Η Ανεξάρτητη Κίνηση Δασκάλων και Νηπιαγωγών με ανακοίνωσή της ανανφέρει ότι θεωρεί την πολιτική πρόθεση της Κυβέρνησης για τη φορολόγηση του εφάπαξ και τη μονιμοποίηση των μισθολογικών αποκοπών, η οποία επαναλαμβάνεται εδώ και καιρό, ως πρόσθετο, πλην όμως, καίριο πλήγμα κατά του βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου.
Όπως σημειώνει «είχαν προηγηθεί οι μειώσεις μισθών και η εξαφάνιση της συνταξιοδοτικής ασφάλισης των νέων εκπαιδευτικών και ευρύτερα δημοσίων υπαλλήλων, με τη νομοθεσία του 2012, με συνέπεια τη δημιουργία εργαζομένων στο δημόσιο δύο ταχυτήτων, διαφορετική αμοιβή και ωφελήματα για ανθρώπους που καλούνται να εκτελέσουν τα ίδια καθήκοντα».
Συνεχίζοντας αναφέρει:
«Η εντεινόμενη επίθεση κατά των ωφελημάτων των απασχολούμενων τόσο στον δημόσιο τομέα όσο και στον ιδιωτικό τομέα αγγίζει τώρα ολοκληρωτικά και τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα, πράγμα που ισοδυναμεί με στραγγαλισμό της οικογενειακής ζωής του δημόσιου υπαλλήλου και δίδει ακόμα μία φορά άλλοθι στον ιδιώτη εργοδότη για περαιτέρω υποβάθμιση των αμοιβών των υπαλλήλων του. Συνεπώς η πολιτική βούληση, την οποία υπερασπίζεται και προωθεί με ευλάβεια ο Υπουργός Οικονομικών δεν οδηγεί παρά μόνο στη φτωχοποίηση και στη διάλυση του κοινωνικού ιστού. Δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητο το γεγονός ότι παρά το πλήθος των εξαγγελιών οι πραγματικοί ένοχοι για την οικονομική τραγωδία της Κύπρου παραμένουν ατιμώρητοι και καμιά από τις παθολογικές πρακτικές που οδήγησαν στην καταστροφή δεν έχουν ελεγχθεί και δεν έχουν αλλάξει.
Παράλληλα παρατηρείται άκριτη πολιτική λιτότητας στα ζητήματα της στελέχωσης. Η άσκηση εκπαιδευτικής πολιτικής από το Υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με τις υποδείξεις της τρόικα είναι απαράδεκτη. Ο καθορισμός οροφής για το εκπαιδευτικό προσωπικό καθιστά αδύνατη την ικανοποίηση των πραγματικών εκπαιδευτικών αναγκών, κάτι που οδήγησε στον μη επαναδιορισμό 40 και πλέον συμβασιούχων συναδέλφων μας κατά τη σχολική χρονιά 2013 – 14 και στη δυσκολία να ανταποκριθούν τα σχολεία τόσο στην κάλυψη του Ωρολογίου Προγράμματος και πολύ περισσότερο στη λοιπή υποστηρικτική λειτουργία του σχολείου. Πρόσθετα η προσπάθεια εξοικονόμησης δαπανών σε σχέση με τις αντικαταστάσεις, στερεί από τα σχολεία το αναγκαίο εκπαιδευτικό προσωπικό για μεγάλα χρονικά διαστήματα και για τους αδιόριστους συναδέλφους ευκαιρία για εργασία.
Καταγράφεται δε μια σειρά επιπλέον θεμάτων που πλήττουν την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου και πλήττουν καίρια τη Δημόσια Εκπαίδευση. Η αθέτηση της υπόσχεσης του Προέδρου της Δημοκρατίας για την ολοκλήρωση της συμφωνίας για τον Υπεύθυνο Τμήματος, η μη επαρκής στήριξη των ΤΠΕ, η μείωση διδακτικού χρόνου για τα αλλόγλωσσα, η αδικαιολόγητη εξαφάνιση της ενισχυτικής διδασκαλίας, που είναι αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο στη σχολική αποτυχία, η έλλειψη γραφικής ύλης, η μη έγκαιρη αποστολή των βιβλίων συνιστούν σοβαρό πλήγμα στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και του Δημόσιου Σχολείου ως κοινωνικού αγαθού, που η κοινωνία σήμερα το έχει ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε.
Για όλα τα πιο πάνω η ΑΚίΔΑ εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΟΕΔ, στη συνεδρία, σήμερα, 16 Σεπτεμβρίου 2014, τα ακόλουθα:
Έχει πλέον διαπιστωθεί μία άνευ προηγουμένου στοχοποίηση και υποβάθμιση της Παιδείας του τόπου μας. Η Παιδεία, στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε, αποτελεί τον μοναδικό πυλώνα ανάπτυξης και προόδου, αλλά, συνάμα, και τροχοπέδη ενάντια στις νεοφιλελεύθερες και οικονομίστικες πολιτικές. Όταν βάλλεται η Παιδεία ενός τόπου, βάλλεται ουσιαστικά ο κάθε μαθητής ξεχωριστά, βάλλεται η οικογένειά του και συντελείται μεθοδευμένα και επιτηδευμένα η αποσάθρωση – υποβάθμιση κάθε κοινωνικού ιστού. Στην Παιδεία δε χωρούν εκπτώσεις, ποσοστώσεις, εκποιήσεις και ημίμετρα. Η επένδυση στην Παιδεία ενός τόπου αποτελεί επένδυση στο μέλλον του.
Ως εκ τούτου η προτεινόμενη ενεργοποίηση – κινητοποίηση της ΠΟΕΔ καθίσταται απόλυτα αναγκαία και είναι πλήρως δικαιολογημένη».