ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΜΑΥΡΟΝΙΚΟΛΑ*
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ:
Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη η διαλεκτική ερμηνεύεται ως η μέθοδος αναζήτησης και εύρεσης της αλήθειας μέσω μιας διαδικασίας επάλληλων ερωταποκρίσεων, είτε γενικά μέσω της συζήτησης είτε μέσω του συστηματικού διαλόγου. Ως ουσιαστικό η κριτική, που συναντάται ήδη στον Πλάτωνα ως κριτική τέχνη, συνίσταται στον εντοπισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων σε θέσεις και απόψεις, στην τεκμηριωμένη αξιολόγησή τους και τη θετική ή αρνητική αποτίμησή τους.[1]Η κριτική διαλεκτική είναι η διαλεκτική όπου διά των ερωταποκρίσεων ασκείται κριτική με σκοπό την ανάδειξη και συσπείρωση εκείνων των θέσεων οι οποίες, στη ροή των ερωταποκρίσεων, θα αντέξουν στην κριτική και θα αναδειχθούν ως γνήσιες. Αφού τόσο ο κριτικός λόγος όσο και ο συνεχής διάλογος αποτελούν ουσιώδη συστατικά του ακαδημαϊκού βίου, προφανής είναι η αξία της κριτικής διαλεκτικής για την ανάδειξη γνησίων θέσεων επί ακαδημαϊκών ζητημάτων.
Στο ευρύ πεδίο της κριτικής διαλεκτικής (και αλλού) αναγνωρίζονται μεταξύ των διαλεγομένων ερασιτέχνες και επαγγελματίες. Οι ερασιτέχνες συνδιαλέγονται για ένα ζήτημα που δεν κατέχουν για την προσωπική τους ικανοποίηση ή για την τόνωση του εγωισμού τους. Οι ερασιτέχνες ενίοτε αποφαίνονται με ύφος ειδημόνων και μιλούν ως αυθεντίες για θέματα που αγνοούν, ή λοιδορούν όσους επισημαίνουν την ανεπάρκειά τους. Σε άλλο σημείο της αρνητικής σφαίρας της κριτικής διαλεκτικής ανευρίσκονται ορισμένοι επαγγελματίες που εφαρμόζουν, όμως, τη διαλεκτική μέθοδο της κριτικής αντιπαράθεσης με τον πλέον αδίστακτο τρόπο, ώστε να παρουσιάσουν τις θέσεις των συνομιλητών τους ως σκιάχτρα. Τέτοιοι «επαγγελματίες» πρεσβεύουν ότι μια θέση αναδεικνύεται «σωστή» όταν κατορθώσει να επιβληθεί ως τέτοια, και ότι δίκαιο έχει όποιος επιβάλλει το δικό του δίκαιο. Η μεγαλομανία τέτοιων «επαγγελματιών» εκβάλλει ως ψευδαίσθηση μεγαλείου (βλέπε illusion de grandeur) που, συνεπικουρούμενη από την ημιμάθειά τους, συμπαρασύρει στον προφορικό και γραπτό τους λόγο ένα κονιορτό από αναληθή και ασυνάρτητα στοιχεία. Τέτοια στοιχεία είναι, μεταξύ πολλών, πραγματολογικά λάθη και «ανορθογραφίες», οι παραποιήσεις των θέσεων των άλλων, συστηματικές και εξόφθαλμες αντιφάσεις, ψευδείς και διάτρητες διαβεβαιώσεις, πομπώδης φρασεολογία ως περιτύλιγμα των αυτονόητων, σμήνος από «πεφωτισμένες» ρήσεις, απατηλές απαντήσεις στις επισημάνσεις των κριτών τους, με έσχατο το αχαλίνωτο εναντίον τους υβρεολόγιο. Τέτοιου «ποιού» ερασιτέχνες και «επαγγελματίες» θα μπορούσαν δυνητικά, όταν υπερισχύσουν, να υπονομεύσουν επικίνδυνα την αξία της κριτικής διαλεκτικής.
[1]«Πολλοί στοχαστές έχουν μεταχειριστεί για την ανάπτυξη φιλοσοφικών θεμάτων τη διαλογική μορφή. Προτάσεις κι’ επιχειρήματα, θέσεις κι’ αντιθέσεις ερωτήσεων και απαντήσεις, βεβαιώσεις κι’ αντιρρήσεις, μοιράζονται σε διάφορα πρόσωπα. Αλλά αυτά, που υποτίθεται πως συζητούν ένα φιλοσοφικό θέμα – μ’ οποιαδήποτε ονόματα κι’ αν τα βαφτίζουν οι συγγραφείς των διαλόγων – δεν είναι ζωντανά. Είναι απλά και άδεια σχήματα. Ότι λένε δεν βγαίνει διόλου από τη ζωή τους, την ύπαρξή τους, το χαρακτήρα τους, την ιστορία τους. Δεν είναι το ίδιο με τον Πλάτωνα. Οι διάλογοί του είναι καθαρά έργα τέχνης, συνθέσεις δραματικές σ’ όλη την ακρίβεια και τη σημασία του όρου. […] Οι άνθρωποι που βάζει αντιμέτωπους είναι αληθινά, ζωντανά πλάσματα. Και είναι αυτοί ακριβώς που ονομάζει. Κι’ αν η συνομιλία τους δεν είναι πραγματική, θα μπορούσε όμως να είναι. Κι’ αν αυτοί οι άνθρωποι δεν μίλησαν έτσι, θα μπορούσαν, όμως, να μιλήσουν. […] Οι γνώμες τους, οι θεωρίες τους, βγαίνουν από τη ζωή τους, το χαρακτήρα τους, την ύπαρξή τους ολάκερη.» Σπύρος Μελάς, «Πλάτων ο Δραματικός», Ελληνική Δημιουργία, 56, σ. 813-815, 1950.
*Αντιπρύτανης Πανεπιτημίου Κύπρου
Ολόκληρο το άρθρο στο έγγραφο που ακολουθεί: