ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*
Στην έρευνα που έγινε από το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας από το 2006 ως το 2009 με την οικονομική ενίσχυση του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας με θέμα την Πολιτότητα (πολιτική αγωγή) η πλειονότητα των δεκαοκτάχρονων μαθητών που απάντησαν στις συνεντεύξεις δεν είχαν καθόλου κολακευτικά λόγια να πουν για τους Ελληνοκύπριους. Τους χαρακτήρισαν «ανενημέρωτους, απερίσκεπτους, αναίσθητους, απαθείς, επιπόλαιους, χωριάτες, ατομικιστές, φιλοχρήματους και ρουσφετολόγους».
Η διατύπωση αυτών των χαρακτηρισμών εκφράζει είτε μια προσπάθεια αποστασιοποίησης από τους «Κυπρέους» και αντίληψης ότι οι ίδιοι αποτελούν κάτι άλλο, το οποίο δεν δηλώνεται, είτε μια πολύ χαμηλή αυτοεικόνα. Και οι δυο υποθέσεις υποβάλλουν ωστόσο κάτι πολύ σοβαρό και ανησυχητικό. Στην πρώτη περίπτωση δεν δέχονται την ταυτότητά του Κυπρίου και ταυτόχρονα νιώθουν περιφρόνηση γι αυτόν, και στη δεύτερη δέχονται ότι είναι Κύπριοι αλλά δεν νιώθουν περήφανοι για την ταυτότητά τους αλλά μάλλον ντροπή. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ουσιαστικά πολίτες χωρίς ταυτότητα και στη δεύτερη πολίτες που νιώθουν ντροπή για την ταυτότητά τους.
Η κατάσταση αυτή φαίνεται ότι επιδεινώθηκε μετά την αποκάλυψη της μεγάλης διαφθοράς και κραιπάλης στις τράπεζες και τους ημικρατικούς οργανισμούς και των όσων φοβερών φαίνεται ότι έγιναν το Γενάρη του 2014 στις Κεντρικές Φυλακές. «Ντρέπομαι να πω ότι είμαι από την Κύπρο, .όταν είμαι στο εξωτερικό», μού έλεγε πρόσφατα μια πολύ μετριοπαθής και αξιοπρεπής κυρία μετά τα επεισόδια των Κεντρικών Φυλακών.
Αν λάβουμε υπόψη δυο βασικά πορίσματα μερικών πρόσφατων κοινωνικών ερευνών, πρώτα, ότι μόνο όταν οι πολίτες είναι περήφανοι για τη χώρα τους, θέλουν να εφαρμόζουν τους νόμους της, επειδή το θεωρούν καθήκον τους(Marthα Nussbaum,1996, For Love of Country: Debating the Limits of Patriotism), και ,δεύτερο, ότι «η ιδεολογία και η αίσθηση περηφάνιας γι’ αυτό που είναι κάποιος είναι απαραίτητα στοιχεία για να νιώθει ισχυρή πολιτική ταυτότητα» (De Ruyter, D. and Conroy, J. 2002, 509-522), τότε μπορούμε να καταλάβουμε σε πόσο δύσκολη κατάσταση βρίσκεται σήμερα η Κύπρος. Πάρα πολλοί δείχνουν ότι δεν ενδιαφέρονται να έχουν κάποια ταυτότητα, σε άλλους η αίσθηση εθνικής ταυτότητας είναι στο ναδίρ , σε άλλους δεν υπάρχει περηφάνια γι αυτό που είναι και πάρα πολλοί έχουν έντονο το αίσθημα της προσωρινότητας, ότι ζούμε μόνο για το σήμερα ,επειδή οι δυσκολίες φαντάζουν ανυπέρβλητες και δεν βλέπουν τους άρχοντες να δείχνουν έμπρακτα ενδιαφέρον και να λαμβάνουν μέτρα για να τις αντιμετωπίσουν και να διασφαλίσουν το μέλλον της χώρας. Όλα αυτά δημιουργούν μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση που προμηνύει σοβαρούς κινδύνους για τη βιολογική και εθνική επιβίωσή μας.
Πιστεύω πως όσοι έχουν ευθύνη για την επιβίωση του ελληνοκυπριακού λαού, Εκκλησία, πολιτεία, πολιτικά κόμματα, σχολεία, πρέπει να αναλάβουν εκστρατεία για την ενίσχυση της ταυτότητάς του. Το έργο αυτό δεν νομίζω πως είναι τόσο δύσκολο όσο μπορεί να φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Αντίθετα προς ό,τι πιθανό να νομίζουν πολλοί που μιλούν με κυνισμό για τους «Κυπρέους», οι Ελληνοκύπριοι έχουν πολλές αρετές που μπορούν να υποβάλουν το σεβασμό των άλλων και να γεννήσουν αυτοσεβασμό και περηφάνια στους ίδιους. Τέτοιες αρετές είναι η φιλοξενία , η αξιοπρέπεια ,η αυθεντικότητα, και η γενναιοδωρία στις καθημερινές δοσοληψίες τους, η μεγάλη αγάπη και μέριμνα για τα παιδιά τους, η πίστη στη δύναμη της φιλίας, η εργατικότητα , η επιμονή τους, η υπομονή τους(αυτό που ο Παύλος Ξιούτας ονόμασε ο Κύπριος βους) και προπαντός η ανθρωπιά τους. Τρεις άλλες μεγάλες αρετές που επέδειξαν κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-9 ήταν η αγωνιστικότητα ,η αγάπη για την πατρίδα και η ψυχική ενότητα που οδήγησαν σε ένα πραγματικό έπος.
Στη θλιβερή και εθνικά επικίνδυνη κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα δεν έχουμε άλλη επιλογή από την ανάδειξη, ενίσχυση και προβολή αυτών των αρετών , ώστε οι νέοι μας να δουν τον αληθινό εαυτό τους και την αυθεντική ταυτότητά τους και να νιώσουν εθνική περηφάνια και αγάπη για τη μικρή πατρίδα τους. Είναι μεγάλη ανάγκη να αναβιώσει η δυνατή αγάπη για την πατρίδα που επέδειξε ο λαός μας το 1955-9 και να σταματήσει η αντίληψη πως η ελευθερία που αποκτήσαμε το 1959 είναι ένα απλό καταναλωτικό αγαθό σαν όλα τα άλλα.
Σ’αυτή την αναβίωση μπορεί, πιστεύω, να βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό η πολύ συγκινητική αγάπη και περηφάνια για τη μικρή πατρίδα τους που δείχνουν οι ελληνοκύπριοι μετανάστες στην Αγγλία , την Αμερική , τη Νότια Αφρική και την Αυστραλία, όταν επισκέπτονται το νησί τους. Γίνεται αμέσως φανερό πως αυτοί μπόρεσαν να διατηρήσουν τις παλιές ελληνοκυπριακές αρετές πολύ πιο ισχυρές και πολύ πιο αυθεντικές από ό,τι εμείς και γι αυτό συντήρησαν και την αγάπη προς τη γενέτειρά τους και την εθνική τους ταυτότητα πολύ πιο δυνατή, ίσως γιατί νιώθουν περισσότερο από μας τι σημαίνει να μην έχεις πατρίδα.
Ο μεγάλος Έλληνας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης αρχίζει το ποίημά του Παράπονο με τα εξής:
Αναρωτιέμαι μερικές φορές:
Είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά, πως η
ζωή μου είναι μόνο μία; Όλοι οι υπόλοιποι το
ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες
πολλές ζωές, για να κερδίσουν
το χρόνο που σπαταλούν;
Ο κάθε λογικά σκεπτόμενος Ελληνοκύπριος που ανησυχεί για το μέλλον της χώρας του θα μπορούσε να παραφράσει αυτό το ποίημα με τα εξής:
Αναρωτιέμαι πολλές φορές:
Μόνο εγώ ανησυχώ πως, με τον ανεύθυνο τρόπο που πολίτες και πολιτικοί ενεργούμε, θα μείνουμε μια μέρα χωρίς πατρίδα; Όλοι οι άλλοι πιστεύουν πως το να έχεις πατρίδα είναι κάτι κεκτημένο ή πως είναι εύκολο να βρεις μια άλλη πατρίδα; Ξέρουν τι σημαίνει να μείνεις χωρίς πατρίδα; Να γυρνάς πρόσφυγας και κατατρεγμένος από τη μια χώρα στην άλλη; Να νιώθεις ξένος, ανεπιθύμητος και παρίας για όλη σου τη ζωή; Έχουν διαβάσει τα βάσανα και τους εξευτελισμούς που υφίστανται οι πρόσφυγες από τους ντόπιους, όπως τους περιγράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στο μυθιστόρημά του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»; Όσοι δεν το διάβασαν, καλύτερα να το διαβάσουν όσο το δυνατό νωρίτερα, πριν να είναι αργά.
*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου