«Αχ αυτό το μάθημα της Γλώσσας στο Δημοτικό Σχολείο»


ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*  

«Η γλώσσα, σήμερα, εκλαμβάνεται ως:

  • ένα σύστημα σημείων που διέπεται από κανόνες (γλώσσα ως δομή) και στην πραγμάτωσή του διασυνδέεται και συνυπάρχει με άλλους σημειωτικούς τρόπους (εικόνα, ήχο, χειρονομίες κ.λπ.)
  • ένα δυναμικό μέσο επικοινωνίας και δράσης που κάθε φορά εντάσσεται, προσαρμόζεται με και διαμορφώνει συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο, όπου και επιτελεί συγκεκριμένους στόχους (γλώσσα ως λειτουργία)
  • προϊόν και μέσο κατασκευής της κοινωνικής πραγματικότητας (γλώσσα ως σύστημα ιδεών και αξιών).

Οι ποικίλες διαστάσεις της γλώσσας συλλειτουργούν, μέσα από πρακτικές γραμματισμού που προϋποθέτουν τη χρήση κειμένων σε διάφορα επικοινωνιακά και κοινωνικοπολιτισμικά πλαίσια, για την επίτευξη προσωπικών, επικοινωνιακών και κοινωνικών στόχων.
Σημαντική θέση στο γλωσσικό μάθημα κατέχει η Λογοτεχνία, με βασικό σκοπό τον λογοτεχνικό γραμματισμό, ως μία μορφή γραμματισμού, η οποία συμβάλλει στην ευρύτερη γλωσσική αγωγή των παιδιών, περιλαμβανομένης και της ικανότητάς τους για κριτική διερεύνηση κειμένων.
 
Με βάση τα παραπάνω, αναπτύχθηκαν δείκτες επιτυχίας και δείκτες επάρκειας, για διευκόλυνση των προσπαθειών που αφορούν στη συνοχή και τη σαφή στόχευση της γλωσσικής διδασκαλίας, εντός και μεταξύ τάξεων και βαθμίδων, η οποία, επιγραμματικά όσο και καταληκτικά, μπορεί να περιστρέφεται ισόρροπα γύρω από τους ακόλουθους τρεις άξονες:

  • Τοποθέτηση σε πλαίσιο (θεματικό, επικοινωνιακό, κοινωνιοπολιτισμικό)
  • Οργάνωση του λόγου σε επίπεδο κειμένου, πρότασης, λέξης
  • Αξιολόγηση και κριτική κειμένων ως προς το περιεχόμενο και την αποτελεσματικότητά τους.

Η γλωσσική αγωγή και η διδασκαλία της γλώσσας εκτείνονται στη διαχρονική και συγχρονική διάσταση της ελληνικής γλώσσας».   (πηγή: http://ellid.schools.ac.cy/index.php/el/ )

Η μακρόχρονη εμπειρία εκπαιδευτικών που πάντοτε είναι πολύτιμη για όσους πραγματικά ενδιαφέρονται να έχουν ολοκληρωμένη εικόνα πραγμάτων, φανερώνει δεδομένα φθίνουσας πορείας στην εκμάθηση και διδασκαλία της γλώσσας στα σχολεία μας.

Οι αλλαγμένες πια κοινωνικές δομές αλλά και η εργασιακή πραγματικότητα των γονέων, η οποία τους στερεί ώρες από την ποιοτική επικοινωνία με τα παιδιά τους, είναι σημαντικότατοι παράγοντες. Μαζί με τις απανωτές αλλαγές στις φιλοσοφίες αναφορικά με τη διδακτική του μαθήματος τα τελευταία χρόνια, έχουν επιφέρει μεγάλο μπέρδεμα ανάμεσα στο διδασκαλικό κόσμο από τη μια και περισσότερες απαιτήσεις από τους γονείς προς τους εκπαιδευτικούς από την άλλη.

Οι εκπαιδευτικοί, έχουν μπροστά τους τα σημερινά παιδιά τα οποία  λόγω της απομόνωσής τους στο σπίτι, της υπερπροστασίας τους και της ενασχόλησής τους με την τεχνολογία έχουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά και ανάγκες από τα παιδιά της προηγούμενης δεκαετίας. Τα ερεθίσματα τους, το λεξιλόγιό τους, ο προφορικός τους λόγος είναι μειωμένος αφού οι «μαγικές οθόνες» τους έχουν ως απλούς θεατές και όχι ως ενεργούς συμμετέχοντες έκφρασης λόγου. Το ίδιο ισχύει και για τον γραπτό τους λόγο αφού η τεχνολογία με την γραφή ενός γράμματος πλέον τους εμφανίζει ολόκληρες προτάσεις για να επιλέξουν τι αναζητούν και έτσι δε χρειάζεται να σκεφτούν τι και πώς να το γράψουν.

Ο ρόλος λοιπόν του σχολείου και του εκπαιδευτικού με αυτά τα δεδομένα είναι πολύ δύσκολος. Εγείρονται ερωτήματα του τύπου «Τι θέλουμε τελικά να διδάξουμε στα παιδιά μας;»,  «Τι έχουν ανάγκη;», «Σε ποια τάξη του σχολείου και σε ποια ηλικία είναι έτοιμα να διδαχθούν το καθετί;».  «Η διδακτική διαδικασία θα πρέπει να είναι άραγε η ίδια για όλες τις τάξεις του δημοτικού;» «Ποιες ανάγκες των παιδιών πρέπει να καλύπτονται σε κάθε τάξη και με ποιους τρόπους»;

Η απλοποίηση της διαδικασίας αλλά και η αποφόρτωση του υφιστάμενου ΑΠ από τα ΠΟΛΛΑ εγχειρίδια τα οποία υπάρχουν μαζί με τη στόχευση συγκεκριμένων αναγκών θα βοηθούσε τη διαδικασία. Είναι άραγε φρόνιμο και χρήσιμο να γράφουν εκθεσούλες τα παιδιά από την Α’  Δημοτικού; Μήπως άραγε θα ήταν ορθότερο να εστιάσουν στη συγγραφή προτάσεων με νόημα αλλά ταυτόχρονα και στην εκμάθηση της σωστής ορθογραφίας των λέξεων μέσα από διάφορα παιχνίδια; Μήπως το μάθημα των Ελληνικών των παιδιών της Α’ τάξης τελικά να έπρεπε να εστιάζεται γύρω από το παιχνίδι;  Τον εμπλουτισμό λεξιλογίου αλλά και τη σωστή χρήση αυτού; Άραγε όταν αφεθεί το παιδί και μάθει λέξεις λάθος στις πρώτες τάξεις του δημοτικού  θα μπορεί μετά να τις μάθει σωστά;

Απ’ την άλλη, αν το πιο πάνω είναι ανέφικτο, μήπως τότε να εστιάζαμε περισσότερο στην ανάπτυξη του προφορικού λόγου και την εικονική ανάπτυξη λεξιλογίου και να εμβαθύναμε στη Β’ τάξη με το γραπτό λόγο; Μέσα  από τη σωστή δομή της παραγράφου.  Τι αξία έχει να γράφει το παιδί  εκθεσούλα αλλά να μην χρησιμοποιεί σωστό λεξιλόγιο και προτάσεις; Να μη διδάσκεται το σωστό τρόπο συγγραφής της; Σε τι εξυπηρετεί η ανάγκη ανάμιξης όλων των κομματιών της γλώσσας, προφορικός, γραπτός λόγος, λεξιλόγιο, γραμματική, κριτική θεώρηση κειμένων, πρότζεκτ  κάθε χρονιά;

Άραγε αν κάθε χρονιά εστίαζαν απλά σε κάτι και την επόμενη ή τη μεθεπόμενη εμβάθυναν δε θα ήταν αποτελεσματικότερο; Με τα υφιστάμενα εγχειρίδια τα παιδιά μέχρι τη Στ’ Δημοτικού χτίζουν γραμματικά αλλά και λεκτικά. Συνεπώς τα γραπτά τους πρέπει να είναι σε πολύ απλοποιημένο λόγο. Αν όμως οι πρακτικές εμπλουτισμού που προτείνονται για τη Δ΄ τάξη εφαρμόζονταν σε μικρότερες τάξεις και απλά στη Δ΄ εστίαζαν στην παραγωγή όχι παραγράφου, εφόσον λογικά τη διδάχτηκαν σε μικρότερη τάξη, αλλά μικρών κειμένων και αργότερα στις μεγαλύτερες σε κείμενα μεγαλύτερα τα αποτελέσματά μας δε θα ήταν καλύτερα;

Η γλώσσα δεν είναι αριθμοί ούτε τύποι. Είναι ένας λαβύρινθος λέξεων τον οποίο καλούνται οι μαθητές να ανακαλύψουν και ταυτόχρονα να τον  ξεδιπλώσουν  στο χαρτί παραγωγής γραπτού λόγου τους. Αν δεν προηγηθεί κατάλληλη προεργασία προφορικού λόγου και εμπλουτισμού λεξιλογίου και δομής πρότασης αυτό δεν πρόκειται να πετύχει ποτέ.

Όλα τα πιο πάνω αναδεικνύουν πως υπάρχει ανάγκη οργάνωσης και συστηματοποίησης  της διδασκαλίας της γλώσσας με την προσφορά στον εκπαιδευτικό κατάλληλου υλικού, αλλά και καθοδήγησης. Ξεκάθαρης καθοδήγησης. Η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα διδάσκεται ως μάθημα και αποτελεί αφετηρία για διάσημα Πανεπιστήμια του εξωτερικού και οι νόμιμοι χρήστες της δεν μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν σωστά διότι τη διδάσκονται λάθος. Μήπως οι πολιτικές που ακολουθούνται γι΄ αυτήν είναι πιθανότατα λανθασμένες;

Όσους δείκτες επάρκειας και επιτυχίας και αν δώσουμε στους εκπαιδευτικούς εφόσον δεν ανταποκρίνονται σε σωστά οργανωμένα εγχειρίδια και επιμόρφωση πάντοτε θα υπάρχουν παρανοήσεις. Εάν οικονομικά η Κύπρος δε μπορεί να δημιουργήσει τα δικά της εγχειρίδια τότε ας μεταποιήσει τα υφιστάμενα και ας δώσει επιτέλους ξεκάθαρες οδηγίες στους εκτελεστές τους αναφορικά με τη διδασκαλία τους. Ας επιμορφώσει τους εκπαιδευτικούς για τον τρόπο που πρέπει να γίνεται το μάθημα σε κάθε τάξη. Είναι αδιανόητο να επιμορφώνεται ένας εκπαιδευτικός γενικά στα ελληνικά και να θεωρείται πως μπορεί να διδάξει με τον ίδιο τρόπο κάθε τάξη του δημοτικού σχολείου το συγκεκριμένο μάθημα. Είναι αδιανόητο οι σύμβουλοι για το πιο σημαντικό μάθημα ίσως του ΑΠ να είναι λιγότεροι από τους συμβούλους άλλων μαθημάτων.

Με τρία τεύχη βιβλίου και τρία Τετράδια εργασιών το μόνο που προλαβαίνουν τα παιδιά να διδαχθούν είναι μόνο γραμματικοί κανόνες. Αυτό όμως είναι που θέλουμε; Να μάθουν τη γραμματική της γλώσσας μας; Ή να μάθουν να τη χρησιμοποιούν σωστά τη γλώσσα μας;

ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΕΛΙΚΑ ΣΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠ ΑΥΤΟΥ;

*Εκπαιδευτικός Δημοτικής Εκπαίδευσης 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










349