Εικόνες της Αμμοχώστου


ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΒΟΥΤΟΥΡΗ*

(Δημήτρης Λεβέντης, Ιστορίες της Αμμοχώστου, εκδ. Ιωλκός, Αθήνα 2015)

Άμεσα συναρτημένα με τους τίτλους των  δεκαπέντε σύντομων διηγήματων της συλλογής Ιστορίες της Αμμοχώστου, είναι οι πρωταγωνιστές και τα θέματα των ιστοριών. Ο Δημήτρης Λεβέντης με άλλα λόγια, όπως συνάγεται από τους τίτλους του,  εστιάζει σε ασήμαντα (από την άποψη του ιστορικού βάρους) περιστατικά, στις μικροϊστορίες καθημερινών συνηθισμένων ανθρώπων.  Η επιλογή αυτή ορίζει ένα ποιητικό και πολιτικό ήθος, το οποίο αποτελεί βασικό διακριτικό γνώρισμα του βιβλίου. Μακριά από τα μείζονα γεγονότα και τους περιώνυμους πρωταγωνιστές τους, δεν επιχειρεί να γαλβανίσει την περιέργεια του αναγνώστη, γι’ αυτό και η δράση περιορίζεται στα απολύτως αναγκαία.  Και η αφήγηση, χωρίς συνθήματα και μεγαληγορίες, συνεσταλμένη, λιτή, και απέριττη, εστιασμένη στο εσωτερικό, πολιορκεί τις ενδόμυχες σκέψεις των ταπεινών ηρώων, ακόμη και όταν φαινομενικά περιγράφει τον περιβάλλοντα χώρο:

– [Η] «...Αγία Αικατερίνη, [ήταν] ένα μικρό, λαξεμένο στον βράχο ξωκκλήσι, στην οδό Δημοφώντος. Ήταν στη ρίζα της Τούμπας, ακριβώς στην αρχή του κάθετου δρόμου που οδηγεί στο Κάτω Βαρώσι».

– «Το καταφύγιο ήταν σκαμμένο στην άκρη του περιβολιού της Νίτσας, στη μεγάλη λεωφόρο Σαλαμίνος, που οδηγούσε από την Αμμόχωστο προς τη Σαλαμίνα».

– [οι μαθητές] «είχαν σταθμεύσει τα ποδήλατά τους στη μεγάλη βεράντα του κινηματοθεάτρου Χατζηχαμπή»

– [ο περίπατος ξεκινούσε] «από το φαρμακείο της γωνίας με την Ερμού, τον εμπορικό δρόμο δηλαδή, μέχρι λίγο πιο κάτω από το σινεμά Ιντεάλ».

– « στο Ηραίο έπαιζε ο Λογοθετίδης».

– «Στη συνέχεια του δρόμου μέχρι το Φάληρο, το κέντρο που ήταν κτισμένο πάνω στην άμμο της παραλίας της Γλώσσας ή μέχρι το Ακταίο λίγο νοτιότερα,  δεν πήγαιναν πολλοί».

– «Στο φωτογραφείο σταμάτησαν για να δουν, αν ήταν μέσα σε καμιά φωτογραφία από εκείνες που τράβηξε ο φωτογράφος στη χτεσινή γιορτή του Γυμνασίου στο ΓΣΕ».

Οι Εικόνες της Αμμοχώστου, του Δημήτρη Λεβέντη, είναι οικείες στους παλαιότερους Αμμοχωστιανούς· ας πούμε στους άνω των 60. Και πάλι όμως πρόκειται για εικόνες από έναν κόσμο που χάθηκε. Ξεθωριάζουν αργά και βασανιστικά στη μνήμη, η οποία καθώς περνούν τα χρόνια δυσκολεύται ενίοτε να διακρίνει καλά και συγχέει τις αναμνήσεις με τις φανταστικές αναμνήσεις. Αλλά υπάρχουν και οι άλλοι, οι νεότεροι, όσοι οριακά πρόλαβαν να εγγράψουν στη μνήμη τους την εικόνα της πόλης, ή –ακόμη– όσοι δεν πρόλαβαν καθόλου. Που αισθάνονται παρ' όλα αυτά να σκιρτά μέσα τους το αμμοχωστιανό κύτταρο (για να παραφράσω μια φράση του Κ. Μόντη) και σχεδιάζουν στα βάθη της ψυχής τους τη δική τους Αμμόχωστο, όπως ο Λευτέρης, στο διήγημα «Οι πόλεις» – τελευταίο στη σειρά, από τα καλύτερα της συλλογής.

Ο Λευτέρης –αρχιτέκτονας– με ειδικές σπουδές στον σχεδιασμό πόλεων, κλείνει κατάκοπος καθώς είναι τα μάτια του και επιστρέφει χρόνια πίσω, 14 Αυγούστου 1974. Βλέπει ένα παιδί [τον εαυτό του] στο αυτοκίνητο που μετέφερε την οικογένεια μακριά από την Αμμόχωστο να κοιτάζει με τρομαγμένα μάτια την πόλη που απομακρυνόταν: «Θυμόταν αμυδρά την Αμμόχωστο και δεν ήξερε ποια στοιχεία ήταν από πραγματικές δικές του αναμνήσεις [...] Τελικά έφτιαξε μέσα του τη δική του Αμμόχωστο».

*Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου  




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











303