Η έλλειψη παιδείας έχει αναγάγει το μέσο σε εύκολο αναβατόριο με ποικίλες και πολυεπίπεδες επιπτώσεις
ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΚΟΥΤΣΕΛΙΝΗ*
Δεν περιμένει κανείς, βέβαια, να απαντήσουμε΄Ναι΄ στο ερώτημα Εκπαίδευση χωρίς Μόρφωση. Πρόκειται, λοιπόν, για μια ρητορικού τύπου ερώτηση μια και η απάντηση είναι δεδομένη, ότι δηλαδή η εκπαίδευση πρέπει να μορφώνει τον μαθητή να μάθει να σκέφτεται, να γνωρίσει σκέψεις που θεωρούνται παρακαταθήκη στον πολιτισμό και να προβληματιστεί, να αποκτήσει δεξιότητες και στρατηγικές διάβίου μάθησης και να αναπτυχθεί σε ευπαίδευτο ομιλητή, ακροατή, τηλεθεατή και πολίτη.
Ποιος ο σκοπός, λοιπόν της ερώτησης; Μήπως για να εξετάσουμε αν η σημερινή δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση προσφέρει και μόρφωση; Και πάλι η απάντηση είναι αυτονόητη: Αυτός πρέπει να είναι ο επίσημος σχεδιασμός της και αυτό θα έπρεπε να προσφέρει: εκπαίδευση και μόρφωση. Την προσφέρει; Ή καλύτερα μορφώνονται τελικά οι μαθητές μας; Και αν όχι, γιατί; Αυτό είναι ένα από τα ερωτήματα που θα απαντήσουμε στη συνέχεια.
Πρώτα, όμως, όπως ο Πλάτων δίδαξε, για καλύτερη επικοινωνία χρειάζεται να γίνει «Ονομάτων επίσκεψις», ορισμός δηλαδή των εννοιών που χρησιμοποιούμε. Είναι η εκπαίδευση ως έννοια διαφορετική από τη μόρφωση; Μπορούμε να πούμε ότι με τη μόρφωση εννοούμε την ευρύτερη παιδεία και επομένως ως έννοιες έχουν βασικές διαφορές, χωρίς, όμως, να είναι και ασύμπτωτες. H εκπαίδευση παρέχει, σε προκαθορισμένο πρόγραμμα και προκαθορισμένο χρόνο, γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις, οι οποίες αξιολογούνται με ποικίλους τρόπους, στο τέλος συγκεκριμένης διάρκειας. Όσο πιο στενό το πρόγραμμα και πιο περιορισμένος ο χρόνος προσφοράς και ολοκλήρωσής του, τόσο ξεφεύγει από τη μόρφωση, ακόμη και από την εκπαίδευση, για να καταλήξει, πολλές φορές,και σε απλή κατάρτιση. Η παιδεία, αντίθετα,δεν έχει περιορισμό σε χρονικό πλαίσιο, ηλικία φοίτησης και αυστηρά καθορισμένες προδιαγραφές.
Τι περιλαμβάνουν, οι δύο έννοιες; Ποιος είνα «ο κατά πλάτος ορισμός» τους, όπως θα διερωτάτο κανείς με την αριστοτέλεια λογική. Εδώ ακριβώς αρχίζουν οι ουσιαστικές εσωτερικές διαφορές, οι οποίες έχουν καθοριστεί από το σύγχρονο συγκείμενο, όπως δηλαδή τις βρίσκουμε σήμερα να λειτουργούν, στα πλαίσια κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών θεσμών και παραμέτρων. Η εκπαίδευση έχει σε μεγάλο βαθμό ακολουθήσει μέσα στο ευρωπαϊκό συγκείμενο και υπό την επήρεια του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ( ΟΟΣΑ) τη λογική της αγοράς, επιλέγοντας τα Χρήσιμα κατά κύριο λόγο θέματα και μαθήματα, αυτά που θα επιφέρουν, κατά την κρίση των διεθνών οργανισμών, την ανάπτυξη. Έχει εκπαραθυρώσει η λογική της αγοράς τον φιλοσοφικό νου για χάρη της οικονομικής αριθμοκρατίας και έχει περιθωριοποιήσει τον πολυπράγμονα σκεφτόμενο μαθητή, τοποθετώντας στο επίκεντρό της εκπαίδευσης τον απόφοιτο – προϊόν και αναλώσιμο της αγοράς, τον υπάλληλο- εργοδοτούμενο.
Μέσα σε αυτό το συγκείμενο η ιεράρχηση των αξιών - όπως τις γνωρίσαμε στην ελληνική παράδοση παιδείας , με τις θεωρητικές αξίες και το Αγαθό στην κορυφή- έχει αντιστραφεί με τις οικονομικές και το Χρήμα στην κορυφή. Η ινστρουμενταλιστική, αγγλοσαξωνικής φιλοσοφικής προέλευσης, πραγματιστική προσέγγιση των πραγμάτων και της ζωής δεν ευνοεί την έννοια της ευρύτερης παιδείας.
Στο υπόβαθρο της σύγχρονης κρίσης πολλοί μελετητές αποκρυπτογραφούν ως κύρια αιτία την αντιστροφή αυτή των αξιών και την όλο και φτωχότερη εκπαίδευση και παιδεία. Ο Έλληνας κοινωνιολόγος Μουζέλης και πολλοί άλλοι, είχαν ήδη επισημάνει από τη δεκαετία του 80 τον ετερόνομο εκσυγχρονισμό, επισημαίνοντας ότιτο νεωτερικό πραγματιστικό και εργαλειο-χρησιμοθηρικό καλό οδηγεί σε προϊόντα της αγοράς και καταδυναστεύει την ενδυνάμωση ελεύθερα σκεπτόμενων και αυτοπραγματούμενων ανθρώπων.
Και πράγματι αυτή η χρησιμοθηρική αναζήτηση, που είναι ενάντια στην πραγματική έννοια της παιδείας, εγκλωβίζει σε επιδερμικούς πρόσκαιρους στόχους εκπαίδευσης, που δεν μπορούν να βοηθήσουν τον άνθρωπο να γίνει αυτό που μπορεί και ευχαριστιέται να επαγγέλλεται και να προσφέρει. Τον ποδηγετούν σε επαγγέλματα «ανάπτυξης» χωρίς να του δίνουν τη δυνατότητα αυτοπραγμάτωσης.
Υπενθυμίζω και πάλι τον Αριστοτέλη, μια και φέτος έχει και την τιμητική του στο έτος Αριστοτέλη. Στα πολιτικά του καθόρισε τα επιδιωκόμενα στον ανθρώπινο βίο ως 3 ειδών, τα Χρήσιμα, τα Καλά και τα Αγαθά προτείνοντας μια παιδεία που να τα συνδυάζει, αλλά και προειδοποιώντας ότι από τα χρήσιμα να επιδιώκονται μόνο τα Αναγκαία διότι «Το να επιδιώκεις πάντα το Χρήσιμο δεν αρμόζει σε Ελεύθερους ανθρώπους» (Πολιτικά, βιβλίο 8, 1338β).
Ο Αριστοτέλης πρώτος, επίσης, επισήμανε ότι το χρήμα και η ευμάρεια είναι μέσα και δεν μπορεί να γίνονται σκοπός ζωής, και, επομένως ούτε και σκοπός εκπαίδευσης. Αντίθετα η αυτάρκεια ως αγαθό αποτελεί το «τέλος» τον σκοπό όλων των πραγμάτων γιατί δεν το επιδιώκουμε χάριν μιας άλλης κατάκτησης ή ως μέσο για κάτι άλλο, αλλά για αυτάρκεια προσωπική και πολιτική σε κράτος με κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη. Αυτή είναι και η έννοια της πραγματικής παιδείας αυτή που βοηθά τον κάθε εκπαιδευόμενο να θέτει υψηλούς στόχους και να τους επιτυγχάνει, να κατακτήσει τις αξίες ζωής και τον φιλοσοφικό νου που του επιτρέπουν να επιδιώξει και να επιτύχει το καλύτερο για τον εαυτό του και την πολιτεία. Γιατί παιδεία και μόρφωση χωρίς κοινωνική και πολιτική συνείδηση δεν υπάρχει.
Η ισορροπία στην εκπαίδευση των χρήσιμων και αγαθών είναι δύσκολη, μια και οι γονείς και οι μαθητές, αλλά και οι εκπαιδευτικές επιχειρήσεις, ακολουθώντας το πνεύμα του άκρατου νεωτερισμού, επιζητούν περισσότερο το χρήσιμο και λιγότερο τα Καλά και Αγαθά. Ήδη με την πρόσφατη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στο Λύκειο, ιδιαίτερα οι γονείς, σε δημόσιες συζητήσεις ζήτησαν ακόμη περισσότερη εξειδίκευση και λιγότερες περιόδους Κοινού κορμού, τις περιόδους δηλαδή με τις οποίες το δημόσιο σχολείο επιχείρησε να ισορροπήσει το Χρήσιμο, τα μαθήματα δηλαδή υποδομής για την κατεύθυνση στην οποία θα σπουδάσουν οι απόφοιτοι, με τα μαθήματα γενικής παιδείας και ανθρωπιστικών σπουδών με επίκεντρο την ελληνική γλώσσα και γραμματεία. Όσο για τη Φιλοσοφία και τη Λογική, σχεδόν κανείς δεν τα επιλέγει.
Υπάρχει μια γενικότερη τάση σήμερα απαξίωσης της εκπαίδευσης και της καλλιέργειας πραγματικής παιδείας, καθώς και της απόκτησης πραγματικών προσόντων για το επάγγελμα και τη ζωή. Υπάρχουν σχολεία τα οποία προσφέρουν απλώς κατάρτιση, πρόγραμμα δηλαδή για να περάσουν οι μαθητές κάποιες εξετάσεις, με πρόγραμμα μόνο αυτό που δίνουν οι εταιρείες εξωτερικών εξετάσεων. Και πολλοί είναι οι γονείς που προτιμούν αυτά τα σχολεία, εύκολης πρόσβασης σε ένα πανεπιστήμιο. Για ποια παιδεία μιλούμε τότε;
Ακόμη, η στάση του να «πάρω ένα χαρτί», ένα πτυχίο, ένα μεταπτυχιακό, έναν «αναγνωρισμένο» τίτλο που θα μου επιτρέπει να βρω δουλειά είναι πολύ ισχυρότερη οποιασδήποτε πραγματικής εκπαίδευσης και παιδείας. Αυτό έχει φέρει σε απαξίωση όχι μόνο τη Μέση εκπαίδευση αλλά και την Ανώτερη, η οποία χωρίς έλεγχο ποιότητας μπορεί να πουλά τίτλους φτάνει να είναι αναγνωρισμένοι. Όσο για τα προσόντα των αποφοίτων αφήνουμε και πάλι την αγορά να αναδείξει την ποιότητα, λέγοντας κυνικά «οι καλύτεροι θα επιβιώσουν».
Η έλλειψη παιδείας έχει αναγάγει το μέσο σε εύκολο αναβατόριο με ποικίλες και πολυεπίπεδες επιπτώσεις: την αδιαφορία των νέων για καλλιέργεια των ταλέντων τους και ευρύτερη εκπαίδευση και παιδεία, την κρίση σε όλους τους τομείς από απαίδευτους προϊσταμένους και διευθυντές οι οποίοι μη μπορώντας να αντιμετωπίσουν την κρίση την βαθαίνουν ακόμη περισσότερο, όπως έγινε με ένα σωρό σε όλο τον κόσμο τραπεζίτες της αγοράς.
Η εκπαίδευση μπορεί να είναι και μόρφωση και παιδεία, αν οδηγεί σε προσωπική αυτάρκεια προσώπων αυτό-πραγματούμενων σε πολιτεία αυτάρκη και όπου το ξεγέλασμα, το μέσο, και η γύμνια κάτω από άδειους τίτλους και δανεικές θέσεις σε αποφοίτους – προϊόντα της αγοράς δεν θα είναι το επιδιωκόμενο.
Η σύγχρονη κοινωνία, τοπική και διεθνής, με τις αλλεπάλληλες κρίσεις μας έχει ήδη προειδοποιήσει…
*Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κύπρου
*Εισήγηση στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας "Εκπαίδευση χωρίς Παιδεία;"