ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΣΕΡΑΦΕΙΜ*
Δεν ξέρω αν θυμάστε τι έγινε σαν σήμερα πριν από 47 χρόνια. 21 Απριλίου 1967. Σας θυμίζει κάτι αυτή η ημερομηνία; Είναι η μέρα εκδήλωσης της χούντας από μια χούφτα παρανοϊκών συνωμοτών που ήθελαν, από ματαιοδοξία και ένα αρρωστημένο μικρομεγαλισμό, να κυβερνήσουν την Ελλάδα, καταλύοντας το σύνταγμα, τους θεσμούς, τους νόμους και περιορίζοντας την ελευθερία των Ελλήνων. Γ. Παπαδόπουλος, Δ. Ιωαννίδης, Στ. Πατακός στην πρώτη γραμμή. Ο τελευταίος είναι εν ζωή ακόμα. Για να μας θυμίζει με τις ερεθιστικές του δηλώσεις από πόσες δυσκολίες πέρασε η εδραίωση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, πόσο πολύτιμη είναι, και πόσο θερμά πρέπει όλοι να τη στηρίξουμε και να τη δυναμώσουμε.
Δε θέλουμε, φαντάζομαι, να ξαναπεράσουμε βασανιστήρια, επειδή η άποψή μας ή οι ενέργειές μας δεν αρέσουν στην κυβέρνηση. Κάποιοι φρενοβλαβείς θιασώτες της χούντας υποστηρίζουν, αν τους ακούσετε, ότι δε γίνονταν βασανιστήρια τότε. Η περίπτωση του ηρωικού ταγματάρχη Σπύρου Μουστακλή, που έμεινε παράλυτος από τα χτυπήματα των «Εσατζήδων», τους στοιχειώνει. Δεκάδες οι «Μουστακλήδες» κατά τη διάρκεια της Χούντας.
ΘΕΛΩ να μπορώ να μιλώ ελεύθερα. ΘΕΛΩ να μπορώ να λέω ό,τι επιθυμώ είτε αρέσει στους εκάστοτε κρατούντες, είτε όχι. ΘΕΛΩ να μπορώ να είμαι ενεργός πολίτης χωρίς να φιμώνομαι και χωρίς να διώκομαι. Και πιστεύω ότι το ίδιο θέλετε και εσείς. Όταν ακούω όμως τη φράση «Ε, ρε Παπαδόπουλος, Πατακός ή Χούντα που σας χρειάζεται» νιώθω άσχημα. Γιατί καταλαβαίνω ότι κάποιοι συμπολίτες μου δε μπορούν να εκτιμήσουν την αξία της δημοκρατίας. Και γιατί φοβούμαι ότι κάποιοι από εμάς σε Ελλάδα και Κύπρο αρχίζουμε να κλείνουμε το μάτι σε φασίστες. Σε ανθρώπους που θεωρούν ότι μπορούν να μαχαιρώνουν άλλους γιατί δεν ανήκουν στη φυλή τους και να φιμώνουν άλλους με φόβητρο το μαχαίρι γιατί έχουν απόψεις διαφορετικές από τις δικές τους.
Κάποιος θα μου πει: «τουλάχιστον οι χουντικοί δεν έκλεψαν». Κάτι ανάλογο είπε και ο φυρερίσκος της Χρυσής Αυγής πριν ξεκινήσει την καριέρα του στις φυλακές, όταν κραύγαζε ότι «μας είπαν ναζί, δεν μας έχουν πει όμως ποτέ κλέφτες. Αυτά τα χέρια μπορεί να χαιρετάνε έτσι (χειρονομία), αλλά είναι καθαρά χέρια, δεν έχουν κλέψει». Το απόλυτο ψεύδος: τα ρουσφέτια, οι αδιαφανείς αναθέσεις μεγάλων αναπτυξιακών έργων σε ευνοουμένους, η ατιμωρησία και η οικογενειοκρατία ήταν νοσηρά φαινόμενα που άνθισαν στην επταετία.
Θα μου κάποιος, δικαίως ως ένα βαθμό, ότι η σημερινή δημοκρατία είναι κουτσουρεμένη. Θα συμφωνήσω. Το πολίτευμα της Δημοκρατίας δεν είναι τέλειο. «Έχει κι αυτό τα όριά του, τις σκιές του, τις μαύρες τρύπες του» (Ρεζίς Ντεμπρέ). Σε αυτό το σημείο οι ευθύνες πρέπει να επιμεριστούν σε όλους τους φταίχτες: και τους πολιτικούς, αλλά και τους πολίτες. Οι πρώτοι φταίνε περισσότερο από τους δεύτερους, βεβαίως. Φταίνε όταν άλλα λένε προεκλογικά και άλλα κάνουν μετεκλογικά. Φταίνε όταν τις κρίσιμες για τη συλλογική ευημερία αποφάσεις τις λαμβάνουν αδιαφορώντας για το κοινό αίσθημα. Δεν πρέπει να παρασύρονται από αυτό και να μην κάνουν ό,τι πρέπει γιατί είναι αντιδημοφιλές. Δε λέω αυτό. Λέω όμως ότι το να αδιαφορείς για τον κόσμο και να θεσπίζεις, για παράδειγμα, νόμους ατιμωρησίας και συγκάλυψης εξευτελίζει τη δημοκρατία. Το να διατηρείς εσύ τα προνόμιά σου, όταν ο κόσμος πεινά, και μετά να βάλλεις κατά θεσμών αριστείας, όπως είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου, είναι ο έσχατος εξευτελισμός της δημοκρατίας. Το να εφαρμόζεις εκλογοκαλπονοθευτικά συστήματα για να αλλοιώσεις τη βούληση του λαού είναι μαχαιριά στη δημοκρατία. Μπορώ να πω και άλλα για τους πολιτικούς.
Αλλά θα κάνω μια παύση και θα πάω στους πολίτες. Όταν νιώθεις ότι δημοκρατία είναι να ψηφίζεις μόνο κάθε 4 ή 5 χρόνια -αν το κάνεις και τότε - και μετά να αδιαφορείς, δεν είσαι σωστός δημοκράτης. Όταν πιστεύεις ότι μπορείς να ψηφίζεις με κριτήριο το ρουσφέτι που ζήτησες, δεν είσαι σωστός δημοκράτης. Και πριν διαμαρτυρηθείς για τη δημοκρατία που σου δώσανε, σκέψου ποια είναι η δημοκρατία που εσύ δημιούργησες: με την ψήφο σου ή με την αδιαφορία και τη σιωπή σου.
Η δημοκρατία δεν είναι απλώς ένα σύνολο νόμων. Είναι ό,τι δημιουργούμε με τη στάση ζωής μας, με τις απόψεις μας, με τις ενέργειές μας. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να ενισχύσουμε, να εμβαθύνουμε, να ενδυναμώσουμε τη δημοκρατία. Δεν ξέρω αν θα πετύχουμε. Ξέρω, όμως, ότι 47 χρόνια μετά τη Χούντα του '67, η λύση δεν είναι να παραδώσουμε τη δημοκρατία σε φασισταριά. «Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μας βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό» (Γ. Σεφερής).
*Φιλόλογος