Διαιτητικοί χειρισμοί στην παιδική ηλικία για πρόληψη του συνδρόμου ελλειμματικής προσοχής


ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ*

Το σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής με υπερκινητική συμπεριφορά (ADHD - attention deficit hyperactivity disorder), είναι διαταραχή που παρατηρείται κατά την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος, και όπως περιγράφεται στο DSM-4,  χαρακτηρίζεται από μειωμένη προσοχή, παρορμητικότητα και υπερκινητικότητα. Μέχρι τώρα δεν υπάρχουν καθορισμένοι βιολογικοί δείκτες και αιτιολογία του συνδρόμου, κάτι που δυσκολεύει στην διάγνωση και στην θεραπεία. Όπως αναφέρεται, το ADHD είναι μία σύνθετη και πολύ-παραγοντική νόσος με γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες, διαφορετικούς στον κάθε ασθενή. Στην παιδική ηλικία παρουσιάζεται δυσκολία στην επικοινωνία ή/και επιθετική συμπεριφορά, μαθησιακές διαταραχές, όπως δυσλεξία και αναπτυξιακές γλωσσικές δυσκολίες καθώς και αυτιστικές συμπεριφορές.

Η θεραπεία του συνδρόμου συμπεριλαμβάνει τη φαρμακευτική και συμπεριφοριστική θεραπεία. Οι δύο θεραπείες πραγματοποιούνται συνδυαστικά ανάλογα με τα συμπτώματα που εμφανίζονται. Έτσι, για άτομα με ADHD με χαρακτήρα επικοινωνιακής διαταραχής, πραγματοποιείται ψυχοκοινωνική παρέμβαση σε συνδυασμό με φαρμακοθεραπεία. Βέβαια, η θεραπευτική προσέγγιση αμφισβητείται, καθώς η αποτελεσματικότητά της καλύπτει ένα ποσοστό 34-68% των ατόμων με ελλειμματική προσοχή.

Από διατροφικής πλευράς, μια ερευνητική ομάδα κατηγοριοποίησε τις διάφορες διατροφικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση του ADHD.  Η πρώτη κατηγορία είναι οι  «αξιοσημείωτες θεραπείες για τους περισσότερους ασθενείς», όπου συμπεριλαμβάνει συμπληρώματα πολυβιταμινών και απαραίτητων λιπαρών οξέων. Η δεύτερη κατηγορία είναι οι «αξιοσημείωτες θεραπείες για συγκεκριμένο πληθυσμό», που συμπεριλαμβάνει τα συμπληρώματα σιδήρου, L-καρνιτίνης και διμεθυλαμιναιθανόλης, καθώς και τις δίαιτες αποκλεισμού. Στην τρίτη κατηγορία είναι οι «θεραπείες οι οποίες χρειάζονται περισσότερη έρευνα», που συμπεριλαμβάνουν συμπληρώματα μαγνησίου, ψευδάργυρου και συνδυασμού μικροθρεπτικών. Στην τέταρτη κατηγορία ανήκουν οι «θεραπείες που δεν αποτελούν θεραπεία για το σύνδρομο, αλλά συμβάλλουν θετικά στην καλή υγεία», όπου σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει ο αποκλεισμός της  ζάχαρης. Πέμπτη και τελευταία κατηγορία συμπεριλαμβάνει τις «ανώφελες θεραπείες» (Hurt, et al: 2011).

Στόχος αυτού του άρθρου είναι να καταπιαστούμε με σύγχρονα στοιχεία που ασχολούνται με κάποια σημεία από αυτή την λίστα του Hurt και των συνεργατών του, εμπλουτίζοντας την ή αλλάζοντας την διάταξή της. Βέβαια, δε θα ασχοληθούμε με όλα τα θρεπτικά συστατικά λόγω απουσίας καινούριων δεδομένων αλλά ή μικρού δείγματος μελετών. Επίσης δεν θα ασχοληθούμε με τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα που όπως καταλήγει ο Hurt δεν παρουσιάζουν κάποιο επιπλέων όφελος στην θεραπεία παρά μόνο στόχο έχουν την κάλυψη των ημερήσιων αναγκών σε βιταμίνες που ισχύουν για όλα τα παιδιά.

Η επιστημονική κοινότητα διερευνώντας την σύνδεση του  ADHD  με την διατροφή, ξεκίνησε την αναζήτηση από την πιθανή σύνδεση του συνδρόμου με την υπολειτουργία του εντέρου συστήματος και την εμφάνιση αλλεργιών. Το ερέθισμα αυτό δόθηκε από τον Ιπποκράτη όπου ανέφερε ότι όλες οι ασθένειες προέρχονται από το έντερο.

Η επικοινωνία μεταξύ εγκεφάλου και εντέρου πραγματοποιείται μέσα από διάφορες οδούς. Μερικές οδοί που εμπλέκονται σε αυτή την επικοινωνία είναι το πνευμονογαστρικό νεύρο, το αυτόνομο νευρικό σύστημα και οι νευροανοσοποιητικές αλληλεπιδράσεις του γαστρεντερικού και του εγκεφάλου. Μια σημαντική σύνδεση που φαίνεται να εμπλέκεται στον άξονα αυτό είναι η μικροχλωρίδα του εντέρου. Συνδέοντας τη μικροχλωρίδα του εντέρου με την πέψη και την απορρόφηση των τροφίμων, αλλά και την εμφάνιση αλλεργικών εκδηλώσεων, έχει προταθεί η υπόθεση ότι η αλλεργία ίσως αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης ψυχολογικών και ψυχιατρικών δυσλειτουργιών.

Σε μία μετανάλυση όπου συμπεριλήφθησαν τριάντα-τέσσερεις (34) προοπτικές μελέτες, αποδεικνύεται μια αμφίδρομη θετική συσχέτιση μεταξύ αλλεργικών διαταραχών και ψυχοκοινωνικών ανωμαλιών. Βέβαια αυτό δεν ισχύει για το σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής καθώς μετά από μια σειρά ερευνών φαίνεται να μην υπάρχει μια ευθεία συσχέτιση. Παράδειγμα αποτελούν οι έρευνες του Carter και Egger, όπου, όταν έγινε αποκλεισμός των πιθανών αλλεργικών τροφίμων, το 25 και 18,5% των ατόμων, αντίστοιχα, δεν παρουσίασαν βελτίωση. Παρόλα αυτά μερικές  έρευνες απέδειξαν μια θετική συσχέτιση μεταξύ της εμφάνισης συμπτωμάτων του συνδρόμου με την έκθεση σε κάποιους αλλεργικούς παράγοντες. Μέσα από τα παραπάνω, στόχος της διαιτητικής παρέμβασης, με τον αποκλεισμό των αλλεργικών τροφίμων, είναι η ίαση των συμπτωμάτων του ADHD.

Έτσι μέσα από αξιόπηστες έρευνες φαίνεται ότι το αγελαδινό γάλα, το σιτάρι, το αυγό, η σοκολάτα, το  αγελαδινό τυρί, οι ξηροί καρποί και τα εσπεριδοειδή αποτελούν τρόφιμα ύποπτα για πρόκληση υπερκινητικών συμπεριφορών. Επίσης παρόμοια αποτελέσματα παρουσίασαν και τρόφιμα που περιείχαν συντηρητικά και χρωστικές. Βέβαια έρευνα του 2011 καταλήγει ότι δεν μπορεί να καθοριστεί ποια τρόφιμα και σε ποιο βαθμό αυξάνουν τα συμπτώματα, ενώ η διάγνωση πρέπει να γίνεται εξατομικευμένα. Στην ίδια μελέτη φάνηκε ότι η δίαιτα αποκλεισμού αποτέλεσε την καλύτερη λύση στην ίαση των συμπτωμάτων, με ένα ποσοστό 64% των παιδιών να παρουσιάζουν μείωση των συμπτωμάτων σε σύγκριση με παιδία που ακολουθούσαν μια σωστή διατροφή.

 Ένα τρόφιμο το οποίο έχει μελετηθεί η δράση του αρκετά σε άτομα με το ADHD είναι η ζάχαρη. Ο μηχανισμός με τον οποίο η ζάχαρη μπορεί να προκαλεί τα συμπτώματα δεν έχει εξακριβωθεί πλήρως, αλλά μια υπόθεση είναι ότι τα παιδιά με το σύνδρομο παρουσιάζουν αλλεργία στα ραφιναρισμένα σάκχαρα. Όπως φάνηκε σε έρευνα, με τον αποκλεισμό των σακχάρων μειώθηκαν τα συμπτώματα υπερκινητικότητας και ελλειμματικής προσοχής. Βέβαια σε παλαιότερη μετα-ανάλυση όπου συμπεριλήφθησαν 23 έρευνες έδειξε ότι τα ραφιναρισμένα σάκχαρα δεν επηρεάζουν την συμπεριφορά όλων των παιδιών, ενώ οι υπερκινητική συμπεριφορά εμφανίστηκε μετά από ερωτηματολόγιο που συμπλήρωσαν οι γονείς χωρίς την εξέταση από ιατρική ομάδα στα ίδια τα υποκείμενα, με αποτέλεσμα να υπάρχει το ενδεχόμενο αμφισβήτησης.

Σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων παρουσιάζετε και με την διακοπή στην κατανάλωση χρωστικών και συντηρητικών τροφίμων. Συγκεκριμένα σε μια καλά σχεδιασμένη έρευνα, παρατηρήθηκε αύξηση της υπερκινητικότητας κατά 28% μετά από την προσθήκη ποτού που περιείχε χρωστικές και συντηρητικά σε ποσότητες ίσες με αυτές που καταναλώνει φυσιολογικά ένα παιδί καθημερινά.

Σε ένα άλλο θρεπτικό συστατικό που αναφέρεται η διεθνής βιβλιογραφία είναι τα ωμέγα 3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Όπως αναφέρετε σε ανασκόπηση, η χορήγηση ωμέγα 3 και η εξισορρόπηση της αναλογίας ωμέγα 3/ωμέγα 6, έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση των συμπτωμάτων και τον καλύτερο προγραμματισμό των Th1 και Th2 στην εγκατάσταση και συντήρηση μιας υγιούς εντερικής χλωρίδας, προστατεύοντας των οργανισμό σε αυτοάνοσες ή αλλεργικές ευαισθησίες. Επίσης, τα ωμέγα 3 λιπαρά οξέα επηρεάζουν την λειτουργικότητα της κυτταρικής μεμβράνης των νευρωδιαβιβαστών στην μετάδοση σημάτων. Παρόλα αυτά, όπως καταλήγει ο Gilles, ενώ υπάρχουν σημαντικά στοιχεία ότι ο συνδυασμός ωμέγα 3/6 βελτιώνει τα συμπτώματα του συνδρόμου, χρειάζονται περισσότερες μελέτες για τη στάθμιση της δόσης και του είδους των συμπληρωμάτων.

Ένα άλλο κομμάτι στο οποίο παρεμβαίνει η διατροφή σε άτομα με ADHD είναι η προγενετική διατροφή της μητέρας. Όπως παρατηρήθηκε σε συγχρονική μελέτη στην Μασαχουσέτη, η πιθανότητα τα παιδιά με ελλειμματική προσοχή να παρουσιάζουν λιγότερη υπερκινητική συμπεριφορά, κατά 40%, ήταν αυτά που κατά την κυοφορία οι μητέρες κατανάλωναν περισσότερες από 2 μερίδες ψαριού την εβδομάδα. Το σημείο βέβαια που καθιστά την έρευνα αναξιόπιστη είναι το είδος της μελέτης, καθώς και το ότι δεν υπάρχει στάθμιση πολλών παραγόντων.

Από την άλλη, μια μεγάλη γκάμα από θρεπτικά συστατικά φαίνεται να συμβάλλουν στην φυσιολογική ανάπτυξη του εγκεφάλου στα παιδιά κατά την κύηση (Georgieff: 2007). Παρόλα αυτά, στόχος της σύγχρονης έρευνας είναι ο έλεγχος των διατροφικών συνηθειών στο σύνολο τους. Έτσι, σε μια έρευνα κοόρτη, έγινε σύγκριση τριών διαφορετικών διατροφικών πλάνων στην εμφάνιση συμπτωμάτων. Μέσα από αυτή, φάνηκε ότι οι γυναίκες που είχαν μεγαλύτερη προσκόλληση στην Μεσογειακή διατροφή είχαν παιδία με λιγότερα προβλήματα προσοχής και επιθετικής συμπεριφοράς σε σύγκριση με τις μητέρες που ακολουθούσαν την παραδοσιακή Ολλανδέζική διατροφή, που συμπεριλαμβάνει μεγάλες ποσότητες κρέατος. Αυτό, όπως εξηγεί στο συμπέρασμα του ο De Graff,  μπορεί να συμβαίνει λόγω της αυξημένης πρόσληψης ωμέγα 3/6 και αντιοξειδωτικών μέσω της Μεσογειακής Διατροφής ή το αυξημένο οξειδωτικό στρες που παρατηρείται με την υπερκατανάλωση κορεσμένων λιπαρών της Ολλανδέζική διατροφή (De Graaff, et al: 2013).

Μέσα από την ανασκόπηση που έγινε είναι φανερό ότι η αντιμετώπιση του ADHD δεν έχει επιτευχθεί στον βέλτιστο βαθμό. Η κυριότερη, ίσως, παράμετρος που καθιστά αδύνατη την επιτυχή αντιμετώπιση του συνδρόμου, είναι τα πολυπληθής και ασταθή αίτια ανάπτυξης του συνδρόμου. Η διατροφική προσέγγιση, δεν συμβάλλει στην καταπολέμηση του ίδιου του νοσήματος, αλλά συμβάλλει θετικά στην μείωση των συμπτωμάτων, που πολλές φορές δίνει ένα καλό αποτέλεσμα στην εξωτερικευμένη συμπεριφορά των ασθενών. Οι διατροφικές παρεμβάσεις που έχουν μελετηθεί αρκετά μετά την γέννηση, είναι η δίαιτα αποκλεισμού και ο αποκλεισμός αλλεργικών τροφίμων, τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα, τα συμπληρώματα πολυακόρεστων λιπαρών οξέων και τα ραφιναρισμένα σάκχαρα,  ενώ προγεννητικά έχουν μελετηθεί αρκετά τα συμπληρώματα πολυακόρεστων λιπαρών οξέων αλλά και τα διατροφικά πλάνα. Οι δίαιτες αποκλεισμού, αν και δεν είναι πάντα αποτελεσματικές, φαίνεται να αποτελούν σημαντική θεραπευτική προσέγγιση, μειώνοντας σε μεγάλο βαθμό τα συμπτώματα. Αντίθετα, τα πολυβιταμινούχα σκευάσματα δεν παρουσιάζουν κάποια επιπλέων βελτίωση σε άτομα που η πρόσληψη τους σε βιταμίνες είναι φυσιολογική. Από την άλλη ο αποκλεισμός αλλεργικών τροφίμων φαίνεται να συμβάλλει επιπλέων, αλλά τα αλλεργικά τρόφιμα δεν είναι ίδια για όλα τα άτομα, οπότε είναι απαραίτητη η δοκιμή τους εξατομικευμένα. Η δοκιμή αυτή εκτός από την εύρεση των αλλεργικών τροφίμων σε κάθε άτομο ξεχωριστά, θα δόση και περισσότερες τροφικές επιλογές στον ασθενή. Τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα φαίνεται να συμβάλλουν άμεσα στην αντιμετώπιση της νόσου, καθώς συμβάλλουν στην ανάπτυξη και λειτουργία του εγκεφάλου. Παρόλα αυτά χρειάζονται περισσότερες έρευνες για τον καθορισμό της δοσολογίας και του είδους των σκευασμάτων. Αντίθετα τα ραφιναρισμένα σάκχαρα δεν φαίνεται να επηρεάζουν όλα τα άτομα με το σύνδρομο αλλά, ο αποκλεισμός τους προϋποθέτει μια καλύτερη υγεία. Τέλος προγεννητική διατροφή φαίνεται να επηρεάζει την έκβαση της συμπεριφοράς του νεογνού και όπως φαίνεται η μεγαλύτερη προσκόλληση στην Μεσογειακή Διατροφή δίνει τα καλύτερα αποτελέσματα.

*Καθηγητής στο The Limassol College, Τμήμα Διαιτολογίας και Διατροφής




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











126