Για τον Αλέξανδρο Ιωάννου Γκιάλα


ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΕΓΕΙΩΤΗ*

Ταπεινές σημειώσεις και λογισμοί για τον Ορθόδοξο Χριστιανό ποιητή, ιστορικό ερευνητή, πεζογράφο και στοχαστή Γ. Βερίτη

  1. Ο Αλέξανδρος Γκιάλας για τους δύο Αλέξανδρους της Σκιάθου

Πρωτοσυνάντησα τα πεζά γραφτά κείμενα του Γκιαλα έφηβος στη μεταπολεμική Λεμεσό. Γνώριζα τότε τον εγκόσμιο αναχωρητή των Αθηνών. Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Αναλύσεις να αναφορές, απόπειρες ερμηνείας και ορισμού. Ο πλούτος και η σοφία του κυρ-Αλέξανδρου. Ευχάριστη έκπληξη σε εκείνες τις λίγο πολύ επιπόλαιες αναγνώσεις μια μελέτη με μακρύ τίτλο «Το αναμορφωτικό κίνημα των Κολλυβάδων και οι δύο Αλέξανδροι της Σκιάθου». Ένας άλλος νησιώτης Αλέξανδρος ξαναζωγράφιζε την παλαιάν αλήθεια, υπομνημάτιζε σε κάποια ιστορικά περιθώρια του συλλογικού βίου καθοριστικά πλουμιά. Μωραϊτίδης και Παπαδιαμάντης, υπάρξεις με ριζιμιό, δέντρα αγλαόκαρπα, θρεμμένα κι όμορφα. Γης πλούσια και βροχή ολοκοσμητική, όμβρος ελπίδος. Κλάδοι και φυλλωσιές μιας αναγέννησης. Άλλοι την είπαν φιλακαλική. Οι πολλοί την ονομάτισαν για κίνημα.

            Αντιφρόνηση και αντίρρηση στις όποιες απλουστεύσεις χωρίς πρώτερα συμπεράσματα, προαποφασισμένες καταλήξεις. Αν άκριτα και αστόχαστα γυρέψαν άλλοι στον κοσμοκαλόγηρο Παπαδιαμάντη «πίστην ουκ κατ΄επίγνωσιν». Αν έψαξαν για τυπολατρεία και για κάποιον περιθωριακόν κολλημένον «ως όστρακον» σε απλοϊκές δεισιδαιμονίες. Δεν τους συντρόφεψε η ιστορία και τα βήματα της. Επιστρέφοντας ο Γκιάλας κάπου στα 1750 αρχινά την περιγραφή του γνωστού κινήματος, το ορίζει και ακολουθεί όσα βήματα του συναντούν τη σκιά της οσίας χερσονήσου. Σκίαθος και κολλυβάδες Νήφων ιερομόναχος κοινοβιάρχης σε Μονήν Ιεράν του Ευαγγελισμού, Γρηγόριος «πράος και ήσυχος μοναχός, Φλαβιανός και Αλύπιος ηγούμενοι, Διονύσιος γέροντας και λόγιος και τέλος παπά-Αδαμάντιος, ο πατέρας του Παπαδιαμάντη.

            «Είχα λοιπόν την περιέργεια να μάθω, τι ήταν πιο συγκεκριμένα, αυτά που ο Παπαδιαμάντης ¨είχε συνηθίσει από παιδικής ηλικίας». Κι επειδή δεν είμαι προικισμένος με την ικανότητα, όπως ίσως άλλοι, να λύνω τέτοια ζητήματα με μόνη τη φαντασία, κάθισα κι έψαξα όποια πηγή είχα στη διάθεση μου, ικανή να μου δώσει κάποιο στοιχείο διαφωτιστικό γι΄αυτό το ζήτημα, χωρίς φυσικά να εξαντλήται ως εδώ η σχετική βιβλιογραφία. Και τι μας έδωσαν οι πηγές αυτές, που τις αξιολογώτερες σημείωσα πιο πάνω; Αντί να βρούμε στις ρίζες της θρησκευτικότητος των δύο Αλεξάνδρων μια στενοκέφαλη και οπισθοδρομική παράδοση, βρήκαμε μπροστά μας ένα κίνημα θαυμαστό προοδευτικό με την καλύτερη και πλουσιώτερη ένδειξη της λέξεως – το ζωντανότερο χριστιανικό κίνημα που ευτύχησε νάχει η Ελλάδα απ΄τα μέσα του ΙΗ ως τα μέσα του ΙΘ αιώνα».

           Μεριμνώ για να αποφύγω την είσοδο στις λεπτομέρειες. Ένα, ένα να μην πάρω τα πεζά του κείμενα. Αδύνατον όλα να τα παρέλθεις. Κάπου εκεί που γνώρισε η γραφίδα απογειώσεις κοντοστέκεις και θαυμάζεις το ερευνητικό χάρισμα του Αλέξανδρου Γκιάλα και τη μεγάλη του αγάπη για τον κυρ-Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τον άγιο των Ελληνικών γραμμάτων και της χριστιανοσύνης.

  1. Ο ποιητής και στοχαστής Γ. Βερίτης για τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη

Χιλία εννιακόσια σαράντα τέσσερα, μετά το θάνατο του ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. «Ένας κόσμος που φεύγει». Στίχο το στίχο, κραυγή την κραυγή, ξενάγηση στις κρίνες του θανάτου. Ήτανε μια γενιά με χέρια ανθοπλούμιστα και βήματα πολλά υποσχόμενη. Ένας, ένας τραγικά και θανατερά, βήμα το βήμα παλεύοντας ο έρωτας για τη ζωή με εχθρό καλά θρεμμένο. Καρυωτάκης, Παπανικολάου, Λαπαθιώτης ….

            Χορδές ευαίσθητες και ακοή γερή για τα μηνύματα και τα τηλέτυπα απόγνωσης δε στέκει αμείλικτος κριτής για τον ομότεχνο του. Ο Γκιάλας καθώς γράφει για το παιδί που δήλωνε «Το φώς του ήλιου, τη χαρά που δίνει στους ανθρώπους, δεν τάχω νοιώσει …. Εγώ βαδίζω στο σκοτάδι». Καθώς χαρτογραφεί την πορεία ενός κόσμου πληγιασμένου από δίσεχτους κραδασμούς μεταπολέμου. Πονά και δεν το κρύβει. Ανεπαίσθητα και φανερά συνάμα πετυχαίνει τη μύηση και τη μετοχή στον πολλήν φόρτον και τους σφάχτες εκείνους της ψυχής, ταπεινούς συντρόφους του πεφορτισμένου Λαπαθιώτη.

            Μα αν στέκει αδελφός περίλυπος στην καταγραφή και την ανάγνωσιν μιας συγκεκριμένης ανθρώπινης κατάρρευσης. Ανάστατος και καυστικός δε χαρίζει ούτε χαρίζεται στους όποιους επώνυμους κράχτες της: «Αρκετά κι εμείς τους δοθήκαμε στα τυφλά, κι εμπιστευθήκαμε σ΄αυτούς το δρόμο μας και την ψυχή μας. Σ΄αυτά τα σκοτάδια που φτάσαμε, οι ματωμένες εκπυρσοκροτήσεις των αυτοκτονιών μοιάζουν σαν κόκκινες αστραπές που μας δείχνουν ακαριαία το δρόμο της διαφυγής. Μας ζωγραφίσανε το ψέμα με τα χτυπητότερα χρώματα. Στολίσανε το αποτρόπαιο είδωλο της αμαρτίας με γαλάζιες κορδελλίτσες, πολύχρωμα πετράδια, μαστορικά μακιγιαρίσματα. Δυο – τρία χαστούκια της πραγματικότητος, κι η μάσκα πετάγεται μακρυά, οι κορδελλίτσες γίνονται κουρέλια, και φαίνεται η συχαμένη μορφή, με τα κούφια δόντια, τις σάπιες μασέλες, τ΄αλλοίθωρα μάτια, την ανυπόφορη δυσωδία. Ήτανε πια καιρός!  Όσοι ζωντανοί, θα βαδίσουν απάνω, προς τ΄ανοιχτά ψηλώματα της φωτοπλημμυριστής Αυγής της Πίστεως, όπου οι ορίζοντες απλώνονται στο γαλανό κυμάτισμα των όρθρων, διάπλατ΄ανοιχτοί για το τρισελεύθερο φτερούγισμα της πρωτογέννητης μέσα στη Χάρη ψυχής».

            Ακούω και τώρα πριν αποτελειώσω διαφωνίες και αντιρρήσεις. Δε βάλθηκα ν΄ανακαλύψω πεζογράφο, να φανερώσω ένα ανάστημα. Αν ακούγονται ακραία, η αλήθεια φταίει αν είναι φταίξιμο σε ετούτα τα επίπεδα. Ο νεανικός πεζός λόγος του Γκιάλα κομίζει αρετές και προδίδει «βαθειά των πραγμάτων μελέτη» όσο κι αν κλείνομε τα μάτια ξενίζει η νιότη αυτού του ανθρώπου. Τόλμη είχε και έκτισε, ιδιόρρυθμα έστω, έκτισε. Με παρρησία στάθηκε σε μεγάλους μπροστά των ημερών εκείνων. Το μαρτυρά η αλήθεια και τα φύλλα των ημερών.

Ο Αλέξανδρος Γκιάλας, ο Γ. Βερίτης υπήρξε όντως κορυφαίος στοχαστής. Ο σύντομος του βίος υπήρξε συγγραφικά καρποφόρος και η δύναμη του στοχασμού και της αναλυτικής του δύναμης δεν μπορούν να παραθεωρηθούν. Επιβάλλουν απεναντίας μια νέα εμβάθυνση και μελέτη της σύνολης παραγωγής αυτής της ακαταπόνητης γραφίδας. Η δεκαετής διακονία της γραπτής του μαρτυρίας (1938-1948) αναμένει ένα νέο απροκατάληπτο μελετητή.

  1. Μια νεανική μακρόσυρτη αντίρρηση για τον αδικημένο Αλέξανδρο Γκιάλα

Τα παρακάτω εγράφησαν την άνοιξη του 1990 ως πρώτον μέρος μιας ευρύτερης εργασίας για το έργο του ποιητή και λόγιου Γ. Βέριτη (Αλέξανδρου Γκιάλα). Τα αντιγράφω με μικρές αλλαγές ως τεκμήριο των πρώτων αναγνώσεων μου γύρω από τον Βερίτη που κράτησαν μια οκταετία. Από το 1983 μέχρι το 1991.

Για τον Αλέξανδρο Γκιάλα. Μακρόσυρτη αντίρρηση

            Φωνές που δεν τελείωσαν το τραγούδι τους. Το χαρτί στο γραφείο δίπλα στιβαγμένο ανάμενε χαράγματα. Έφυγαν και φτωχότεροι συνεχίσαμε τις περπατησιές. Οι κριτικοί τρέξαν αμέσως η αργότερα. Μέριμνα για κατάταξη και ετικέττα. «Ήσσονας», «μέτριος», ή «διδακτικός». Σε όχθη άλλη οι ημέτεροι προσπάθεια για εξιδανίκευση τίτλους και επίτιτλους. Βιαστικοί χρησμοί και επικίνδυνες ακροβασίες λόγου.

            Για σταθείτε όμως. Η προσωπική περιπέτεια. Ο φόρτος του καθενός. Επιτέλους κάθε ανθρώπινη διάβαση κομίζει πλούτον ή έστω εμπειρίαν. Έτσι απλά μην προσπερνάτε. Εξόφληση δεν είναι με ένα όνομα ακόμη στο πάνω ράφι για τους μικρούς «λογοτεχνίζοντες».

            Θέμα δεν είναι η υιοθέτηση ακόμα κι η πολεμική της κάθε ιδεολογικής γραμμής. Πρόβλημα δε βρίσκω στη μελοποίηση και τα τραγούδια. Πέρα από επίπλαστους χωρισμούς κριτικές, συνηγόρους ή κατήγορους. Μεσοπόλεμος λοιπόν στην Αθήνα. Ένας έφηβος θαλασσινός Αλέξανδρος Γκιάλας στο όνομα. Ιερέως παιδί απ τη Χίο έρχεται στο κλείνον άστυ. Διάβα του θα’ ναι η πορεία ενός εκκλησιαστικού κινήματος. Δοσμένος απόλυτα και τίμια παλεύει. Σπουδές θεολογίας και τέλη της δεκαετίας του τριάντα παίρνει χαρτί και ενθυμείται τα παλαιά εφηβικά γυμνάσματα.

            Γ. Βερίτης υπογράφει τα ποιήματά του. Οι στίχοι τους κομμάτι πάντα απ΄την ψυχή και τον ενθουσιασμό του. Συχνά άρτια πελεκημένοι, πότε αναποφάσιστοι και ατελείς. Προδίδουν ποιητή και ένα αύριο μ΄ανθοφορίες και ωδές αληθείας. Οκτώ χρόνια όλα και όλα εκδοτικής παρουσίας. Σε καιρούς δίσεκτους και χειμωνιές ανάμεσα, η αγωνία ενός αδελφού, πόνος και βεβαιότητες, κλυδωνισμοί κι αναζητήσεις ενδυμάτων ποιητικών για την αλήθεια και το Φως. Θλιμμένα γραμμόφωνα, της Αθήνας πόρτες, μυρωμένα δειλινά ξεψυχούν ανθοπέταλα που κίνησαν…

            Ειλικρινά αντίρρηση ζωής δεν είναι στους στίχους του. Ματιά αναχώρησης στα πράγματα και φωτοπλυμμήρα  αλήθειας και οικοποί, οι ιδρώτες του, τα ποιητικά του εργόχειρα.

            Κάποιοι μελετητές εύκολα και εύκαιροι στους αφορισμούς αγνόησαν τη συμβολή του κι όμως ένας τόμος τεράστιος ποιημάτων και δύο τόμοι πεζών κειμένων αγνοημένοι. Πολυεπίπεδες και πολυθεματικές αναφορές. Πρώτα βήματα ενός μεθοδικού πεζογράφου, ακάματου και επίπονου ερευνητή. Αδικημένος όντως ο Αλέξανδρος Γκιάλας…

  1. Είχεν Φως και χάρην

Σιγογραφώ το δικό μου λογισμό για τον ποιητή Γ. Βερίτη. Σε εποχή δύσβατη με γνωστούς ποιητικούς κατοπτρισμούς ήχησε ελπιδοφόρα το τάλαντο του.

Μόνο που δεν πρόλαβε ν΄αποσώσει κάποια τεριρέμ. Σαν ωρίμαζε πιοτερό η ποιητική φωνή του και άλλον πλούτον θα μας εχάριζεν. Είχε κάτι στο γράψιμο και το πετάρισμα της σκέψης. Κάτι που δεν περπάταγε με τη σιγουριά της ευκολίας.

Είχεν Φως και χάρην.

*Εκπαιδευτικός – ερευνητής

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










208