Άγχος αποχωρισμού, δυσκολίες προσαρμογής και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη στο νηπιαγωγείο


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΝΑΣΙΑΣ ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ -ΠΑΥΛΟΥ*

Ξεκινώντας η νέα σχολική χρονιά, έντονα συναισθήματα κατακλύζουν κυρίως γονείς και παιδιά της νηπιακής ηλικίας.  Η προσχολική ηλικία, δηλαδή τα χρόνια πριν το δημοτικό σχολείο, χαρακτηρίζεται από αλλαγές τόσο στην σωματική ανάπτυξη όσο και σε άλλους τομείς της εξέλιξης του παιδιού όπως η ψυχοκινητική, η γνωστική, η γλωσσική, η αντιληπτική ωριμότητά του.  Παράλληλα με όλες αυτές τις αλλαγές, η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη στην προσχολική ηλικία είναι υψίστης σημασίας, βοηθώντας το νήπιο να διαμορφώσει τις σχέσεις του με τα πρόσωπα και τα πράγματα του περιβάλλοντός του.

Κοινωνικοποίηση «είναι η διαδικασία με την οποία το παιδί μαθαίνει να συμπεριφέρεται κατά τα πρότυπα της ομάδας στην οποία προορίζεται να ζήσει και να δράσει.  Μέσω της διαδικασίας αυτής το παιδί αποκτά την κοινωνική συνείδηση και τον αυτοέλεγχο που απαιτείται για να γίνει υπεύθυνο μέλος της κοινότητας» (Παρασκευόπουλος, 1987). 

Με βάση κυρίως τις έρευνες του Erik Erikson, η εξελικτική ψυχολογία αναφέρει πως, επαρκής κοινωνικοποίηση είναι αυτή που επιτρέπει στα παιδιά να περάσουν συγκεκριμένες «αναπτυξιακές κρίσεις» με επιτυχία.  Αρκετά  παιδιά σήμερα πηγαίνουν στο νηπιαγωγείο από τα 2 τους χρόνια (κυρίως στα ιδιωτικά όπου δεν υπάρχει περιορισμός για το ότι δεν έχουν αποκτήσει ακόμα έλεγχο σφικτήρων και φοράνε πανί) ενώ από τα 3-4 τους χρόνια και μετά η πλειοψηφία των νηπίων φοιτούν και στα δημόσια νηπιαγωγεία και όλα τα παιδιά, βάσει Νόμου, στην προδημοτική τάξη η οποία είναι υποχρεωτική. 

Εκεί, λοιπόν, από τα 2 έως τα 3 του χρόνια, το νήπιο περνάει μια αναπτυξιακή κρίση αυτή της «αυτονομίας ή αμφιβολίας».  Αρχίζει η απεξάρτηση από τη μητέρα ή το άτομο πρωταρχικής φροντίδας και η εξερεύνηση του περιβάλλοντος.  Το παιδί απαιτεί να αποφασίζει μόνο του τι θέλει να κάνει, πως και πότε.  Ο τρόπος που θα αντιδράσει ο γονιός σε αυτή την κρίση του Εγώ του παιδιού του, καθορίζει πόσο αυτόνομο και ανεξάρτητο θα είναι το παιδί ή πόσο θα αρχίσει να κυριεύεται από αμφιβολίες, ανασφάλειες ή αναξιότητα.  Επιτυχία θεωρείται όταν το παιδί αναπτύξει δεξιότητες αυτονομίας που οδηγούν σε τάση δραστηριοποίησης και εξερεύνησης παίρνοντας πρωτοβουλίες σε αντίθεση με το παιδί που είναι γεμάτο αμφιβολίες και οδηγείται σε αισθήματα τύψεων και ενοχών (2η ψυχοκοινωνική κρίση, «πρωτοβουλία ή ενοχή»).  Επομένως, συνοπτικά, ένα νήπιο μαθαίνει καλύτερα να εντάσσεται σε μια κοινωνική ομάδα, πχ αυτή του νηπιαγωγείου, όταν είναι αυτόνομο και έχει μάθει να παίρνει πρωτοβουλίες χωρίς να αμφιβάλλει για τον εαυτό του, τις γνώσει και τις ικανότητές του οι οποίες ενισχύονται και δεν του δημιουργούν αισθήματα κατωτερότητας, τύψεων και ενοχών.

Τα παιδιά, τελικά, που δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στο νηπιαγωγείο, αυτά που εμφανίζουν αδικαιολόγητο για εμάς άγχος, είναι πιθανώς παιδιά των οποίων οι γονείς δεν αποδέχτηκαν ή δεν χειρίστηκαν σωστά τη μετάβασή τους στο νηπιαγωγείο ως μέρος μιας φυσιολογικής εξελικτικής πορείας του παιδιού τους.  Πολλές φορές έτυχε να διερωτηθούμε ποιος είναι τελικά ποιο αγχωμένος, το παιδί ή η μητέρα του; Για το κατά πόσο ένα παιδί θα αποχωριστεί τον γονιό και θα προσαρμοστεί φοιτώντας χωρίς δυσκολίες στο νηπιαγωγείο υπάρχουν θεωρίες που μιλούν όχι μόνο για τις κρίσεις του Εγώ αλλά και για παράγοντες όπως η προσωπικότητα παιδιού – γονιού, το οικογενειακό ιστορικό, η δυναμική της οικογένειας, η σειρά γέννησης του παιδιού, το φύλο του παιδιού, γενετικοί και άλλοι παράγοντες (Μακρή-Μπότσαρη, 2008, Smyke etal, 2014).

Το άγχος του αποχωρισμού στη νηπιακή ηλικία είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο και συνδέεται άμεσα με το άτομο φροντίδας, στις πλείστες των περιπτώσεων, τη μητέρα και το δεσμό / προσκόλληση μαζί της (Bowlby, 1973).  Ο φόβος απώλειας της φροντίδας και της ασφάλειας και προστασίας που παρέχει η μητέρα στο παιδί, δημιουργεί αισθήματα άγχους κατά τον αποχωρισμό τους την ώρα που μένει μόνο του στο χώρο του νηπιαγωγείου.  Φυσιολογικό είπαμε πως είναι και θεωρείται έτσι από την στιγμή που η αρχική διαμαρτυρία και απόγνωση γίνεται, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, αποδέσμευση, αποδοχή και ηρεμία.   Σε αντίθετη περίπτωση, το φυσιολογικό άγχος αποχωρισμού μπορεί να εξελιχθεί σε διαταραχή.

Τα χρόνια του νηπιαγωγείου είναι σημαντικά όσον αφορά στην ετοιμότητα του παιδιού για τη φοίτησή του στο δημοτικό στα 5,5-6 χρόνια του.  Όχι όμως μόνο γνωστικά αλλά και συναισθηματικά.  Συμπτώματα δυσλειτουργίας, δυσκολίας προσαρμογής, σχολικής άρνησης, έντονης απροθυμίας να αποχωριστεί τους γονείς, μειωμένη κοινωνική επαφή με συνομηλίκους, επαναλαμβανόμενα σωματικά συμπτώματα δεν θα πρέπει να αγνοηθούν από γονείς και νηπιαγωγούς. 

Ας μην ξεχνάμε ότι η φοίτηση στο νηπιαγωγείο μπορεί να είναι θεωρητικά μια ευχάριστη και δημιουργική φάση στην ζωή ενός παιδιού αλλά, πέρα από τον αποχωρισμό από τους γονείς, το νήπιο εισβάλει σε ένα άγνωστο περιβάλλον με δικούς του κανόνες όπου καλείται να συνυπάρξει με ενήλικες και συνομηλίκους διαφορετικών ιδιοσυγκρασιών, εμπειριών και προσωπικοτήτων.  Πρέπει να πειθαρχήσουν, να συμμορφωθούν, να ανταγωνιστούν, να ακολουθήσουν μια ρουτίνα μέσα στην οποία ίσως νιώθουν πίεση, ανασφάλεια, αμφιβολία, αγωνία, φόβο, αμηχανία.  Μέσα σε αυτό το περιβάλλον καλούνται να αποδείξουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν.  Πρέπει να αποδείξουν ότι γνωστικά, γλωσσικά, κινητικά και κυρίως συναισθηματικά μπορούν να επιβιώσουν.  Νιώθουν ότι πρέπει να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες των γονιών τους, κάνοντάς τους να νιώσουν υπερήφανοι. 

Ένα ποσοστό νηπίων, δεν μπορεί να διαχειριστεί τόσα «πρέπει», δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε τόσες προκλήσεις. Η φοίτηση τότε στο νηπιαγωγείο εξελίσσεται σε αρνητική με όλα τα επακόλουθα. 

*Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας

Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










612