ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*
Μετά την επίσημη απόρριψη στις 16 Μαρτίου από το ΚΔΣ της ΟΕΛΜΕΚ και χωριστά από τις Κινήσεις των Καθηγητών Προοδευτική, Αλλαγή και Νέα Κίνηση των «Ρυθμίσεων αναφορικά με την εφαρμογή των νέων Κανονισμών Λειτουργίας Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης για τις εξετάσεις τετραμήνων», που είχε υποβάλει ο Υπουργός Παιδείας με επίσημο έγγραφό του ημερ. 8 Μαρτίου 2018 προς τις Εκπαιδευτικές Οργανώσεις, είναι προφανές ότι επήλθε σοβαρό αδιέξοδο σχετικά με το θέμα των Εξετάσεων Τετραμήνων. Όλοι αναμένουμε να δούμε ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις των εμπλεκομένων. Πιστεύω πως στο χρονικό αυτό σημείο θα βοηθούσε μια σύντομη σχετική ανάλυση.
Οι βασικοί λόγοι της κατάληξης σε αδιέξοδο είναι, νομίζω, οι εξής:
1.Η κυρίαρχη κυπριακή κουλτούρα που επιβάλλει απόρριψη κάθε ιδέας συμβιβασμού. Ο συμβιβασμός θεωρείται στην Κύπρο ήττα και προδοσία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η κουλτούρα αυτή αντανακλάται πλήρως, όπως μπορεί να τεκμηριωθεί από τα εξής γεγονότα:
Α). Από την εξ αρχής πρόνοια του ΚΔΣ της ΟΕΛΜΕΚ να αποκτήσει την ευχέρεια να απορρίπτει κάθε ιδέα συμβιβασμού μέσω της οργάνωσης δημοψηφίσματος μεταξύ των καθηγητών στις 22 Φεβρουαρίου, ώστε να μπορεί να κραδαίνει το αποτέλεσμα(76%) σε κάθε ανακοίνωσή του. Στην τελευταία ανακοίνωσή του της 16ης Μαρτίου έγραψε: «Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι προφανές ότι δεν λαμβάνουν υπόψη το 76% των Καθηγητών που θα κληθούν να τις εφαρμόσουν».
Β) Από την αξιοποίηση του ίδιου γεγονότος από την Κίνηση Καθηγητών Προοδευτική στις δικές της ανακοινώσεις (7και 10 Μαρτίου) με τη διαμήνυση των εξής: «Θα συνεχίσουμε τον αγώνα για την κατάργηση αυτής της αντιπαιδαγωγικής πρόνοιας για το καλό των μαθητών, των εκπαιδευτικών και του δημόσιου σχολείου. Οι εξελίξεις μετά το ξεκάθαρο μήνυμα του 76% των καθηγητών/τριών για τις εξετάσεις τετραμήνων επιβεβαίωσαν την ορθότητα της απόφασης της ΟΕΛΜΕΚ να προχωρήσει στη διενέργεια δημοψηφίσματος».
Η κουλτούρα αυτή μετατρέπει κάθε προσπάθεια επίλυσης διαφορών σε παιγνίδι που αποβλέπει σε κατατρόπωση των αντιπάλων (win win) και καταλήγει σχεδόν πάντα σε αδιέξοδο και lose lose.
2. Ο δεύτερος λόγος είναι, νομίζω, η σπουδή του νέου Υπουργού Παιδείας να υποβάλει, πριν ακούσει τα ενδιαφερόμενα μέρη, προτάσεις –ρυθμίσεις που, κατά τη γνώμη του, θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν όλους. Τελικά δεν ικανοποίησαν κανένα, ούτε και τις Κινήσεις που είναι υπέρ των εξετάσεων. Η Νέα Κίνηση Καθηγητών τις απέρριψε όχι μόνο γιατί, κατά τη γνώμη της «στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ανεφάρμοστες» αλλά και γιατί «καταστρατηγούν τη φιλοσοφία των τετραμήνων και βασικές παραμέτρους των εξετάσεων, ενώ έρχονται και σε αντίθεση με την ισχύουσα νομοθεσία» (16 Μαρτίου).
Δεν μπορώ να ξέρω ποιοι λόγοι ώθησαν τον Υπουργό να κάνει αυτή την εσπευσμένη κίνηση: ανεπαρκείς σύμβουλοι, λανθασμένη πληροφόρηση, λανθασμένη κρίση, υπερβολική εμπιστοσύνη στην επινοητικότητά του, προσπάθεια εντυπωσιασμού για την ικανότητά του να λύνει αμέσως δύσκολα προβλήματα ή η παραδοσιακή πολιτική ενός συγκεντρωτικού Υπουργείου να σπεύδει να ανακοινώνει τις θέσεις του πριν ακούσει τους ενδιαφερομένους; Αυτή την πολιτική εφάρμοσε το ΥΠΠ και πριν τέσσερα χρόνια στο θέμα των ΝΩΠ, όταν διόρισε δική του Επιτροπή για το θέμα και, φυσικά, υιοθέτησε ως δικές του τις προτάσεις της, κάτι που το ανάγκασε να υποστεί φοβερή πολεμική και να προβεί σε υποχωρήσεις με προσθαφαιρέσεις ωρών στα διάφορα μαθήματα. Αυτή η πολιτική είναι εντελώς αντίθετη προς την πολιτική των υπουργείων άλλων ευρωπαϊκών χωρών τα οποία σ’ αυτές τις περιπτώσεις αναθέτουν σε ανεξάρτητες επιτροπές να τους υποβάλουν εισηγήσεις, οι οποίες δεν τα δεσμεύουν. Έτσι έχουν την ελευθερία να έρχονται εκ των υστέρων να κάνουν επιλογή των στοιχείων που κρίνουν ως κατάλληλα για το σκοπό τους χωρίς να θίγεται το κύρος τους
Η θέση του Υπουργού Παιδείας είναι τώρα πολύ δύσκολη. Πρώτα, δεν μπορεί να προχωρήσει στην κατάργηση των εξετάσεων, όχι μόνο γιατί αποτελούν μέρος σχετικού νόμου, αλλά και γιατί θα έλθει σε αντίθεση με τη δήλωση πολιτικής που έκανε ο ΠτΔ στις προγραμματικές του δηλώσεις κατά την τελετή ανακήρυξής του στις 28 Φεβρ. ότι το Υπουργείο Παιδείας θα συνεχίσει τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Το περιθώριο ελιγμών που έχει, από την άλλη, είναι πολύ περιορισμένο, γιατί ήδη το χρησιμοποίησε αναποτελεσματικά. Μια δυνατότητα είναι να υιοθετήσει τις εισηγήσεις της Κίνησης της Αλλαγής και της Νέας Κίνησης και να προχωρήσει στην εφαρμογή του Νόμου, αφού πρώτα προβεί σε μείωση της διδακτέας και εξεταστέας ύλης, αυτό όμως θα είναι casus belli για το ΚΔΣ της ΟΕΛΜΕΚ, γιατί θα το θεωρήσει καθαρή περιφρόνηση .
3. Ο τρίτος λόγος για το αδιέξοδο είναι η βαθιά ιδεολογική και πολιτική/κομματική διαφορά που υπόκειται αλλά και διαπερνά το θέμα αυτό. Η αριστερά υποστηρίζει ότι οι εξετάσεις δεν συνάδουν με το ανθρώπινο και δημοκρατικό σχολείο και πρέπει να καταργηθούν. Αυτή την άποψη ενστερνίζονται και η Παγκύπρια Συνομοσπονδία Γονέων Μαθητών Μέσης Εκπαίδευσης και η Παγκύπρια Συνομοσπονδία Μαθητών (ΠΣΕΜ). Είναι ενδιαφέρον ότι αντιπροσωπεία της ΠΣΕΜ που έγινε δεκτή στις 14 Μαρτίου από τη Γ.Δ. του ΥΠΠ δήλωσε ότι μάζεψε 5000 υπογραφές από μαθητές εναντίον των εξετάσεων-τόσο δυνατή είναι η πίστη τους ότι οι εξετάσεις βλάφτουν και τόσο ισχυρός είναι ο ζήλος τους να αφιερώσουν χρόνο και μόχθο για να προστατεύσουν τους συμμαθητές τους από τη μάστιγα των εξετάσεων--και υποστήριξε ότι οι εξετάσεις καλλιεργούν τη βαθμοθηρία, αγνοώντας το γεγονός ότι υπάρχουν και σήμερα βαθμοί και άρα και κίνδυνος βαθμοθηρίας.
Ο πιο πάνω λόγος υποβάλλει ότι ως εκπαίδευση της Κύπρου έχουμε φτάσει σήμερα ουσιαστικά στο τραγικό σημείο να μην μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα ευεργετικά μαθησιακά αποτελέσματα των εξετάσεων, όπως είναι η ευκαιρία για σοβαρή μελέτη, για εμβάθυνση στην ύλη και για απόκτηση βιωματικής και μακρόχρονης γνώσης. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να τονιστεί ότι για να έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα οι εξετάσεις, πρέπει οι μαθητές να πιστεύουν στην αξία τους, να πιστεύουν δηλαδή ότι οι εξετάσεις θα τους βοηθήσουν να δουν την ύλη των μαθημάτων ως σύνολο και να κατανοήσουν βαθύτερα τις έννοιες και τις θεωρίες καθώς θα αναγκαστούν να τις διακρίνουν από άλλες άσχετες ή συγγενείς, να κατανοήσουν τις σχέσεις των μερών της ύλης μεταξύ τους και πώς αυτά κτίζουν το σύνολο, και, επομένως να εμβαθύνουν στην ύλη και να μπορέσουν έτσι να την βιώσουν και να την εντάξουν στο μυαλό τους ως κάτι που έχει νόημα γι’ αυτούς. Αν συνεχίσουμε να βομβαρδίζουμε τους μαθητές μας με την προπαγάνδα ότι οι εξετάσεις είναι άχρηστες, δεν πρόκειται σε καμιά περίπτωση να δουν την ύλη απροκατάληπτα και να προσπαθήσουν να αποκομίσουν από αυτή αυτό που μπορούν να τους δώσουν οι εξετάσεις, και φυσικά ποτέ δεν θα μάθουν να μαθαίνουν μόνοι τους από βιβλία. Έτσι ο περίφημος Τρίτος Κόσμος (World Three) του Karl Popper θα μείνει για πάντα ξένος για ένα μεγάλο μέρος των νέων μας.
*Πρώην Αν. Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου