Η εξαγγελθείσα καινοτομία του Κώστα Γιαβρόγλου


 ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*

Την περασμένη βδομάδα ο Υπουργός Παιδείας της Ελλάδας  Κώστας Γιαβρόγλου σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Τα Νέα ανακοίνωσε την πρόθεσή του να εισαγάγει από το 2020 αλλαγή του τρόπου εισδοχής στα ελληνικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ με κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και  αντικατάστασή τους με το κριτήριο του βαθμού απολυτηρίου (Paideia –News, 1 Μαΐου 2018). Για το σκοπό αυτό, όπως ανακοίνωσε, θα εισαγάγει πρώτα δυο βασικές αλλαγές στο Λύκειο. Η παροχή εγκυκλοπαιδικής γνώσης  θα τερματίζεται στο τέλος της Β’ Λυκείου κα η Γ΄ Λυκείου θα μετατραπεί σε προθάλαμο των πανεπιστημίων αναλαμβάνοντας προπαρασκευαστικό ρόλο για τα πανεπιστήμια και  ΤΕΙ.

Η εξαγγελία αυτή βέβαια δεν είναι σίγουρο ότι θα υλοποιηθεί, αφού θα μεσολαβήσουν μέχρι τότε βουλευτικές εκλογές και ανασχηματισμοί κυβερνήσεων. Υπάρχει επίσης πιθανότητα να αντιδράσουν τα πανεπιστήμια λόγω του επιπρόσθετου βάρους που θα κληθούν να  αναλάβουν. Παρόλα αυτά  πιστεύω  πως θα ήταν ενδιαφέρον να σχολιασθεί το εξαγγελλόμενο αυτό ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό μέτρο, αφού, είμαι βέβαιος, υπάρχουν πολλοί στην Κύπρο που θα εισηγούνταν εισαγωγή ανάλογου μέτρου και εδώ. Στο σχολιασμό θα κάνω λόγο, πρώτα, για τις παραδοχές πάνω στις οποίες πιθανό να στηρίχθηκε η απόφαση αυτή και, δεύτερο, για τις  πιθανές ηθικές και παιδαγωγικές συνέπειες του μέτρου και για τον αντίκτυπο στη γενικότερη  θεωρητική αντίληψη του ρόλου της μέσης εκπαίδευσης.

 Στην αναφερθείσα πιο πάνω συνέντευξή του ο Υπουργός αναφέρθηκε σε δυο παραδοχές για να δικαιολογήσει την απόφασή του, την ενίσχυση της δημόσιας εκπαίδευσης  και την καταπολέμηση του ανταγωνισμού, τον οποίο υποθάλπει, όπως είπε η «ιδεολογική εμμονή» των νεοφιλελεύθερων. Δεν αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο η κατάργηση των εξετάσεων θα  επιτύχει αυτούς τους δυο στόχους, εξαγγέλλει ωστόσο την αύξηση του αριθμού των εισακτέων φοιτητών και την κατάργηση του κλειστού αριθμού, που ισχύει τώρα, σ’ όλες τις σχολές πλην  των νομικών, των ιατρικών και των πολυτεχνικών. Αυτό το μέτρο βέβαια δεν έχει άμεση σχέση με τη νομιμοποίηση του νέου συστήματος, αφού θα μπορούσε η απόφαση να ληφθεί οποιαδήποτε στιγμή χωρίς άλλες αλλαγές. Έτσι το μόνο που απομένει για να δικαιολογήσει την απόφαση είναι η παραδοχή ότι θα μειωθούν πολύ τα φροντιστήρια. Αυτό είναι  πιθανό να συμβεί, αν και σε μικρό βαθμό, ανάλογα με  τη στάση που θα τηρήσουν οι διδάσκοντες. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα οι διδάσκοντες, προκειμένου να αμυνθούν έναντι των πιέσεων των γονέων και των μαθητών, να δώσουν μεγάλη σημασία στα διαγωνίσματα, ώστε να έχουν να δείχνουν ως τεκμήρια τα αποτελέσματά τους στους γονείς για να δικαιολογούν τους βαθμούς που θα δίνουν στους μαθητές. Αν συμβεί κάτι τέτοιο,  οι μαθητές θα νιώθουν και πάλι την ανάγκη για φροντιστήρια. Όσον αφορά στον ανταγωνισμό, η γνώμη μου είναι ότι ο ανταγωνισμός όχι μόνο δεν θα μειωθεί αλλά θα γίνει οξύτερος  και επιπλέον θα μεταφερθεί και μέσα στα σχολεία, με απρόβλεπτες συνέπειες.

Στην απόφαση υπόκεινται, πιστεύω, άλλες τρεις παραδοχές, πρώτο ότι μπορεί να υπάρξει αντικειμενική, δίκαιη και ορθή  βαθμολογία σ’ όλα τα σχολεία της Ελλάδας ή ότι υπάρχει τρόπος να εξασφαλισθεί με ειδικά μέτρα (για παράδειγμα, με αναγωγή της βαθμολογίας του απολυτηρίου) τέτοια  βαθμολογία, δεύτερο, ότι οι μαθητές και οι γονείς θα δέχονται ως ορθή, αντικειμενική και δίκαιη τη βαθμολογία και δεν θα πιέζουν ή δεν θα συγκρούονται πολύ άσχημα με τους καθηγητές για το θέμα αυτό και, τρίτο, ότι οι καθηγητές θα είναι διατεθειμένοι να αντέξουν αυτή την πίεση των μαθητών και των γονέων και δεν θα αποφασίσουν μια μέρα να δίνουν σε όλους τους μαθητές πολύ ψηλούς βαθμούς για να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους. Η γνώμη μου είναι ότι και οι τρεις παραδοχές είναι λανθασμένες. Οι αμφιβολίες για την αντικειμενικότητα της βαθμολογίας, οι πιέσεις και οι συγκρούσεις  θα αρχίσουν  από τον πρώτο χρόνο και το νέο σύστημα εισδοχής  θα καταρρεύσει, όπως κατέρρευσε και την προηγούμενη φορά που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα.  

Όσον αφορά στις συνέπειες,ηθικές και παιδαγωγικές, αυτές θα είναι μεγάλες. Η πρώτη μεγάλη ηθική συνέπεια θα είναι η μεταφορά όλου του ηθικού βάρους της αποτυχίας του μαθητή να μπει στο πανεπιστήμιο από τους ώμους του μαθητή στους ώμους του καθηγητή. Με ένα σύστημα εισαγωγικών εξετάσεων, όλοι παραδέχονται ότι ο μαθητής δεν μπαίνει στο πανεπιστήμιο, επειδή αποτυγχάνει στις εξετάσεις. Με ένα όμως σύστημα εισδοχής με κριτήριο τον βαθμό απολυτηρίου, το κυρίαρχο αίσθημα θα είναι ότι ο μαθητής  δεν μπαίνει, γιατί ο άδικος, κακός, μνησίκακος ή και εκδικητικός καθηγητής του δεν του έδωσε ψηλό βαθμό, παρόλο που το άξιζε. Πολύ λίγοι γονείς και μαθητές θα έχουν το ηθικό θάρρος να σκεφτούν διαφορετικά. Το συνηθισμένο μοτίβο θα είναι  «τι του στοίχιζε να δώσει ακόμα δυο μονάδες παραπάνω; Τον είχε στο μάτι από την αρχή». Αυτό ουσιαστικά θα σημάνει έναν ακήρυκτο πόλεμο μεταξύ γονέων και καθηγητών αλλά και μια κρίση συνείδησης και έναν εσωτερικό διχασμό μεταξύ ηθικού και κοινωνικού καθήκοντος στην ψυχή των καθηγητών, κάτι πολύ ψυχοφθόρο.

 Μια πιθανή  παιδαγωγική συνέπεια θα είναι η μεγαλύτερη υποδούλωση των μαθητών στα σχολικά εγχειρίδια και η περαιτέρω τυποποίηση της μάθησης, αφού στην προσπάθεια αποκόμισης ψηλότερων βαθμών οι μαθητές θα παπαγαλίζουν τις σελίδες των διδακτικών εγχειριδίων. Άλλες παιδαγωγικές συνέπειες θα είναι οι πολλές αιτήσεις για αναβαθμολόγηση γραπτών και οι μάχες που θα γίνονται κατά την αναβαθμολόγηση, αφού αυτή θα σημαίνει από μόνη της εισδοχή ή απόρριψη.

Η μεγαλύτερη ωστόσο παιδαγωγική συνέπεια θα είναι η βαθιά μεταβολή που αυτό το μέτρο θα επιφέρει στην όλη φιλοσοφία της ελληνικής εκπαίδευσης. Για δυο αιώνες τώρα διακηρυσσόταν ότι ο ρόλος της μέσης εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αντίθετα προς τις αγγλοσαξονικές χώρες όπου η μέση εκπαίδευση είναι προθάλαμος των πανεπιστημίων, ήταν να παρέχει στους μαθητές γενική παιδεία για να καλλιεργεί την ψυχή και τον νου και να τους διαμορφώνει σε ανθρώπους και καλούς πολίτες. Με την προτεινόμενη αλλαγή όχι μόνο εισάγεται αλλά και διαφημίζεται ότι η Γ Λυκείου μετατρέπεται σε προθάλαμο πανεπιστημίου. Δεν νομίζω πως είναι παρηγοριά το ότι αυτό θα γίνει μόνο για την Γ Λυκείου. Αν η αλλαγή εισαχθεί, θα ακολουθήσει σύντομα η αλλαγή και για τη Β και την Α ,  αφού η πίεση για περισσότερη προετοιμασία για εξετάσεις θα μεγαλώνει  και θα είναι οικονομικά αδύνατο να προστεθεί Ζ τάξη, όπως υπάρχει στην αγγλοσαξονική εκπαίδευση.

*Πρώην Αναπληρωτής Καθηγητής

Πανεπιστημίου Κύπρου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











142