφθηκαν πριν από τον 10/2011.
Στην ανακοίνωση της η Συντεχνία σημειώνει:
«Χαιρετίζουμε την αναβολή της συζήτησης στην τελευταία συνεδρία της Ολομέλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων και ευχαριστούμε τα κόμματα και τους βουλευτές που αντελήφθησαν ότι το νομοσχέδιο δεν μπορεί να ψηφιστεί με τέτοια προχειρότητα. Είναι ωστόσο ανάγκη το νομοσχέδιο αυτό να αποσυρθεί άμεσα και προς τον σκοπό αυτό η ΣΥΝΚΑΠΑΚ θα εργαστεί συντεταγμένα με τις συντεχνίες και τις αρχές όλων των δημόσιων πανεπιστημίων στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Η κατάθεση του συγκεκριμένου σχεδίου νόμου αποτελεί άλλο έναν κρίκο στη διαφαινόμενη προσπάθεια υποβάθμισης από την Πολιτεία των δημόσιων πανεπιστημίων του τόπου. Αυτοί που σε μία νύχτα «άλλαξαν τον ακαδημαϊκό χάρτη» της Κύπρου με τη δημιουργία των κερδοσκοπικού χαρακτήρα ιδιωτικών «πανεπιστημίων», επιχειρούν τώρα να υποβαθμίσουν πλήρως τα δημόσια πανεπιστήμια. Το Πανεπιστήμιο Κύπρου αποτελεί ένα από τα λίγα κέντρα παραγωγής νέας γνώσης και τεχνολογίας που διαθέτει σήμερα ο τόπος, ένα από τα λίγα ισχυρά «εργαλεία» που διαθέτει η Πολιτεία για να εγγυηθεί ένα καλύτερο μέλλον για τη νέα γενιά. Οι συνεχείς προσπάθειες υποβάθμισης, ο οικονομικός στραγγαλισμός και η άκομψη υποβάθμιση του προσωπικού με δημιουργία καθεστώτος συνεχούς αβεβαιότητας απλά εκμηδενίζουν τις τεράστιες δυνατότητες προσφοράς του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Το πρόσφατο σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει τους λέκτορες και επίκουρους καθηγητές ως συμβασιούχους του δημοσίου. Παραβλέπει το γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί εργάζονται για πολλά χρόνια (σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερα από δέκα!) ως μη-μόνιμοι. Παραβλέπει την πολυσχιδή και αυτόνομη διδασκαλία και έρευνά τους, με την οποία συνεισφέρουν τα μέγιστα στο να επιτύχει και να διατηρεί το Πανεπιστήμιο Κύπρου τη σημερινή του εικόνα στο παγκόσμιο ακαδημαϊκό γίγνεσθαι. Υπονομεύει τέλος τη νέα γενιά, αφού οι συνάδελφοι, τα εργασιακά δικαιώματα των οποίων καταπατούνται, είναι εξαιρετικοί νέοι επιστήμονες. Ποιος από αυτούς δεν θα θελήσει να φύγει, αν επικρατήσει το εργασιακό καθεστώς που θέλει να επιβάλει το νέο σχέδιο νόμου;
Υπάρχουν ωστόσο τρία ακόμα στοιχεία που καθιστούν το παρόν νομοσχέδιο εξαιρετικά ύποπτο. Πρώτον, ο χρόνος και ο τρόπος της προώθησής του, στις τελευταίες συνεδριάσεις της Βουλής του Ιουλίου, ώστε να μην είναι εύκολη η αντίδραση της ακαδημαϊκής κοινότητας, αλλά και των ορθότερα σκεπτόμενων φίλων του Πανεπιστημίου στη Βουλή και αλλού. Δεύτερον, η απλοϊκή αλλά και κακόβουλη προσπάθεια να εξισωθεί η διαδικασία ανέλιξης από μη-μόνιμες σε μόνιμες βαθμίδες (το “tenure-track”) της ακαδημαϊκής κοινότητας, ένας διεθνώς αναγνωρισμένος θεσμός, με τη δοκιμασία των συμβασιούχων του δημοσίου. Τρίτο και χειρότερο, η κατάφορη περιφρόνηση των πρόσφατων γνωματεύσεων του Γενικού Εισαγγελέα που δικαιώνουν πλήρως το Πανεπιστήμιο στον τρόπο που χειρίζεται τα θέματα συνταξιοδότησης του μη-μόνιμου προσωπικού.
Όσοι επιχειρούν να προωθήσουν αυτό και παρόμοια νομοσχέδια που καταπατούν κατοχυρωμένα δικαιώματα των εργαζομένων και υποβαθμίζουν το Πανεπιστήμιο θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για τη ΣΥΝΚΑΠΑΚ υπάρχουν σαφείς «κόκκινες γραμμές» και θα μας βρουν αντιμέτωπους με όσα νόμιμα μέσα διαθέτουμε. Αν οι προσπάθειές μας στο εγγύς μέλλον να πείσουμε για την άμεση απόσυρση του νομοσχεδίου δεν επιτύχουν, υπάρχουν δυναμικά μέτρα, στα οποία μπορούμε να καταφύγουμε και θα καταφύγουμε εάν εξαναγκαστούμε».