Η απόφαση της Βουλής για το ενωτικό δημοψήφισμα και η παιδεία των αντιπροσώπων του λαού


ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΨΑΛΤΗ*

Παρακολουθώ με μεγάλη θλίψη και αγωνία, όπως πιστεύω και η τεράστια πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων, τις εξαιρετικά αρνητικές παρενέργειες που έχει προκαλέσει η πρόσφατη απόφαση του Κοινοβουλίου για μνημόνευση του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950, και διερωτώμαι κατά πόσον αυτοί που υπερψήφισαν τη σχετική πρόταση και εκείνοι που συνέβαλαν στην επικύρωσή της με την αποχή τους, προβληματίστηκαν καθόλου για τις επιπτώσεις που μπορούσε να έχει αυτή η ενέργειά τους. Κάτι που η κοινωνία των πολιτών προέβλεψε μέσα από αναρτήσεις μελών της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αμέσως μετά την ανακοίνωση της ψηφοφορίας. Ανάμεσα σε αυτές και μια δικιά μου ανάρτηση, την οποία, παραφράζοντας την κωμωδία του Σαίξπηρ Much Adoabout Nothing, στέγασα κάτω από τον τίτλο ΠΟΛΛΗ ΖΗΜΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΕ.
Αυτό γιατί, ομιλώντας εκ πείρας, ενώ στην πράξη αυτή η απόφαση πολύ λίγη επίδραση θα είχε στην καθημερινότητα του σχολείου, στο συμβολικό επίπεδο θα προκαλούσε τεράστια ζημιά στο εθνικό μας θέμα, αφού εκείνο που  ουσιαστικά έχει εγκριθεί από το κοινοβούλιο είναι η ανάγνωση ενός σύντομου μηνύματος στην τάξη από τους εκπαιδευτικούς, το οποίο αποστέλλεται στα σχολεία από το ΥΠΠ. Αυτό όμως σπάνια ελέγχεται αν υλοποιείται και, κατά κανόνα, δεν σχολιάζεται, αφού κύρια έγνοια των εκπαιδευτικών, καλά ή κακά, είναι να προσχωρήσουν με την «κάλυψη» της ύλης του μαθήματός τους. Επομένως, αυτό που θα έμενε στην πραγματικότητα είναι η ζημιά που θα προκαλείτο στο εθνικό μας θέμα σε μια πολύ ευαίσθητη περίοδο, κατά την οποία συζητούνται τα πιο σημαντικά θέματα: αυτά της ασφάλειας και  εγγυήσεων. Έτσι, το μήνυμα που αποστάληκε στην άλλη πλευρά είναι πως αυτό που επιδιώκουμε δεν είναι ένα ομοσπονδιακό, αλλά ένα Ελληνικό κράτος, όπως, κατ, αναλογία,  επιδιώκουν οι εθνικιστές της άλλης πλευράς την προσάρτηση στην Τουρκία.

Δυστυχώς, οι πιο πάνω φόβοι δεν έχουν μόνο επαληθευθεί, αλλά έχουν μετατρέψει τις προοπτικές επίλυσης του πολιτικού μας ζητήματος σε ένα πραγματικό εφιάλτη, αφού η απόφαση του Κοινοβουλίου έχει καταφέρει να συνασπίσει γύρω από το αίτημα της συνέχισης των εγγυήσεων και της παραμονής στρατευμάτων της Τουρκίας, ακόμα και τους πιο προοδευτικούς Τουρκοκύπριους, συμπεριλαμβανομένου και του ΤΚ ηγέτη κ. Ακιντζί. Για να μην αναφερθούμε και σε άλλες εντελώς παράλογες απαιτήσεις της Τουρκίας που δεν αφορούν καθόλου την πλευρά μας. Μερικοί, βέβαια, θα αντιτάξουν το επιχείρημα πως η άλλη πλευρά απλά αναζητούσε κάποιο πρόσχημα για να κρύψει από πίσω τις ακραίες θέσεις της αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της ενέργειας του νεοναζιστικού ΕΛΑΜ που πέτυχε σε μια στοχευμένη προβοκάτσια του τραβώντας από τη μύτη το ΔΗΣΥ. Είναι επίσης εντελώς αδικαιολόγητοι να μην αντιλαμβάνονται πως δεν μας συμφέρει να προσφέρουμε αφορμές στην άλλη πλευρά, αφού στην περίπτωση που οι συνομιλίες καταλήξουν σε αδιέξοδο, κάτι που η συντριπτική πλειοψηφία τόσο των Ελληνοκυπρίων όσο και των Τουρκοκυπρίων απεύχονται, οι ευθύνες για την αποτυχία θα επιρριφθούν σε μας.Νομίζω παρέλκει να υπενθυμίσουμε πως την αφορμή για τη κυπριακή τραγωδία με τη βάρβαρη εισβολή και τη συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία την πρόσφερε το προδοτικό χουντοεοκαβήτικο, και κατά άλλους «άφρων» πραξικόπημα.

Και εδώ εγείρονται μια σειρά από απορίες, όπως είχα επισημάνει και στην αρχή αυτού του σημειώματος, τόσο για την εν γένει παιδεία των εκπροσώπων μας στο Κοινοβούλιο, όσο και για το ευρύτερο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Αρχίζοντας από την  πρώτη απορία, διερωτώμαι, πρώτα, αν όλα τα σεβαστά μέλη της Επιτροπής Παιδείας της Βουλής, ή τουλάχιστον οι επιστημονικοί τους συνεργάτες, έχουν κάποια μικρή ή μεγάλη σχέση με το εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου ειδικά και με το αντικείμενο της παιδεία γενικότερα. Δεύτερο, πόσο σοβαρά προετοιμάζονται όλοι για τα εκάστοτε θέματα που τους απασχολούν στην επιτροπή παιδείας και, τρίτο, πόσο, πώς και αν ενημερώνεται, ή τέλος πάντων συντονίζεται, η ευρύτερη κοινοβουλευτική ομάδα κάθε πολιτικού σχηματισμού για να μην παρουσιάζεται το τραγελαφικό φαινόμενο κάποιοι βουλευτές να αποφασίζουν για το πώς θα τοποθετηθούν ανάλογα με το αν και πόσα χέρια θα σηκωθούν από τους συναδέλφους τους κατά τη  διαδικασία της ψηφοφορίας; Τέταρτη απορία, ίσως η πιο σοβαρή, είναι η εξής: με ποια κριτήρια τοποθετούνται επί των διαφόρων θεμάτων που τίθενται ενώπιόν τους; Με εθνικά, παραταξιακά, κομματικά, ιδεολογικά ή για να εξυπηρετήσουν κάποιες απώτερες σκοπιμότητες; Τελευταία απορία έχει να κάνει με την πολιτική τους κρίση (ίσως όχι όλων): κατά πόσον δηλαδή έχουν τη δυνατότητα να επιμετρήσουν με σοβαρότητα τις όποιες επιπτώσεις από τις αποφάσεις που λαμβάνουν.

Εύχομαι να ευοδωθούν οι προσπάθειες του ΔΗΣΥ για εκτόνωση της κατάστασης, μέσα από τη γνωστή πρόταση που προωθεί, για το καλό του τόπου. Ωστόσο, επί της ουσίας,  αυτή δεν νομίζω πως αντιμετωπίζει, είτε το συγκεκριμένο, είτε ευρύτερα θέματα της παιδείας με ένα ορθολογικό και αποτελεσματικό τρόπο, αφού βασική της αφετηρία ήταν το μπάλωμα μιας «άκαιρης» απόφασης, την οποία το ίδιο κόμμα επικύρωσε με την αποχή του. Τα ζητήματα της παιδείας, πρέπει να αντιμετωπίζονται διαχρονικά πέρα από ιδεολογίες και ιδεοληψίες με συνέπεια και συνέχεια και να έχουν ως κύριο σκοπό και στόχους την καλλιέργεια κριτικής σκέψης. Αυτό όμως το κεφάλαιο θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ενός καινούργιου άρθρου.

*Δρα Επαγγελματικών Σπουδών στην Εκπαιδευτική Διοίκηση




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











183