ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ
«Τον καλόν αγώνα ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα· λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, όν αποδώσει μοι Κύριος».
Αυτά τα λόγια, που απηύθυνε ο Απόστολος Παύλος προς το μαθητή του Τιμόθεο στη Β΄ προς αυτόν επιστολή του, πιστεύω πως ψιθύριζε η ψυχή του Χρήστου καθώς εγκατέλειπε το κουρασμένο και ταλαιπωρημένο από τη μακρόχρονη αρρώστια σώμα του για να ανέβει ανάλαφρη στον Ουρανό και να παρουσιαστεί ευλαβικά μπροστά στον Πανάγαθο τη νύκτα της 6ης Ιουνίου.
Και τούτο γιατί σε όλη του τη ζωή ο Χρήστος αγωνίστηκε πραγματικά «τον καλόν αγώνα», όλη του η ζωή ήταν μια δοκιμασία, ένα αγώνισμα, ένα άθλημα. Ένα άθλημα για να μπορέσει να μορφωθεί μέσα σε πολύ δύσκολες οικογενειακές και οικονομικές συνθήκες, ένα άθλημα για να βρει το ψυχικό σθένος να αποκτήσει όσο το δυνατό περισσότερα ακαδημαϊκά προσόντα, ώστε να επιτύχει το όραμά του να προσφέρει όσο το δυνατό περισσότερα στην εκπαίδευση και στην αγωγή των νέων της πατρίδας του από όσο το δυνατό ψηλότερες και αποτελεσματικότερες επάλξεις, ένα άθλημα για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια του ύστερα από τα πλήγματα της μοίρας με την αρρώστια του Μάριου και το θάνατο της Παναγιώτας , ένα άθλημα για να μπορέσει να κρατήσει την πίστη του, την αξιοπρέπειά του και τη θέληση να ζήσει μπροστά στην άνιση μάχη κόντρα στην πιο σκληρή και αδυσώπητη αρρώστια που τον συνέτριβε σωματικά κάθε μέρα.
Οι δύσκολες αυτές συνθήκες ζωής σφυρηλάτησαν ένα δυνατό χαρακτήρα και μια ισχυρή προσωπικότητα που την κοσμούσαν πολλές επαγγελματικές, κοινωνικές, ψυχικές και πνευματικές αρετές: Η μεγάλη ευσυνειδησία , η ολόψυχη αφοσίωση στο καθήκον , η ισχυρή συναίσθηση ευθύνης, η μεθοδικότητα και η συστηματικότητα στη δουλειά του, είτε αυτή ήταν διδασκαλία στην τάξη ή εισήγηση σε σεμινάριο και συνέδριο είτε διοικητική ή οργανωτική δραστηριότητα, συγγραφή βιβλίου ή άρθρου , η σεμνότητα, η ακεραιότητα του χαρακτήρα , η επιμονή , η απέραντη υπομονή , η καλοσύνη, η αγάπη για το συνάνθρωπο και προπάντων η ανθρωπιά, το άρωμα της ανθρωπιάς που συναντά κανείς πολύ σπάνια σήμερα , πιθανό μόνο σε μικρά χωριά , όπως το χωριό του, το Λουβαρά.
Θεωρώ πολύ ευτυχή συγκυρία για μένα το γεγονός ότι οι επαγγελματικοί μας δρόμοι συναντήθηκαν πριν από τριάντα χρόνια , πρώτα, στο Π.Ι. και, ύστερα, στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου. ‘Ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να τον γνωρίσω από κοντά και να αναπτύξω μαζί του μια βαθιά πνευματική φιλία. Εκτίμησα πάρα πολύ το ψυχικό του σθένος και την πνευματικότητα που τον διέκρινε όχι μόνο στην επαγγελματική αλλά και στην καθημερινή συμπεριφορά του. Ο Χρήστος ήταν από τους ανθρώπους που πίστευε πως το σημαντικό πρόβλημα στη ζωή δεν είναι τι να κάνει κανείς, αλλά τι άνθρωπος να είναι. Γι’ αυτό και ήταν πάντα βέβαιος για το πώς έπρεπε να συμπεριφερθεί και τι έπρεπε να κάνει.
Πολύ χαρακτηριστικός σχετικά με αυτό ήταν ο τρόπος με τον οποίο έβλεπε τη ζωή. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα πριν από δυόμιση χρόνια, όταν έμαθε ότι είχε καρκίνο στον πνεύμονα. Δεν πανικοβλήθηκε. Πήρε την απόφαση να ζήσει μέχρι και το τελευταίο λεπτό που το κερί της ζωής του θα έμενε αναμμένο, όπως ακριβώς είχε πει και κάνει πριν από αυτόν η Παναγιώτα. Και αυτό έκανε με γαλήνη και υπομονή. Ταυτόχρονα διατήρησε την αισιοδοξία του και ήλπιζε πως θα μπορούσε να γίνει καλά. Ποτέ δεν έδειξε να χάνει την υπομονή και την ελπίδα του, ούτε και όταν καθηλώθηκε τελευταία με το εγκεφαλικό, ούτε και όταν έχασε τη φωνή του. Πίστευε ως το τέλος ότι θα γίνει καλά. «Θα χρειαστεί καιρός», μου έλεγε βλέποντας την ανησυχία μου για τη συνεχή επιδείνωση της κατάστασής του και προσπαθώντας να με καθησυχάσει.
Ιδιαίτερα τον θαύμαζα για τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόταν το πρόβλημα του Μάριου. Ήταν φανερό πως η πονεμένη εμπειρία μαζί του είχε ανοίξει και βαθύνει σε μεγάλο βαθμό την κατανόησή του και είχε μεταλλάξει την ψυχή του βοηθώντας τον να αναπτύξει μεγάλες ευαισθησίες και ψυχικές αντοχές.
Φεύγοντας ο Χρήστος αφήνει σε όλους μας μια μεγάλη κληρονομιά. Και είναι μεγάλο ευτύχημα το γεγονός ότι αυτή η μεγάλη κληρονομιά έχει γίνει ήδη κοινή συνείδηση, όπως αυτό φάνηκε από τη μεγάλη συγκίνηση που προκάλεσε όχι μόνο μεταξύ των μαθητών, των φίλων και γνωστών του, αλλά και όλου του εκπαιδευτικού κόσμου η είδηση του θανάτου του. Το ίδιο αποδεικνύει και η σημερινή μεγάλη συρροή εδώ στην εκκλησία για τον τελευταίο αποχαιρετισμό.
Η πνευματική αυτή κληρονομιά είναι βέβαια, πρώτα, η αγαθή μνήμη του αφοσιωμένου δασκάλου και της αγάπης που χάρισε αφειδώλευτα σ’ όλους, και, ύστερα, τα βιβλία, τα άρθρα και οι ομιλίες και εισηγήσεις του. Πιο πολύ όμως είναι το φωτεινό παράδειγμά του.
- Το παράδειγμα της ενάρετης ζωής και της ανθρωπιάς του.
- Το παράδειγμα της εργατικότητας και της αφοσίωσής του στο καθήκον.
- Το παράδειγμα της σεμνότητας, της τιμιότητας και της αφιλοκέρδειάς του.
- Το παράδειγμα της αξιοπρέπειας και της αγωνιστικότητας που έδειξε μπροστά στη δυστυχία της ζωής και το σκληρό θάνατο, και, τέλος,
- Το παράδειγμα της ισχυρής πίστης του στο Θεό, μιας πίστης που την κράτησε και τον κράτησε ως το τέλος της ζωής του.
Είμαι βέβαιος πως αυτή την ώρα, αν μπορούσε να μας μιλήσει, θα μας απηύθυνε από το φέρετρό του τα λόγια του Αποστόλου Παύλου στην προς Θεσσαλονικείς Α΄ Επιστολή που μόλις ακούσαμε:
«Αδελφοί, ου θέλω υμάς αγνοείν περί των κεκοιμημένων, ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού άξει συν αυτώ».
Καλό ταξίδι Χρήστο. Ο Θεός μαζί σου. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.