ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ*
Η αποτυχία της δημοσκόπησης εξόδου για τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών στην Ελλάδα την περασμένη Κυριακή, επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα της αξιοπιστίας των δημοσκοπήσεων εξόδου, αλλά και των δημοσκοπήσεων γενικότερα. Τα exitpolls, όπως είναι ευρύτερα γνωστές, χρησιμοποιούνται κυρίως από τα τηλεοπτικά δίκτυα και ειδησεογραφικά πρακτορεία για σκοπούς έγκαιρης πρόβλεψης του εκλογικού αποτελέσματος αμέσως μετά το κλείσιμο των καλπών.
Οι δημοσκοπήσεις εξόδου διενεργούνται κατά την ημέρα των εκλογώνσε επιλεγμένα εκλογικά κέντρα από εκπαιδευμένους συνεντευκτές (interviewers). Με την έξοδό τους από το εκλογικό κέντρο, ψηφοφόροι που επιλέγονται με συγκεκριμένη μέθοδο δειγματοληψίαςκαλούνται από το συνεντευκτή να επαναλάβουν τη διαδικασία ψηφοφορίας συμπληρώνοντας αυτή τη φορά εικονικό ψηφοδέλτιο και τοποθετώντας το σε κάλπη. Από τις δηλώσεις των ατόμων που είχαν την ευθύνη της δημοσκόπησης στην Ελλάδα, φαίνεται ότι στην εικονική αυτή ψηφοφορία συμμετείχαν και άτομα τα οποία με δική τους πρωτοβουλία ζήτησαν να λάβουν μέρος στη ψηφοφορία. Ως αποτέλεσμα, ένα μέρος του δείγματος ήταν αυτοεπιλεγμένο. Κάτι τέτοιο όμως είναι συνταγή για αποτυχία.
Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα των δημοσκοπήσεων εξόδου είναι το γεγονός ότι στη διαδικασία της εικονικής ψηφοφορίας συμμετέχουν άτομα τα οποία ψήφισαν και επομένως τα αποτελέσματά της δεν επηρεάζονται από άλλες κατηγορίες ατόμων που συναντά κανείς σε συνηθισμένες δημοσκοπήσεις όπως, αναποφάσιστους ή άτομα που δεν είναι καν ψηφοφόροι.Ίσως όμως το κυριότερο πλεονέκτημά τους είναι το γεγονός ότι τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων εξόδουχρησιμοποιούνται ως δεδομένα από κατάλληλα στατιστικά μοντέλαγια την εκτίμηση του τελικού εκλογικού αποτελέσματος. Τα μοντέλα αυτά, εκτός από τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης εξόδου, λαμβάνουν υπόψη και την προηγούμενη εκλογική συμπεριφορά των συγκεκριμένων εκλογικών κέντρων, αλλά και άλλες χρήσιμες πληροφορίες. Από τις δηλώσεις των δημοσκόπων στην Ελλάδα, αντιλαμβάνομαι ότι κάτι τέτοιο δεν έγινε στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση για την τοπική αυτοδιοίκηση. Κατά την άποψή μου,αυτός είναι ίσως ο κυριότερος λόγος της αποτυχίας.
Δεν γνωρίζω αν στις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής στην Κύπρο θα διενεργηθούν δημοσκοπήσεις εξόδου. Στη χώρα μας, το μικρό μέγεθος του εκλογικού σώματος και η πολύ γρήγορη διαλογή των ψήφων καθιστούν τη διενέργειά τους αχρείαστη. Όμως ο ανταγωνισμός για την εξασφάλιση της μεγαλύτερης μερίδας τηλεθέασης, καθιστά τις δημοσκοπήσεις εξόδου πολύ χρήσιμες για τα τηλεοπτικά μέσα.Η όλη διαδικασία του σχεδιασμού και της διενέργειας μιας δημοσκόπησης εξόδου αλλά και η επεξεργασία των αποτελεσμάτων της απαιτεί εμπειρογνωμοσύνη. Ελπίζω τα μεθοδολογικά λάθη που σύμφωνα με τις δηλώσεις των ιδίων των δημοσκόπων έγιναν στην Ελλάδα, να μην επαναληφθούν και στην Κύπρο. Δεν είμαι όμως καθόλου αισιόδοξος. Διατηρώ τις αμφιβολίες μου και επομένως δεν εμπιστεύομαι τις δημοσκοπήσεις εξόδου, τουλάχιστον όχι όλες. Η δυσπιστία μου μεγαλώνει γνωρίζοντας ότι στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, συγκεκριμένη εταιρεία δεν διενήργησε δημοσκόπηση εξόδου ως όφειλε, αλλά συνηθισμένη τηλεφωνική δημοσκόπηση. Το τηλεοπτικό κανάλι για λογαριασμό του οποίου έγινε η συγκεκριμένη έρευνα, όμως τη διαφήμιζε ως δημοσκόπηση εξόδου. Οι τηλεθεατές και οι πολίτες της χώρας αξίζουν περισσότερο σεβασμό.
*Καθηγητής Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου