ΤΗΣ ΛΙΑΝΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
Ο συνταγματικός διακανονισμός των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας εξαρτάται από το βαθμό σύζευξης ή απόκλισης της μορφή εκκοσμίκευσης και της πολιτικής φιλοσοφίας στη βάση του πάντα του τοπικού. Αυτό σημαίνει πως τόσο το κοινωνικό όσο και το θρησκευτικό υπόβαθρο αλλά και οι συνεπαγωγές στη διανόηση, οικονομία, πολιτική και εκπαίδευση, τυγχάνουν φιλοσοφικής, ιστορικής και κοινωνιολογικής προσαρμογής, ανάλογα με το βαθμό ή μη της επιρροής της πολιτείας στην εκκλησιαστική σφαίρα. Η σχέση κράτους- Εκκλησίας, συγκλίνουσα ή αποκλίνουσα, διαχέεται στις χώρες της Ευρώπης επηρεάζοντας τα πεδία της φιλοσοφίας, θεολογίας, ανθρωπολογίας, πολιτικής ,πολιτικής οικονομίας και όχι μόνο. Το Θρησκευτικό Μάθημα ως επίσημη διακριτή περιοχή των Αναλυτικών Προγραμμάτων των χωρών μελών της Ευρώπης, είναι υποχρεωτικό στα Δημόσια σχολεία (εκτός της Αλβανίας) για λόγος τήρησης της κοινωνικής συνοχής και της διατήρησης των στοιχείων της ταυτότητας του τοπικού. Τα παιδιά των μεταναστών υποχρεούνται να διδαχθούν πληροφοριακά και για λόγους κοινωνικής συνοχής στοιχεία από την επικρατούσα θρησκεία της φιλοξενούσας χώρας. Το Αναθεωρημένο μάλιστα Αναλυτικό του 2004 της Ουαλίας, ενώ αφαιρεί από την έβδομη τάξη το μάθημα της Ιστορίας, τοποθετεί το μάθημα των Θρησκευτικών Σπουδών ως μάθημα που συντελεί στην προαγωγή της πολιτισμικής και κοινωνικής συνοχής. Μοναδική εξαίρεση, λόγω φιλοσοφικών καταβολών από τον Πολιτικό Φιλελευθερισμό, η Γαλλία με το Γαλλικό Μοντέλο διδασκαλίας. Και η Γαλλία όμως επανατοποθετείται:Η Γαλλική κοινή γνώμη τα τελευταία 30 χρόνια έχει αρχίσει να κινητοποιείται στο να εγκρίνει την ιδέα της ενίσχυσης της διδασκαλίας του θρησκευτικού φαινομένου στο δημόσιο σχολείο. Κι αυτό, με σκοπό να διασωθεί η εθνική και ευρωπαϊκή κοινή μνήμη που η θρησκευτική απαιδευσία των προηγούμενων δεκαετιών ως κοινωνική ασυνέχεια, διαβρώνει κωμικά και τραγικά μαζί. Όπως ενδεικτικά γράφει ο Debray στο υπόμνημα προς τον υπουργό Εθνικής Παιδείας της Γαλλίας Ζακ Λανγκ το 2002:« Η θρησκευτική απαιδευσία των παιδιών μας μπροστά στην Παρθένο του Μποτιτσέλι -υπό τη μορφή του ερωτήματος: ποια είναι η εικονιζόμενη κυρία, δεν συνιστά θέμα αφ εαυτής. Είναι μέρος και απότοκο μιας θεμελιώδους απαιδευσίας που επηρεάζει όλους τους γνωστικούς κλάδους της δημόσιας εκπαίδευσης». Συνεπώς, «Η θρησκεία είναι μέρος του πολιτισμού μας, ακόμη και στην πιο εκκοσμικευμένη του μορφή. Δεν κατανοεί κανείς αυτό τον πολιτισμό εάν δεν δει τη θρησκευτική ρίζα των θεσμών, των μορφών, των αξιών του. Η ηθική μας, η τέχνη μας, η επιστήμη μας, οι θεμελιώδεις κοινωνικές δομές αναπτύχθηκαν μέσα από τη θρησκεία ή μέσα από την αντιπαράθεση με αυτήν. Η γενική μόρφωση ακόμα και ενός άθεου δεν μπορεί να θεωρείται γενική αν δεν περιλαμβάνει τη θρησκεία[1]». Όπως ενδεικτικά αναφέρει ο Skeie (2002: 237): « Σήμερα τα κόμματα στη Δυτική Ευρώπη βλέπουν τις έννοιες ανεκτικότητα, αλληλεγγύη, κατανόηση, ως δημιουργήματα των θρησκειών. Μια ανανεωτική παράθεση του Θρησκευτικού Μαθήματος βασίζεται στη χρησιμοποίηση του ανθρωπιστικού μέρους των θρησκειών, ως το επίπεδο κατανόησης της ετερότητας. Στην Ευρώπη πολλές κομματικές αποφάσεις στηρίζονται στο να εκμεταλλευτούν τη θρησκευτική επίδραση στα μέλη τους ως μέσο ανθρωπιστικής κατανόησης της ετερότητας. Συνεπώς, το Θρησκευτικό Μάθημα είναι το όργανο και το μέσο τους. Από την άλλη, ευρωπαϊκές χώρες δείχνουν πως πολιτικές τους αποφάσεις, απαντούν από μόνες τους – χωρίς τα θρησκευτικά ερείσματα- στις προκλήσεις μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας κάνοντας χρήση και μόνο της πολιτικής τους δύναμης».
Παραπέμπω σε Ψηφίσματα του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη διασφάλιση της υποχρεωτικότητας διδασκαλίας του Θρησκευτικού Μαθήματος εντός των ορίων της:
1. Steering Committee for Education, Strasbourg 27th September 2002,Forum:“The new intercultural challenge to education: religious diversity and dialogue in Europe”. Council of Europe (2002) 8. Στο Κείμενο διασαφηνίζεται το προφίλ της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη από τις απαρχές του 1970 και εξής στην Ευρώπη και γίνεται λόγος για προϋπάρχουσες κουλτούρες σε λαούς της Ευρώπης και την «πολλαπλή ταυτότητα» ως στοιχείο της κοινωνικής συνοχής. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση, η ενεργός πολιτότητα, η δημοκρατικότητα και η ισονομία, αρχές βασισμένες στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία, νέα και παλαιότερη, ενυπάρχουν διαθεματικά στα αναλυτικά προγράμματα από τη δεκαετία του ’90.
2. Council of Europe (2002)004 “Advisory Committee on the Framework Convention for the Protection of National Minorities”/ 25Ιανουαρίου, 2002. Πρόκειται για απαντητική επιστολή προς τον κ. Pierre Henri Imbert, Σύμβουλο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Στην Έκθεση παρατίθενται από τον κ. Χριστόφορο Γιάγκου, Πρέσβη, οι θέσεις της Κυπριακής Κυβέρνησης στις απόψεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής Εφαρμογής Πλαισίου Δράσης για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων στην Κύπρο και τονίζεται η σύμπλευση της Δημοκρατίας προς το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Στην περίπτωση της Κύπρου, η έκθεση επικαλείται τη συμφωνία Ζυρίχης- Λονδίνου που προνοεί πως οι πολίτες μέλη της Ελληνοκυπριακής και της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας και των άλλων μειονοτικών Κοινοτήτων, συμμορφώνονται προς τις θρησκευτικές επιταγές της ομάδας στην οποία ανήκουν. (Άρθρα 2, 18).
3. Religious Education in Europe, Oslo University, 8th September, 2005 By Peter Schreiner, Comenius- Institut/ Germany: Το έγγραφο βασίζεται στην εργασία της Διευρωπαϊκής Επιτροπής για την Εκκλησία και την Εκπαίδευση[1] -Intereuropean Commission on Church and School- ως μέρος ερευνητικής εμπειρίας που αφορά σε εθνικά Ευρωπαϊκά δρώμενα. Η Επιτροπή συνεργάζεται με 20 Ευρωπαϊκές χώρες με στόχο την ανάπτυξη διαλόγου και αντιδάνειου πληροφοριών με επίσημους πολιτικούς και άλλους οργανισμούς σε θέματα εκπαίδευσης και θρησκείας στην Ευρώπη, υπό τη μορφή πλατφόρμας κοινής πρωτοβουλίας. Αρχές της Επιτροπής είναι πως, πρώτο, η θρησκεία στην εκπαίδευση αξίζει να αποκτήσει σημαντικότερο προφίλ και δεύτερο, ότι ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πολιτική διαμορφώνεται στο ιστορικό και κοινωνιολογικό συναπάντημα Ιουδαϊσμού – Χριστιανισμού – Ανθρωπισμού.
4. The Basic Curriculum for a Human Future: Some Issues Raised by the
Birmingham RE Syllabus by M.C. Felderhof.To άρθρο πραγματεύεται την κατασκευή Ιδεολογικού Κειμένου (Αναλυτικού) για το Θρησκευτικό Μάθημα σε μια πολυσυλλεκτική κοινότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ανακλά τη νομική διάσταση στην οποία εμπεριέχονται οι παιδαγωγικές και οι θρησκευτικές αξίες με ένα ισορροπημένο τρόπο σε μια σύγχρονη κοινωνία, δεν υπόκειται στα ατομικά πιστεύω κάθε εκπαιδευτικού και προστατεύεται από την Πολιτεία.
ΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ:
Ερωτήματα: Σε ποιο βαθμό συνταγματικά κατοχυρώνεται μέσω νομοθετημάτων η προαγωγή και διατήρηση των Αξιών και Ιδεωδών της επικρατούσας εθνικοθρησκευτικής ελληνορθόδοξης κληρονομιάς στην πυρηνική βάση του τοπικού; Από την άλλη, σε συστημικό επίπεδο υπάρχει η ετοιμότητα παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών προς τα αλλόθρησκα παιδιά με στόχο, πέραν από τη διασφάλιση της θρησκευτικής τους ιδιοπροσωπίας αυτά να διδάσκονται υποχρεωτικά και για λόγους κοινωνικής συνοχής στοιχεία ταυτότητας της Ορθόδοξης θρησκείας, ως παράμετρο ταυτότητας της φιλοξενούσας χώρας όπως συμβαίνει σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρώπης;
Παραθέτω το άρθρο 18 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας:
«1. Έκαστος έχει το δικαίωμα ελευθερίας σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας. 2. Πάσαι αι θρησκείαι, των οποίων τα δόγματα και αι ιεροτελεστίαι δεν είναι μυστικαί, είναι ελεύθεραι.3. Πάσαι αι θρησκείαι είναι ίσαι ενώπιον του νόμου.Μη θιγομένης της κατά το Σύνταγμα αρμοδιότητος των Κοινοτικών Συνελεύσεων, ουδεμία νομοθετική, εκτελεστική ή διοικητική πράξις της Δημοκρατίας δύναται να κάμη δυσμενή διάκρισιν εις βάρος οιουδήποτε θρησκευτικού ιδρύματος ή θρησκείς»
Ζητήματα:
Χρήση θρησκευτικών συμβόλων: Η Κύπρος δεν έχει ακόμη τηρήσει υποχρέωση προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα που αφορά στη δημοσιοποίηση Έκθεσης για τη χρήση θρησκευτικών συμβόλων στις αίθουσες διδασκαλίας των Δημόσιων Σχολείων της, τη στιγμή που παιδιά Μουσουλμάνων (σεβαστό) φέρουν μαντίλα στο πλαίσιο της ανεκτικότητας και του σεβασμού της διαφορετικότητας.
Απαλλαγή ελληνορθόδοξων μαθητών για λόγους «ιδεολογίας»[2]: Στη 2η Συνεδρίαση της η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής, ημερομηνίας 4ης Ιουλίου του 2006 έχοντας για Θέμα προς συζήτηση τον « Υπό αναθεώρηση Κανονισμό 17/1990 και οι συνεπαγωγές της τροποποιημένης εφαρμογής του (2006) στα Δημόσια Σχολεία Στοιχειώδους Εκπαίδευσης», θεώρησε αδιανόητη την απαλλαγή μαθητών από μαθήματα για λόγους «ιδεολογίας» συμπεριλαμβανόμενου και του επιχειρήματος της αθεΐας. Τονίστηκε εύστοχα από επίσημης Εκκλησιαστικής πλευράς πως πρέπει « να προσέξουμε να μην παρεκκλίνουμε από τα ευρωπαϊκά θέσμια. Να μην ανοίξουν οι πόρτες διαφυγής και για τους Ορθόδοξους μαθητές. Οι διδάσκοντες δεν έχουν το δικαίωμα να προσηλυτίζουν τα παιδιά. Το Μάθημα των Θρησκευτικών συνυφαίνει την ιστορία και τον πολιτισμό μας». Από εκπαιδευτικής πλευράς είχαν επισημανθεί από τότε τα εξής: «Μπορεί αύριο να θελήσουν οι μαθητές να αποφύγουν και την Ιστορία ως μάθημα ιδεολογίας. Δικαιούνται οι μαθητές να φεύγουν και από την Ιστορία»; Εκπρόσωπος της Εισαγγελίας δήλωσε με σαφήνεια πως « Η πιθανή απαλλαγή δεν θα αφορά και σε Ορθόδοξους Χριστιανούς. Η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα τονίζει ότι εξαιρείται η επικρατούσα θρησκεία».
Το ζητούμενο: Η τοπική κοινότητα εκτείνεται σε οριζόντια διάσταση μεταξύ του παιδιού, της οικογένειας, του πολιτισμού. Είναι ο χώρος αξιών του κάθε παιδιού και το όχημα προς την ευρύτερη. Για να εμπεδωθούν οι παγκόσμιες αξίες, είναι φυσικό το παιδί να περάσει πρώτα μέσα του τις αξίες της κοινότητας. Στη φάση της αναζήτησης προσανατολισμών, ζει στην κοινωνία κουβαλώντας αρκετά φανερά και κρυφά στοιχεία θρησκευτικών παραδόσεων. Ο Bevans (1992) διαπιστώνει πως η ανθρωπολογική πλευρά της θεολογίας φανερώνεται δια της τοπικής κουλτούρας. Δίνεται βαρύτητα στον ανθρώπινο τρόπο προσέγγισης του θείου, μέσα από μια θεολογία βασισμένη στη φυσική δημιουργία ως κατάσταση κατανόησης της αλήθειας. Το ανθρωπολογικό μοντέλο μεταφέρεται στον εκπαιδευτικό χώρο, δίνοντας αξία και προσανατολισμούς στη ζωή των παιδιών, στο συγκείμενο της δικής τους κουλτούρας. Η θρησκεία είναι στοιχείο προσωπικής ζώνης . Το ερώτημα είναι τι από τη ζώνη αυτή μπορεί να μεταφερθεί από το υπαρξιακό πεδίο του παιδιού σε μια σχολική τάξη. Το παιδί πρέπει να μάθει να υπερασπίζεται αυτή την προσωπική ζώνη, ιδιαίτερα σε μικρές κοινωνίες. Κανένα άτομο δεν αντιπροσωπεύει το σύνολο. Το παιδί στο χώρο αυτό πρέπει να έχει μια ελεύθερη ζωή, αποστασιοποιημένη από πειραματισμούς. Όπως αναλύει ο Krogstad: « είναι πολύ σημαντικό το να έχεις το δικό σου σε ένα παγκόσμιο χώρο χωρίς να συνθλίβεται το τοπικό στο βωμό της πολιτισμικής συγχώνευσης».
*Λειτουργός Επιμόρφωσης για το μάθημα των Θρησκευτικών στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου