Η Ανεξάρτητη Κίνηση Δασκάλων-Νηπιαγωγών (Α.Κί.ΔΑ) έστειλε την ακόλουθη επιστολή στον Υπουργό Παιδείας Κώστα Καδή σχετικά με το προτεινόμενο Νέο Σχέδιο Διορισμών:
«Θέμα: 11+1 Ερωτήματα για το Νέο Σχέδιο Διορισμών προς τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Ως Α.Κί.ΔΑ έχουμε εκφράσει κατ’ επανάληψη τους έντονους προβληματισμούς μας και τη διαφωνία μας, ως προς τη φιλοσοφία της πρότασης για το Νέο Σχέδιο Διορισμών, αλλά και της διαδικασίας που το Υπουργείο ακολουθεί. Με την παρούσα επιστολή προς εσάς, αλλά και τη δημοσιοποίησή της για ενημέρωση της κοινής γνώμης, επιθυμούμε όπως καταθέσουμε συγκεκριμένους προβληματισμούς για τους οποίους αναμένουμε ξεκάθαρες απαντήσεις.
Σύμφωνα με την Έκθεση Ευρυδίκη (2013)[1], σχεδόν όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες έχουν λάβει μέτρα παρακολούθησης της ισορροπίας στην προσφορά και στη ζήτηση εκπαιδευτικών, με στόχο να προεξοφλούν και να ανταποκρίνονται στις ανάγκες πρόσληψης εκπαιδευτικών. Την ίδια ώρα, η Κύπρος έχει ως μοναδικό στρατηγικό στόχο την αλλαγή του τρόπου διορισμού, αγνοώντας διεθνείς έρευνες και πρακτικές.
Ενώ η επικαλούμενη πρόθεση της Επίσημης Πλευράς είναι η άμβλυνση του διογκωμένου καταλόγου διοριστέων, είναι βέβαιο πως μια πιθανή αλλαγή στον τρόπο διορισμού των εκπαιδευτικών, θα έχει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα. Θα οδηγήσει δηλαδή, σε αύξηση του αριθμού αποφοίτων, από το 2018 και μετά. Η παραγωγή φοιτητών δε θα μπορεί να συμβαδίσει με τις αφυπηρετήσεις και ο αριθμός των ανέργων δασκάλων, τουλάχιστον θα διπλασιαστεί μέσα σε 15 χρόνια. Είναι ενδεικτικό πως περίπου όσες νέες θέσεις θα προκύψουν από αφυπηρετήσεις στη δημοτική μέχρι το 2030, καλύφτηκαν σε εγγραφές στον κατάλογο το 2012, σε μια χρονιά. Όλα αυτά, χωρίς να υπολογίσουμε τη μαζική κάθοδο των Ελλαδιτών συναδέλφων, η οποία ήδη έχει αρχίσει.
Σύμφωνα με τους Kc Kinsey & Company (2007)[2], τα εκπαιδευτικά συστήματα έχουν δύο συνήθεις τρόπους επιλογής των εκπαιδευτικών: α) επιλέγουν τους εκπαιδευτικούς πριν να αρχίσουν το πτυχίο τους στο Πανεπιστήμιο και περιορίζουν τις προσλήψεις για εκείνους που έχουν επιλεγεί και β) η επιλογή των εκπαιδευτικών αφήνεται μετά την αποφοίτηση από τα Πανεπιστήμια. Ενώ στην Κύπρο γίνονται προσπάθειες να εφαρμοστεί η δεύτερη επιλογή, τα πιο επιτυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα, χρησιμοποιούν την πρώτη, ή παραλλαγές της. Το σκεπτικό της πρώτης επιλογής είναι πως μια πιθανή αποτυχία περιορισμού του αριθμού των αποφοίτων από τα Πανεπιστήμια, οδηγεί αναπόφευκτα σε υπερπροσφορά υποψηφίων εκπαιδευτικών, που συνεπώς επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των εκπαιδευτικών. Από την άλλη, τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα επιλέγουν την πρώτη μέθοδο. Επιτυγχάνουν να προσλαμβάνουν τους καλύτερους εκπαιδευτικούς, με τον έλεγχο ή τον περιορισμό των θέσεων που προσφέρονται στα πανεπιστήμια, έτσι ώστε η προσφορά να ανταποκρίνεται στη ζήτηση.
Ταυτόχρονα, με το προτεινόμενο σχέδιο προκύπτουν σοβαρά ζητήματα όσον αφορά τη διαχείριση ανθρωπίνου δυναμικού, που συνεπαγωγικά θα επηρεάσουν την παρεχόμενη εκπαίδευση. Μια από τις θεμελιώδεις αρχές της εκπαιδευτικής ηγεσίας και διοίκησης είναι ότι ο εργαζόμενος οδηγείται σε αυξημένη παραγωγικότητα εάν νιώθει ότι ο προϊστάμενος του ενδιαφέρεται για το άτομό του, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, εξασφαλίζει καλές συνθήκες εργασίας, ενδιαφέρεται για την ευημερία του και αναγνωρίζει την προσφορά του στον οργανισμό. Επιπλέον, υπάρχει άμεση αλληλεπίδραση της αποτελεσματικότητας με την επάρκεια του εκπαιδευτικού, δηλαδή τα συναισθήματά του, την ικανοποίηση των κινήτρων του μέσα από την επιδίωξη των στόχων της υπηρεσίας (Θεοφιλίδης, 2012)[3]. Τα τελευταία δύο χρόνια, σημαντική μερίδα μη μόνιμων συναδέλφων, εργάζεται κάτω από συνθήκες άγχους και αβεβαιότητας για το επαγγελματικό τους μέλλον και αποτελούν αντικείμενο συζήτησης που στόχο έχει την υποτίμηση της ικανότητάς, της επάρκειας και του κύρους τους.
Συνυπολογίζοντας τα πιο πάνω, προκαλεί ερωτηματικά η βιασύνη με την οποία επιχειρείται η αλλαγή στο σύστημα διορισμών, ειδικά από τη στιγμή που υπάρχουν ξεκάθαρες αναφορές πως η όλη προσπάθεια ενδέχεται να προκαλέσει ακόμη περισσότερα προβλήματα, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Με την παρούσα, σας καλούμε όπως μας δώσετε σαφείς και τεκμηριωμένες απαντήσεις ως προς τα κάτωθι:
Μελετώντας το προτεινόμενο σχέδιο, είναι εμφανής η απουσία πειστηρίων για το πού στηρίχτηκε το όλο εγχείρημα και η έλλειψη επιστημονικότητας. Ενώ δε στο ΝΣΔΕ γίνονται περιεκτικότατες αναφορές ως προς τις διαπιστώσεις οργανισμών ιδιωτικών συμφερόντων για το εκπαιδευτικό γίγνεσθαι της Κύπρου, το σχέδιο αποτυγχάνει να προβάλει αντίστοιχες αναφορές ως προς τη θεραπεία και σαφώς να την τεκμηριώσει με πειστικό τρόπο. Αβίαστα λοιπόν, είναι εύλογη η καχυποψία για τα κίνητρα και τους στόχους της όλης προσπάθειας και η βιασύνη και η προχειρότητα στην εφαρμογή προκαλεί αμηχανία και βασανιστικούς συνειρμούς ως προς τις δυσμενείς επιπτώσεις που θα έχει στην Παιδεία του τόπου.
Αναμένουμε με αγωνία την τοποθέτησή σας, τόσο ως προς τους προβληματισμούς μας αλλά κυρίως ως προς τα ερωτήματα που παρατίθενται. Ευελπιστούμε πως θα ανταποκριθείτε στο κάλεσμά μας, κρίνοντας πως είναι καλό η κοινωνία αλλά και ο εκπαιδευτικός κόσμος να ενημερωθεί ενδελεχώς, έτσι ώστε να έχει ολική άποψη για το θέμα. Ταυτόχρονα, σας υπενθυμίζουμε πως σας έχει ήδη κοινοποιηθεί επιστολή στην οποία παρατίθεται σειρά προβληματισμών και ερωτημάτων για την έρευνα TIMSS (11/03/2015) για την οποία δεν έχουμε πάρει ακόμη απάντηση. Θεωρούμε πως ο δημόσιος διάλογος ειδικά όταν αφορά το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, θα έπρεπε να είναι αυτοσκοπός, υποχρέωση και αυτονόητος στόχος. Συνεπώς, ευελπιστούμε πως θα λάβουμε απαντήσεις και για τις δύο επιστολές άμεσα.
Ανεξάρτητη Κίνηση Δασκάλων-Νηπιαγωγών ( Α.Κί.ΔΑ )»
[1] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, EACEA, Eurydice, 2013. Αριθμοί Κλειδιά για Εκπαιδευτικούς και Διευθυντές
Σχολείων στην Ευρώπη. Έκδοση 2013. Έκθεση Ευρυδίκη. Λουξεμβούργο: Γραφείο Δημοσιεύσεων
της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
[2] McKinsey & Company (2007). How the world's best-performing school systems come out on top.
[3]Θεοφιλίδης, Χ. (2012). Σχολική ηγεσία και διοίκηση: Από τη γραφειοκρατία στη μετασχηματιστική ηγεσία. Εκδόσεις Γρηγόρη.