Εκπαιδευτικός δανεισμός στην Κύπρο, άλλοτε και σήμερα


ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ  Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*   
Η μεγάλη αλλαγή από την παλαιότερη πλήρως αρνητική  προς τη θετική σημερινή στάση του κυπριακού ελληνισμού έναντι του εκπαιδευτικού δανεισμού δεν είναι, όπως θα υπέθετε κανείς, αποτέλεσμα της μετάβασης της Κύπρου από το αποικιακό καθεστώς στο στάτους του ανεξάρτητου κράτους το 1960 --τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, αντίθετα, το αίτημα για απόρριψη κάθε ξένης εκπαιδευτικής επίδρασης και για πλήρη ταύτιση του εκπαιδευτικού συστήματος της Κύπρου προς εκείνο της Ελλάδας ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο λόγω της αίσθησης ότι η επίτευξη της Ένωσης με την Ελλάδα ήταν θέμα χρόνου—αλλά της μετάλλαξης που επήλθε στον  τρόπο αντίληψης των πολιτικών και εκπαιδευτικών πραγμάτων. 

Η μετάλλαξη αυτή προήλθε από  δυο κυρίως εξελίξεις, πρώτα, την κυκλοφορία της προσφερόμενης για δανεισμό εκπαιδευτικής γνώσης χωρίς  πατρότητα, και, δεύτερο, την ένταξη της Κύπρου και της Ελλάδας στην πολυπολιτισμική Ευρωπαϊκή Ένωση. Παλαιότερα οι χώρες που ήθελαν να δανεισθούν εκπαιδευτική γνώση έπρεπε να στείλουν τους ανθρώπους τους στις χώρες που φημίζονταν για εκπαιδευτική πρωτοπορία για να  μελετήσουν τα εκπαιδευτικά συστήματά τους και  να επιλέξουν για μεταφορά  στη χώρα τους τα πετυχεμένα στοιχεία τους. Οι χώρες που ήθελαν να δανεισθούν ήταν κατά κανόνα μεγάλες και δυνατές (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γαλλία) και δεν ένιωθαν κανένα αίσθημα μειονεξίας ή ανασφάλεια γι αυτή τους την ενέργεια. Οι πιο γνωστοί τέτοιοι απεσταλμένοι  είναι οι αμερικανοί Horace Mann, Calvin Stowe  και Henry Barnard και η χώρα που επισκέφθηκαν  ήταν κυρίως  η Πρωσία. Στη σημερινή εποχή τα πράγματα άλλαξαν πολύ. Σήμερα μπορούν να δανείζονται και μικρές χώρες χωρίς να θίγονται εθνικά, γιατί η καινούργια γνώση δεν έχει εθνικό πρόσημο. Είναι  παγκόσμια και  μπορεί να την αγοράσει κανείς στην «παγκόσμια εκπαιδευτική αγορά», όπως μπορεί να αγοράσει την καινούργια τεχνολογία. Την πουλούν «χαρισματικοί σύμβουλοι» που ταξιδεύουν από χώρα σε χώρα αναζητώντας πελάτες,  μη κυβερνητικές οργανώσεις, επιχειρήσεις και αναπτυξιακοί φορείς που προσπαθούν να πουλήσουν τις δικές τους λύσεις για τα υπάρχοντα εκπαιδευτικά προβλήματα και στα τρία επίπεδα(του κράτους, της περιφέρειας, και του σχολείου),  πανεπιστήμια που κάνουν το ίδιο για να εισπράξουν χρήματα με τα οποία να συμπληρώσουν  τον ελλειμματικό  προϋπολογισμό τους,  και  διεθνείς οργανώσεις  οι οποίες είτε ετοιμάζουν προτάσεις για βελτίωση των εκπαιδευτικών συστημάτων των χωρών μελών τους, όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις χώρες  μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε πουλούν τις συμβουλές τους σε κυβερνήσεις, όπως οι τρεις οργανώσεις Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης(ΟΟΣΑ), Ουνέσκο,  και  Παγκόσμια Τράπεζα. Οι τρεις τελευταίες ανέλαβαν το  έργο αυτό μετά τη δεκαετία του 1960, όταν ο αρχικός σκοπός της ίδρυσής τους για ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρήθηκε ότι είχε περατωθεί. Αποφάσισαν τότε να εργασθούν για την «ανάπτυξη» του κόσμου(Beech, 2009,σ.344).

Η δεύτερη εξέλιξη είναι η ένταξη της Ελλάδας και της Κύπρου στην ΕΕ. Το γεγονός αυτό  άλλαξε άρδην τα πολιτικά και πολιτισμικά δεδομένα  και των δυο χωρών καθώς και το υπόβαθρο των μεταξύ τους πολιτισμικών και εκπαιδευτικών σχέσεων, αφού μπορούν πλέον και οι δυο να δανείζονται από την ίδια πηγή. Ειδικά στην Κύπρο αυτό άλλαξε την αρχική παραδοχή πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η εκπαιδευτική πολιτική της τον !7ο αιώνα για πιστή υιοθέτηση  του εκπαιδευτικού συστήματος της Ελλάδας. Για τον κυπριακό ελληνισμό η ενέργεια αυτή δεν ήταν με κανέναν τρόπο εκπαιδευτικός δανεισμός, αλλά φυσιολογική ενέργεια ενός αναπόσπαστου τμήματος της Ελλάδας προσωρινά αλύτρωτου. Η πεποίθηση αυτή  ενισχύθηκε με την εθνική ανασφάλεια που κυριάρχησε μετά  την ανάληψη της εξουσίας από έναν προηγμένο λαό, τους ΄Αγγλους  Έκαμε τους Ελληνοκυπρίους να πιστεύουν ότι κάθε εκπαιδευτικός δανεισμός θα  ήταν αιτία εθνικής καταστροφής, αφού θα άλλαζε τον εκπαιδευτικό προσανατολισμό, θα διαφοροποιούσε την εκπαιδευτική ταυτότητα και θα υπονόμευε το εθνικό φρόνημα. Γι αυτό ο εκπαιδευτικός δανεισμός που επέβαλε η αγγλική διοίκηση  με την εισαγωγή στα δημοτικά σχολεία του δικής της έμπνευσης και κατασκευής εκπαιδευτικού προγράμματος(περιεχόμενου και μεθοδολογίας)  το 1935 και οι επιδράσεις που άσκησε στη μέση εκπαίδευση μέσω της  ίδρυσης του English School στη Λευκωσία, ενός τύπου grammar school, τον ίδιο χρόνο, αποτέλεσαν μια σοβαρή τραυματική εμπειρία για τους Ελληνοκυπρίους.

Η σημερινή μεγάλη αλλαγή της στάσης του Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου στο θέμα του εκπαιδευτικού δανεισμού μπορεί να τεκμηριωθεί  με παραδείγματα τόσο θετικού  τρόπου αντίδρασής του  όσο και  αρνητικού. Ένα πολύ πειστικό παράδειγμα θετικού  τρόπου αντίδρασής του είναι  η πρόσκλησή του προς την Ουνέσκο το 1997 να αξιολογήσει το ελληνοκυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα και να υποβάλει σχετικές εισηγήσεις. Η ενέργεια αυτή αποδεικνύει  ανοικτό μυαλό,  αίσθημα ασφάλειας ότι ο εκπαιδευτικός δανεισμός δεν θα επηρεάσει την εθνική ταυτότητα και το εθνικό φρόνημα των Ελληνοκυπρίων, και γνώση του τρόπου διαχείρισης ενός εκπαιδευτικού δανείου. Αντίθετα από ό,τι γινόταν προηγουμένως, όταν μεταφερόταν αυτούσιο και αναλλοίωτο το εκπαιδευτικό δάνειο, σήμερα ξέρουμε ότι πρέπει να προηγηθεί «μετάφρασή» του με βάση την κουλτούρα της χώρας πατρότητας για να κατανοηθούν  οι συνθήκες μέσα στις οποίες αυτό επινοήθηκε και οι αρχικοί στόχοι του, και να ακολουθήσει  «μεταμόρφωσή» του με βάση  την κουλτούρα της χώρας υποδοχής. Το γεγονός ότι το Υπουργείο Παιδείας της Κύπρου κατέχει τη γνώση της σωστής διαχείρισης φάνηκε και από τον τρόπο διαχείρισης της Έκθεσης της Παγκόσμιας Τράπεζας, όταν αυτή  επιβλήθηκε στην Κύπρο μέσα στην έκτακτη ανάγκη του Μνημονίου  το 2014. Χρησιμοποίησε τη διεθνώς αποδεκτή πιο πάνω προσέγγιση  και έτσι δεν ήλθε σε αντιπαράθεση με την Τράπεζα ούτε με το Διεθνές Νομισματικό ταμείο που βρισκόταν πίσω της δηλώνοντας επανειλημμένα ότι η Έκθεση «δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα» και ότι θα υιοθετήσει μόνο «τα μέτρα που συνάδουν με το όραμά του και το Πρόγραμμα διακυβέρνησης της χώρας».

*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











182