Η Κυβέρνηση αποσύρει τους κανονισμούς για το νέο σύστημα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων


Η Κυβέρνηση αποσύρει τους κανονισμούς που κατέθεσε στη Βουλή για την εισαγωγή νέου συστήματος αξιολόγησης της απόδοσης των δημοσίων υπαλλήλων για σκοπούς ανέλιξης, ενημέρωσε σήμερα την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, ο Υφυπουργός παρά τω Προέδρω Κωνσταντίνος Πετρίδης.
Οι εν λόγω κανονισμοί κρίθηκαν από τον Γενικό Εισαγγελέα ως αντισυνταγματικοί.
Συγκεκριμένα σε επιστολή του προς την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, ο Κώστας Κληρίδης αναφέρεται στον κανονισμό που αφορά την εισαγωγή μέγιστης ποσόστωσης ως προς τη βαθμολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, σημειώνοντας ότι η συγκεκριμένη διάταξη συγκρούεται με το άρθρο 28 του Συντάγματος και ως εκ τούτου κρίνεται «αυθαίρετη και αντισυνταγματική»
Ο Γενικός Εισαγγελέας σημειώνει στην επιστολή πως «παρόλο που είναι πράγματι γεγονός ότι η σχεδόν καθολική αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων ως εξαίρετων ενδέχεται να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ως εκ τούτου χρήζει διόρθωσης, αυτή η διόρθωση μπορεί να επέλθει δια της αλλαγής της νοοτροπίας των αξιολογούντων προϊσταμένων, έτσι ώστε να επιφυλάσσουν την εξαίρετη βαθμολόγηση στους πραγματικά άξιους υπαλλήλους».
Ο Υφυπουργός παρά τω Προέδρω ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η Κυβέρνηση θα αποσύρει τους κανονισμούς και προτίθεται να καταθέσει νέους πριν από το κλείσιμο της Βουλής.
Η Επιτροπή συνέχισε σήμερα τη συζήτηση επί των δύο εκ των έξι νομοσχεδίων που αφορούν τη μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας, και συγκεκριμένα του νομοσχεδίου που αφορά το κρατικό μισθολόγιο και του νομοσχεδίου για την εναλλαξιμότητα.
Στο πλαίσιο της συζήτησης ο Υφυπουργός παρά τω Προέδρω Κωνσταντίνος Πετρίδης δήλωσε ότι δεν αποτελεί πολιτική της κυβέρνησης αυτή τη στιγμή μια δραστική μείωση του κρατικού μισθολογίου, είτε με μειώσεις είτε με παρατεταμένη παγοποίηση του.
Με το νομοσχέδιο για το κρατικό μισθολόγιο προωθείται η εισαγωγή ενός μηχανισμού που διασφαλίζει την διατήρηση του ύψους του κρατικού μισθολογίου σε «λογικά δημοσιονομικά πλαίσια» και αποτρέπει την αύξησή του μέσω της αλόγιστης πρόσληψης νέων υπαλλήλων.
Διασφαλίζει επίσης ότι σε περιόδους ύφεσης ή πολύ χαμηλής ανάπτυξης, η αύξηση των μισθών θα λαμβάνει υπόψη τα οικονομικά δεδομένα όπως αυτά εκφράζονται από τη μεταβολή του ονομαστικού ΑΕΠ.
Ο μηχανισμός αυτός θα διασφαλίζει ότι το ποσοστό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ θα καθορίζει το μέγιστο ποσοστό αύξησης του κρατικού μισθολογίου, συμπεριλαμβανομένων και νέων προσλήψεων.
Ο κ. Πετρίδης είπε πως η Κυβέρνηση έχει λάβει υπόψιν στο σχεδιασμό της, τις νέες ανάγκες, αποτρέποντας ταυτόχρονα τις μαζικές προσλήψεις.
Σημείωσε παράλληλα πως ένας τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι προσλήψεις είναι το διευρυμένο σύστημα εναλλαξιμότητας που υπάρχει τα τελευταία χρόνια, με τους εναλλάξιμους υπαλλήλους να αντιπροσωπεύουν αυτή τη στιγμή το 28% της δημόσιας υπηρεσίας, ενώ σημείωσε και ως σημαντικό για την κάλυψη των αναγκών του δημοσίου το καθεστώς αποσπάσεων που εφαρμόζεται μπορεί να εφαρμοστεί για τρία χρονιά με δυνατότητα ανανέωσης.
Ο Υφυπουργός παρά τω Προέδρω είπε πως η μορφή με την οποία θα παρέχονται οι αυξήσεις είναι ακριβώς η ίδια μορφή με αυτή που ίσχυε πριν την παγοποίηση τους. «Δεν αλλάζουν κι ένας από τους λόγους είναι για να μη δημιουργήσουμε νέες αναταράξεις» σημείωσε.
Είπε ακόμα ότι για πολλούς λόγους η Κυβέρνηση δεν άγγιξε το θέμα των σχετικών μισθών. «Υφιστάμενες μελέτες, πχ μελέτη Πασιαρδή 2011, δείχνει ότι αν αγγίζαμε το θέμα των σχετικών μισθών θα έπρεπε να γίνουν μειώσεις στους πιο χαμηλά αμειβόμενους [στο δημόσιο] γιατί εκεί παρουσιάζεται η ανισομέρεια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Το διαφυλάξαμε για κοινωνικούς λόγους, αλλά και ως θέμα αρχής, θεωρώ επικίνδυνο οι αυξήσεις να λαμβάνουν υπόψιν κοινωνικά κριτήρια» είπε ο Κωνσταντίνος Πετρίδης.
Σύμφωνα με τον Υφυπουργό, το κρατικό μισθολόγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει μειωθεί σημαντικά. «Έγιναν μεγάλες περικοπές που έφεραν το δημοσιονομικό όφελος» είπε.
«Εάν υπάρχει πολιτική θέση ότι πρέπει να επεξεργαστούμε άλλα μέτρα με μειώσεις μισθών αυτή τη στιγμή, ούτως ώστε, είτε με απολύσεις είτε με οτιδήποτε άλλο να περιοριστεί δραστικά το κρατικά μισθολόγιο και να πέσει ακόμα 2 ή 3 ποσοστιαίες μονάδες, αυτή δεν είναι η πολιτική της Κυβέρνησης» ανέφερε.
Ο κ. Πετρίδης διατύπωσε τη θέση ότι κανένας σοβαρός οργανισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει με μια παρατεταμένη παγοποίηση του κρατικού μισθολογίου, τη στιγμή που υπήρξε μείωση και παγοποίηση για τέσσερα χρόνια από το 2013 ως το 2017.
«Εμείς θεωρούμε ότι και η δημόσια υπηρεσία πρέπει να απολαμβάνει το δίκαιο μερίδιο της από τη οικονομική ανάκαμψη και αν δεν τα πάει καλά η οικονομία πρέπει να συνεισφέρει, όπως και έχει συνεισφέρει» σημείωσε.
Υπέδειξε ακόμα ότι «δεν πρέπει να βλέπουμε το κρατικό μισθολόγιο ως ένα μακροοικονομικό εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης».
Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Ονούφριος Κουλλάς μίλησε για «αναγκαιότητα να έχουμε ένα αυστηρό πλαφόν αυξήσεων στο μέλλον έτσι ώστε να αποφύγουμε κάποιο μελλοντικό εκτροχιασμό για σκοπούς δημοσιονομικής πειθαρχίας».
«Θα πρέπει να υπάρχει μια οροφή στις μελλοντικές αυξήσεις που θα λαμβάνει υπόψιν την πορεία της οικονομίας. Χωρίς μια τέτοια διασφάλιση είναι φυσικό ότι στο μέλλον μπορεί να ξεφύγει αυτή η συγκεκριμένη δαπάνη, που είναι ένα μεγάλο ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού και να οδηγηθούμε σε πολύ μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα» πρόσθεσε.
Για την εναλλαξιμότητα είπε πως «είναι μια μεταρρύθμιση προς τη σωστή κατεύθυνση».
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Στέφανος Στεφάνου δήλωσε ότι «τα νομοσχέδια που με τυμπανοκρουσίες και επικοινωνιακές ατάκες έφερε η κυβέρνηση θέλοντας να δημιουργήσει την εντύπωση στο κόσμο ότι εργάζεται για μια ποιοτική και ριζοσπαστική μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας στην ουσία δεν υπάρχει, αποσύρθηκαν τα τέσσερα από τα έξι εξαιτίας αντισυνταγματικότητας».
«Αυτό δείχνει και την προχειρότητα της δουλειάς» πρόσθεσε.
Για το θέμα του κρατικού μισθολογίου και της εναλλαξιμότητας είπε πως «υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις, υπάρχουν και προβλήματα».

Ο κ. Στεφάνου είπε πως η διασύνδεση που γίνεται μεταξύ κρατικού μισθολογίου και αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, αλλά ταυτόχρονα και τις ανάγκες που θα υπάρχουν στη δημόσια υπηρεσία «δημιουργεί μια σειρά από προβλήματα», προσθέτοντας πως «το κυβερνητικό νομοσχέδιο δεν αντιμετωπίζει τις πραγματικές ανάγκες και προκλήσεις που υπάρχουν στο θέμα του κρατικού μισθολογίου».
Σημείωσε ακόμα πως η Κυβέρνηση έρχεται με τη λογική της νομοθετικής ρύθμισης του ζητήματος που αφορά τους μισθούς, με την οποία το ΑΚΕΛ διαφωνεί. «Είμαστε υπέρ της συνέχισης του διαλόγου για να διαμορφώνονται μέσα από τον τριμερή διάλογο τα ζητήματα που αφορούν το κρατικό μισθολόγιο», ο οποίος «είχε πάρα πολλά θετικά αποτελέσματα και για την οικονομία και για την κοινωνία».
Ο βουλευτής ΔΗΚΟ Άγγελος Βότσης δήλωσε ότι μετά την απόσυρση των κανονισμών για τις αξιολογήσεις των δημοσίων υπαλλήλων και την απόφαση να μη θεωρείται κατ` επείγον το νομοσχέδιο για την ΕΔΥ, μένει ενώπιον της Επιτροπής το αίτημα για να ψηφιστούν ή να καταψηφιστούν τα νομοσχέδια για το κρατικό μισθολόγιο και την εναλλαξιμότητα.
Γι΄ αυτά τα δύο ανέφερε ότι «μένει να αποφασίσουμε κατά πόσον θα μπούμε και στην κατ` άρθρον συζήτηση των θεμάτων αυτών που ενδεχομένως να γίνει στην επόμενη συνεδρίαση, και κατά πόσον οι πολιτικές δυνάμεις είναι έτοιμες να τοποθετηθούν γι` αυτά τα δύο νομοσχέδια, χωρίς να έχουν ενώπιον τους ολόκληρο το πακέτο που αφορά τη μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας».
Σε ό,τι αφορά το ΔΗΚΟ, είπε ότι θα διαμορφώσει τη θέση του επί αυτών των δύο νομοσχεδίων πριν τις 15 Ιουλίου.
Ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος είπε ότι τα δύο νομοσχέδια για το κρατικό μισθολόγιο και την εναλλαξιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων παρουσιάζουν «πάρα πολλά κενά».
Ειδικότερα για το κρατικό μισθολόγιο είπε ότι από τα στοιχεία που υπάρχουν προκύπτει ότι η επιβάρυνση του κρατικού μισθολογίου μέσα από την παραχώρηση αυξήσεων, προσαυξήσεων, συνταξιοδοτικών ωφελημάτων και άλλων ωφελημάτων, που ευνοούσαν μια συγκεκριμένη ομάδα δημοσίων υπαλλήλων, θα πρέπει να ρυθμιστεί έτσι ώστε να γίνει πιο αντικειμενικός ο τρόπος παραχώρησης των αυξήσεων χωρίς αυτό να αποβαίνει σε βάρος της λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας και της οικονομικής κατάστασης της του κράτους.
Η ΕΔΕΚ θα τοποθετηθεί αφού ολοκληρωθεί η συζήτηση στην Ολομέλεια, όπως ανέφερε.
Για το νομοσχέδιο που αφορά την εναλλαξιμότητα είπε πως «παρουσιάζει σοβαρότατα προβλήματα» και σημείωσε ότι «ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι μέσα από τα όσα προτείνονται να συνεχίσει η κομματική παρέμβαση».
«Αυτό το οποίο επιδιώκουμε και θέλουμε είναι διαφάνεια, σωστή αξιοποίηση του δυναμικού της δημόσιας υπηρεσίας, αύξηση της παραγωγικότητας και κυρίως να σταματήσουν οι κομματικές παρεμβάσεις για εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων ή σκοπιμοτήτων» είπε ο κ. Σιζόπουλος.

«Φαίνεται ότι η μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας καψαλίζεται» δήλωσε ο Πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων - Συνεργασία Πολιτών Γιώργος Περδίκης. Όπως ανέφερε ο κ. Περδίκης ό,τι αφορά την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων «έχει μαγκώσει» στην αντισυνταγματικότητα.
Πρόσθεσε ότι για τα θέματα της εναλλαξιμότητας και τις αυξήσεις του κρατικού μισθολογίου «υπάρχουν διιστάμενες απόψεις και έχουν εντοπιστεί πάρα πολλά κενά». «Όπως συνεχίζεται η εξέταση των δύο νομοσχεδίων είναι αμφίβολο αν θα προλάβει η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών να ολοκληρώσει για αυτά τα δύο νομοσχέδια μέχρι το τέλος Ιουλίου που αναμένεται να ολοκληρωθούν οι εργασίες της Βουλής».
Ο κ. Περδίκης διατύπωσε τη θέση ότι θα πρέπει να υπάρχει έλεγχος του κρατικού μισθολογίου ώστε να μην είναι ανεξέλεγκτο όπως ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες και να υπάρξει εσωτερική αναδιάρθρωση του κρατικού μισθολογίου ώστε να μη σημειώνεται χάσμα μεταξύ υπαλλήλων του δημοσίου, αλλά και μεταξύ υπαλλήλων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.
Σημείωσε ότι το κρατικό μισθολόγιο θα πρέπει να συνδέεται με την παραγωγικότητα, προσθέτοντας πως το Κίνημα έχει καταθέσει συγκεκριμένη εισήγηση προς αυτήν την κατεύθυνση, για την οποία ο Υφυπουργός ζήτησε περισσότερες πληροφορίες.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










179