Για την οργάνωση και τη διοίκηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος


ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ Κ. ΦΥΛΑΚΤΟΥ*                           

ΜΕΡΟΣ Α΄

Η ένταξή μας στην Ενωμένη Ευρώπη και οι κατακλυσμιαίες κοινωνικές, οικονομικές και τεχνολογικές αλλαγές των τελευταίων χρόνων συνηγορούν για μια συνολική αναθεώρηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Στο σύντομο αυτό άρθρο μου διατυπώνω, χωρίς να εξαντλώ το θέμα, απόψεις για το πώς, το εκπαιδευτικό μας σύστημα, με βελτιωτικές αλλαγές, που αφορούν την οργάνωση και τη διοικητική του δομή,  θα μπορέσει να ανταποκριθεί πιο αποτελεσματικά στις απαιτήσεις των καιρών.

Η σημερινή διοικητική δομή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (Υ.Π.Π.) διαμορφώθηκε, με μικρές αλλαγές, ύστερα από τη διάλυση της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης Κύπρου (Ε.Κ.Σ.Κ.). Μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 16 Αυγούστου του 1960, και σύμφωνα με το άρθρο 87 του Συντάγματος, εγκαθιδρύθηκαν δύο χωριστές Κοινοτικές Συνελεύσεις, μια για κάθε κοινότητα. Ο γενικός έλεγχος και η διοίκηση του συστήματος της δημόσιας εκπαίδευσης ήταν δύο από τις κύριες ευθύνες της Ε.Κ.Σ.Κ.

Η πιο σημαντική εξουσία στην Ε.Κ.Σ.Κ. ήταν εκείνη του Προέδρου, που εκτελούσε, στην πραγματικότητα, τα καθήκοντα του Υπουργού Παιδείας. Μια από τις πρώτες αποφάσεις της Ε.Κ.Σ.Κ. ήταν ο διορισμός του Διευθυντή Εκπαίδευσης, ο οποίος ενεργούσε ως εκτελεστικό όργανο για την εφαρμογή των αποφάσεων της Συνέλευσης και των Επιτροπών της, για τα εκπαιδευτικά, τα πολιτιστικά και τα διδακτικά ζητήματα της Κοινότητας. Στο Διευθυντή Εκπαίδευσης υπάγονταν τα τμήματα της Μέσης και Ανώτερης, της Στοιχειώδους, το Τμήμα Πνευματικής, Εκπολιτιστικής Ανάπτυξης και Επιστημονικών Ερευνών, το Λογιστήριο, οι Τεχνικές Υπηρεσίες, οι Σχολιατρικές Υπηρεσίες, η Γεωργική, Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση, η Σωματική Αγωγή και οι Εκπαιδευτικοί Ψυχολόγοι. Η θέση αυτή του Διευθυντή Εκπαίδευσης καταργήθηκε το 1972. Η Επιτροπή Διορισμού, Προαγωγών και Μεταθέσεων δασκάλων και καθηγητών ήταν ένα από τα πιο σημαντικά σώματα που συστάθηκαν από την Ε.Κ.Σ.Κ. το 1960. Την Επιτροπή αυτήν αντικατέστησε, με την ίδρυση του Υπουργείου Παιδείας, το 1965, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, τα μέλη της οποίας διορίζονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κατά το πρότυπο της συνταγματικά κατοχυρωμένης Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.

Οι περισσότερες επιτροπές και τα περισσότερα από τα τμήματα και τις διευθύνσεις της Ε.Κ.Σ.Κ. κληροδοτήθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας, μετά την τουρκανταρσία του Δεκεμβρίου του 1963 και την αναγκαστική, εξαιτίας της νέας πολιτικής κατάστασης που επικράτησε, διάλυση των δύο Κοινοτικών Συνελεύσεων. 

Οι Νόμοι και οι Κανονισμοί που ισχύουν σήμερα, και που αφορούν την οργάνωση και τη διοίκηση του Υ.Π.Π. (το «Πολιτισμού» προστέθηκε το 1993), δημιουργήθηκαν από τις εξελίξεις  που κατά καιρούς σημειώνονταν και αντιμετώπισαν μόνον προσωρινά τις ανάγκες του εκπαιδευτικού  συστήματος. Το Υπουργείο Παιδείας δημιουργήθηκε σύμφωνα με το «Δίκαιο της Ανάγκης», με το Νόμο 12 του 1965, και έγινε το διοικητικό κέντρο και η εκπαιδευτική εξουσία. Επικεφαλής του Υπουργείου Παιδείας είναι ο Υπουργός Παιδείας, που αποτελεί, σύμφωνα με το Νόμο, την «αρμόδια αρχή». Ο Υπουργός είναι πολιτικό πρόσωπο και διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Γενικός Διευθυντής, ο οποίος είναι ο διοικητικός προϊστάμενος του Υπουργείου, διορίζεται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και ανήκει διοικητικά στο Υπουργικό Συμβούλιο. Οι άλλοι Διευθυντές των Τμημάτων και των Υπηρεσιών, Τμηματάρχες όπως ονομάζονταν στα είκοσι πρώτα χρόνια της λειτουργίας του Υπουργείου Παιδείας, διορίζονται επίσης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας. Ο Διευθυντής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου διορίζεται από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας.

Στην αναδιάρθρωση της Δημόσιας Υπηρεσίας, που έγινε το 1982, το Υπουργείο Παιδείας έμεινε έξω από τη μελέτη του ειδικού αναλογιστή. Η απόφαση που λήφθηκε τότε ήταν ότι το θέμα αυτό θα μπορούσε να συζητηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο, πράγμα που δεν έγινε ακόμη. Στις δυο εκθέσεις της ΟΥΝΕΣΚΟ ( 1977 και 1997) για το κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα, που υποβλήθηκαν στην Κυπριακή Κυβέρνηση, ύστερα από δική της αίτηση, υπάρχουν αρκετές εισηγήσεις για την αναδιάρθρωση του  Υπουργείου Παιδείας. Ιδιαίτερα, στην έκθεση του 1997 υπάρχει ξεχωριστό κεφάλαιο με εισηγήσεις και συστάσεις για αλλαγές στη διοικητική δομή του κυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος. Για διάφορους λόγους, που δεν είναι του παρόντος, οι εισηγήσεις αυτές, παρόλο που μελετήθηκαν από πολλές επιτροπές, οι οποίες υπέβαλαν με τη σειρά τους τις δικές τους εισηγήσεις, δεν έτυχαν εφαρμογής.  

Στην Έκθεση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης του 2004, γίνονται προτάσεις για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου διακυβέρνησης και άσκησης εξουσίας που αφορά τα κεντρικά και τα τοπικά όργανα διοίκησης, τη σχολική μονάδα και την Κοινωνία των πολιτών. Συγκεκριμένα, προτείνει, σε κεντρικό επίπεδο, τη Σύσταση Συμβουλίου Παιδείας, την ίδρυση αυτόνομου Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης, την αναδόμηση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και την ανασύνταξη των υφιστάμενων Διευθύνσεων του Υ.Π.Π. Για τις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης προτείνεται η προδημοτική εκπαίδευση να είναι ανεξάρτητη διοικητικά και εκπαιδευτικά. Προτείνει ακόμη, ενιαιοποίηση της 9χρονης γενικής υποχρεωτικής εκπαίδευσης και τη δημιουργία νέου τύπου Ενιαίου Λυκείου.

Σήμερα, στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού επικρατεί ένας στεγανός διαχωρισμός ευθυνών και αρμοδιοτήτων που έχει ως συνέπειά του την έλλειψη συνοχής, συντονισμού και επικοινωνίας. Στο ιδιαίτερα συγκεντρωτικό κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα δεν υπάρχει σύνδεση ούτε στην κορυφή, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα στη διοίκηση της εκπαίδευσης. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση των εμπειρογνωμόνων της ΟΥΝΕΣΚΟ (1997), για το εκπαιδευτικό μας σύστημα:

Η εκπαιδευτική υπηρεσία στην Κύπρο είναι συγκεντρωτική σε μεγάλο βαθμό. Το Υπουργείο Παιδείας ελέγχει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, τα σχολικά βιβλία και τους άλλους αναγκαίους πόρους για παροχή τέτοιων υπηρεσιών. Η πρόσληψη εκπαιδευτικών είναι επίσης συγκεντρωτική. Τα σχολεία ελέγχονται άμεσα από το Υπουργείο μέσω του σώματος επιθεωρητών και τους διευθυντές, οι οποίοι έχουν λιγότερη ευθύνη σε σύγκριση με άλλα εκπαιδευτικά συστήματα. (Ι.Ι.Ρ., 1997, σ. 19).

Και:

              Είναι επίσης αναγκαίο να εξηγηθεί με ποιο τρόπο η εκπαίδευση μπορεί                 

            να έχει μια «δημοκρατική» διοίκηση και να είναι ταυτόχρονα πολύ    

                συγκεντρωτική. (σελ. 22)

Τα ίδια, περίπου λόγια επαναλαμβάνονται και στην Έκθεση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης (2004):

           Διαμορφώνεται ένα δομικό - θεσμικό πλαίσιο εξουσίας και ελέγχου, το οποίο   

           αναδεικνύει χαρακτηριστικά ενός συγκεντρωτικού, γραφειοκρατικού και    

          δύσκαμπτου κρατικού συστήματος. (σελ. 66)

και:

          Πρόκειται για ένα στεγανά δομημένο/ διαρθρωμένο επιλεκτικό και         

          ανισοσκελές σύστημα. (σελ. 99)  

 

*Πρώην Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας

Ολόκληρο το άρθρο, ΜΕΡΟΣ Α΄ ΚΑΙ Β΄ στο έγγραφο που ακολουθεί:

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










490