ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΡΕΚΛΑ*
Έχω παρακολουθήσει στις 20 Μαρτίου 2015 την ενδιαφέρουσα Ημερίδα ″Η πρόκληση καταπολέμησης της διαφθοράς και κακοδιοίκησης″ που συνδιοργάνωσαν η Κυπριακή Ακαδημία Δημόσιας Διοίκησης, το Cyprus Institute of Management και η Price water house Coopers, με ομιλητές σημαντικούς πολιτειακούς και άλλους αξιωματούχους.
Κατά τη συζήτηση στην Ημερίδα αυτή βγήκε στην επιφάνεια ότι κάπου αιωρείται ένα θέμα το οποίο θεώρησα σημαντικό για σχολιασμό. Συγκεκριμένα φαίνεται να είναι υπό μελέτη στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της Δημόσιας Διοίκησης, το κατά πόσον θα πρέπει να συνεχίσουμε να έχουμε Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ( Ε.Δ.Υ.) και Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ) σε σχέση με τους διορισμούς και άλλες διεργασίες που αφορούν το δημόσιο τομέα. Αντιλαμβάνομαι ότι έχει μπει το ζήτημα στο τραπέζι με εισήγηση κάποιων ξένων εμπειρογνωμόνων αλλά δεν υπάρχει μέχρι σήμερα οποιαδήποτε επίσημη τοποθέτηση εκ μέρους της Κυβέρνησης. Στα πλαίσια ενός γόνιμου προβληματισμού που πρέπει να γίνει, καταθέτω και τις δικές μου απόψεις για το ζήτημα αυτό, που πηγάζουν από μια μακρόχρονη καριέρα κυρίως στο δημόσιο τομέα και την ενασχόλησή μου με τα κοινά.
Η λειτουργία αυτών των Επιτροπών εκπηγάζει από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960 (ειδικότερα πιο άμεσα της Ε.Δ.Υ.) και οποιαδήποτε αλλαγή ή κατάργηση προϋποθέτει συνταγματική τροποποίηση, πράγμα που πιστεύω θα αποτελούσε πολύ δύσκολο εγχείρημα για να υλοποιηθεί. Άσχετα όμως απ’ αυτό, ποιες είναι τελικά οι παρατηρηθείσες αδυναμίες των Επιτροπών αυτών που επιβάλλουν και την ενδεχόμενη κατάργησή τους;
Όλοι γνωρίζουμε ότι μια τέτοια αδυναμία έγκειται στον τρόπο διορισμού των μελών τους που γινόταν ουσιαστικά διαχρονικά με κυρίως κομματικά κριτήρια και με στόχο η εκάστοτε κυβέρνηση να διασφαλίσει τουλάχιστον τη ″φιλική″ προς αυτήν πλειοψηφία. Ας το παραδεχτούμε, αυτό γινόταν λίγο ή πολύ μέχρι σήμερα. Φυσικά μετά το διορισμό τους τα μέλη των Επιτροπών είναι απόλυτα σε θέση να ενεργούν ανεπηρέαστα εφόσον το θελήσουν. Όμως είναι και εύκολα κατανοητό πόσον επιρρεπές μπορεί να είναι ένα μέλος σε παρεμβάσεις εκείνων που το προώθησαν για διορισμό και γενικά στις πολιτικές / κομματικές παρεμβάσεις. Καταλήγοντας, εκείνο που χρήζει θεραπείας είναι ο τρόπος διορισμού των μελών των Επιτροπών αυτών ώστε να επιλέγονται άτομα με τα κατάλληλα προσόντα, εντιμότητα και ήθος και όχι προς ικανοποίηση κομματικών στόχων και επιδιώξεων. Σ’ αυτό το ουσιώδες ζήτημα πρέπει να εστιασθεί πιστεύω η προσοχή όλων και όχι στο θέμα της κατάργησης των Επιτροπών. Ίσως επιπρόσθετα προς άλλες διαδικασίες και συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής των κατάλληλων υποψηφίων θα πρέπει να θεσμοθετηθεί και η τελική έγκριση της Βουλής για τα άτομα που θα διοριστούν σ’ αυτές, όχι ως αποτέλεσμα ″συναίνεσης″ μεταξύ των κομμάτων αλλά ως μια επιπρόσθετη δικλείδα ασφαλείας για όσο το δυνατό πιο αξιοκρατικές επιλογές.
Άλλη εγγενής αδυναμία των Επιτροπών αυτών είναι νομίζω η σχετικά μεγάλη καθυστέρηση που υπό κανονικές συνθήκες συνήθως παρατηρείται στη διεκπεραίωση του έργου τους, ιδιαίτερα για την πλήρωση κενών θέσεων και στις προαγωγές ( τα τελευταία χρόνια αυτό δεν ήταν πρόβλημα λόγω του μορατόριουμ που επιβλήθηκε). Τούτο θα μπορούσε να λυθεί αν κάποιες σημερινές δραστηριότητες αφαιρούνταν από την ατζέντα των Επιτροπών αυτών χωρίς να παραβιάζονται συνταγματικές επιταγές. Μια αύξηση του αριθμού των μελών τους σίγουρα δεν ενδείκνυται ως λύση για επιτάχυνση του έργου τους.
Καταλήγοντας, έχω την άποψη πως τυχόν κατάργηση των Επιτροπών αυτών και αντικατάστασή τους με τη δημιουργία Εσωτερικών Επιτροπών στα Υπουργεία ώστε να χειρίζονται τα σχετικά θέματα (διορισμούς, προαγωγές κλπ), όπως πληροφορούμαι ότι εισηγήθηκαν οι ξένοι εμπειρογνώμονες, όχι μόνο δεν θα λύσει τα όποια προβλήματα σήμερα υπάρχουν αλλά τούτο θ’ αποτελούσε πισωγύρισμα στην εμπέδωση της αξιοκρατίας γιατί η εκάστοτε Κυβέρνηση θα είχε το πράσινο φως να διορίζει μεν στα γρήγορα αλλά τους ″εκλεκτούς″ της και όχι όπως θα έπρεπε τους πιο κατάλληλους. Αν μάλιστα τούτο θα ήταν μόνο για την περίοδο μόνο της θητείας της θα ήταν λιγότερο κακό (κάτι όμως που θα είχε άλλου είδους περιπλοκές και παρενέργειες), όμως για μόνιμο διορισμό τούτο θα ήταν καίριο πλήγμα στην αξιοκρατία. Μπορεί να κερδίζεται μ’ αυτή την αλλαγή κάποιος χρόνος και ευελιξία στους διορισμούς και προαγωγές όμως θα χάναμε πολλά σε άλλους τομείς.
Ευελπιστώ πως η Κυβέρνηση αντιλαμβάνεται όλα αυτά τα ζητήματα που αναφύονται και θα επιδειχθεί η δέουσα σύνεση στην ορθή αντιμετώπισή τους. Ο τόπος δεν αντέχει τέτοια πειράματα και οι νέοι μας ζητούν πλέον επιτακτικά να δώσουμε συγκεκριμένα δείγματα γραφής στην εμπέδωση της αξιοκρατίας στο τόπο μας Η λελογισμένη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης είναι απόλυτα αναγκαία αλλά θα πρέπει να μας οδηγεί μπροστά κι’ όχι πίσω. Όλοι πρέπει να συμβάλλουν δημιουργικά και εποικοδομητικά σ’ αυτήν την προσπάθεια για εκσυγχρονισμό του κράτους.
*Δήμαρχος Κυθρέας
Πρώην Γενικός Διευθυντής Υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού και Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης