Ένας άλλος λαός…


ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΙΚΕΛΛΙΔΗ* 

Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση, και δη στους καιρούς της ανέχειας, είναι ακριβώς αυτή: ότι η μοίρα μας παρ’ όλ’ αυτά βρίσκεται στα χέρια μας.

(Από το λόγο του Οδυσσεά Ελύτη στην Ακαδημία της Στοκχόλμης κατά την τελετή απονομής σ’ αυτόν του βραβείου νόμπελ λογοτεχνίας το 1979)

«Η μοίρα μας βρίσκεται στα χέρια μας». Σπουδαίος λόγος από ένα σπουδαίο λογοτέχνη κι Έλληνα. Τέσσερις δεκαετίες μετά ο λόγος αυτός του Ελύτη ακούεται πιο σύγχρονος από ποτέ. Στα χρόνια της ανέχειας, της κάθε είδους κρίσης που βιώνει ο Ελληνισμός, στα δικά μας χέρια εξακολουθεί να βρίσκεται η προοπτική αναγέννησης του τόπου. Από εμάς εξαρτάται η αλλαγή πλεύσης, η συνειδητοποίηση του πολιτισμικού μας   πλούτου, η γνώση της ιστορικής μας συνείδησης, η στροφή στην πνευματική διάσταση της ζωής μας.

Μάθαμε να ζούμε με μια επίπλαστη ευμάρεια στηριγμένη σε ξένα δάνεια που τόσο εύκολα διαφημίζονταν παντού και προσφέρονταν υπό μορφή πιστωτικών καρτών, τουριστικών δανείων, στεγαστικών δανείων, δανείων απόκτησης αυτοκινήτου, τέλεσης γάμου (χλιδάτου εννοείται πάντα), σπουδαστικών, απόκτησης επίπλων (των πιο ακριβών, εννοείται) κ.ο.κ. Μέσα στον ψεύτικο κόσμο που κτίσαμε γύρω μας χάσαμε τον εαυτό μας, ξεχάσαμε τις ρίζες μας, απωλέσαμε την απλή, αυθεντική ζωή. Στις δεκαετίες που πέρασαν από την τούρκικη εισβολή αφεθήκαμε στη θεοποίηση του πλούτου και επιτρέψαμε την καθολική αλλοτρίωσή μας. Τοξικομανείς της ευμάρειας πλέον επιδοθήκαμε σε έναν άκρατο νεοπλουτισμό και σε μια επιδειξιομανία άνευ προηγουμένου. Η απόκτηση μόνιμης στέγης, προσωπικού μέσου διακίνησης, ρούχων, τσάντων, υποδημάτων αναδείχθηκαν σε στοιχεία καθημερινής επίδειξης. Το ίδιο και τα ταξίδια αναψυχής με ολοένα και νέους προορισμούς να εμπλουτίζουν το μακρύ κατάλογο των επιλογών μας. Ώσπου, ήλθαν οι μέλισσες. Και μας τσίμπησαν αφήνοντάς μας το ενοχλητικό τους κεντρί. Για να μας θυμίζει από πού ξεκινήσαμε και πού οδηγηθήκαμε εν τέλει. Να μας αναμοχλεύει το νου και να οδηγεί τα βήματά μας προς άλλη κατεύθυνση από εκείνη που τέσσερις δεκαετίες τώρα ακολουθούσαμε. Για να εννοήσουμε αυτό που τόσο εύστοχα είπε ο μεγάλος Ελύτης και πάλι. Πως από ένα τίποτα γίνεται ο παράδεισος!

Έτσι απλά. Από ένα τίποτα. Από τις λιτές εκείνες νύχτες του καλοκαιριού που ανάβλυζαν καλοσύνη και ανθρώπινη επικοινωνία καθώς μοιραζόμαστε, συγγενείς, φίλοι και συγχωριανοί, το γέλιο  στις αυλές των σπιτιών κάτω από τις κληματαριές.    Από τα χριστιανικά μας πανηγύρια που μύριζαν τάματα στον άγιο ανάμεικτα με τα ντόπια προϊόντα που πωλούσαν οι μικροπωλητές. Από τους ευωδιαστούς κήπους και τα στενά με το βασιλικό, το δυόσμο και το γιασεμί στην είσοδο της κάθε αυλής. Από τον ήχο της καμπάνας που στο άκουσμά της ξέραμε ποιανού αγίου ήταν η γιορτή ή ποιος συγχωριανός είχε αναχωρήσει από τον κόσμο έτσι καθώς γνωρίζαμε την κατάσταση υγείας του καθενός. Από τη χαρά της παρασκευής του κρασιού και της σταφίδας, της παραγωγής του λαδιού και της μαύρης ή της πράσινης ελιάς. Από τη βόλτα στα χωράφια αμέσως μετά τη βροχή για να μαζέψουμε μανιτάρια ή σαλιγκάρια. Από το τρικούβερτο γλέντι στους γάμους ή τους αρραβώνες συγγενών και φίλων. Μέσα από όλα αυτά τα καθημερινά, τα τόσο ανθρώπινα, λιτά και ανέξοδα είχαμε τον παράδεισο στα χέρια μας, στα πόδια μας, στην ποδιά μας. Κι ύστερα;

Κι ύστερα η εισβολή  πέρα από την εδαφική μας συρρίκνωση, τους νεκρούς και αγνοούμενούς μας, την ορφάνια και όσα άλλα χάσαμε ανέτρεψε την ίδια τη ζωή μας καθώς διέρρηξε τον κοινωνικό ιστό, διέλυσε το κύτταρο της ίδιας της κοινωνίας που είναι η κοινότητα, έτσι καθώς διαλύθηκαν ολόκληρα χωριά κι οι άνθρωποί τους σκόρπισαν σ’ όλο το υπόλοιπο νησί. Η πίκρα για όσα χάθηκαν κι η απόγνωση έγινε προσπάθεια να κατευνάσουν μέσα από την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία που στη συνέχεια πήρε μορφή χιονοστιβάδας και αναδείχθηκε σε νόημα ζωής. Έτσι, ξεχάσαμε και ξεχαστήκαμε. Παραμερίσαμε κάθε πνευματικό αγώνα, αλλοτριωθήκαμε πολιτισμικά, εξαγοραστήκαμε ιδεολογικά, χειραγωγηθήκαμε πολιτικά.

Ωστόσο, ήλθε η οικονομική κρίση να μας βγάλει από το λήθαργο, να μας υποδείξει την ανάγκη αποτοξίνωσης από το ναρκωτικό του καταναλωτισμού, να επανεύρουμε τη χαρά της ζωής  στα απλά και καθημερινά.  Μπροστά μας ξεδιπλώνεται ένας άλλος εαυτός, ένας άλλος λαός. Που αντιστέκεται στην ισοπέδωση, που σκέπτεται, που επικοινωνεί, που δείχνει αλληλεγγύη και αλληλοσεβασμό, που επαναβρίσκει την αυτογνωσία που έχασε, που γελά, που δημιουργεί, που δείχνει σεβασμό στη φύση και στα ζωντανά της, που αντιδρά σε κάθε ανορθόγραφη συμπεριφορά που εμφανίζεται σ’ αυτή την κοινωνία. Ευχή και στόχος πρέπει να είναι όλοι όσοι αποτελούν αυτό τον «άλλο λαό» να αυξάνονται μέρα με τη μέρα. Κι είναι ευθύνη όλων εμάς που έχουμε την τύχη παιδιών στα χέρια μας να αγωνιζόμαστε γι’ αυτό. Γιατί αυτός ο άλλος λαός είναι και η ελπίδα για την αναγέννηση του τόπου…

 *Εκπαιδευτικός, πρώην πρόεδρος της ΠΟΕΔ.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










145