Η Κυπριακή Βουλή και η Συνταγματική Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών


ΤΟΥ ΠΑΝΙΚΟΥ ΛΕΩΝΙΔΟΥ*

Με αφορμή τη τελευταία συζήτηση και ψήφιση των προϋπολογισμών των τριών Δημοσίων Πανεπιστημίων της Κύπρου στη Βουλή των Αντιπροσώπων και τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν τα πράγματα οι βουλευτές μας, θα επιχειρήσουμε να προβούμε σε μια αξιολόγηση και κριτική αυτής της συμπεριφοράς σε σχέση με τον σαφή και διακριτό ρόλο και λειτουργία της βουλής ως ξεχωριστό πολιτειακό όργανο και την εξουσία που αυτό ασκεί:

Η Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών είναι η Αρχή με την οποία κατανέμεται η κρατική εξουσία σε περισσότερους φορείς κι αποτελεί βασικό γνώρισμα ενός Δημοκρατικού κράτους δικαίου.  Κατά την κλασική τριχοτόμηση των εξουσιών η ενιαία κρατική εξουσία διακρίνεται σε νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική.  Η Νομοθετική θέτει τους νόμους, η Εκτελεστική φροντίζει για την εφαρμογή τους, ενώ η Δικαστική εξουσία διέπει την απονομή της δικαιοσύνης.

Κατά το δόγμα της διάκρισης των εξουσιών η άσκηση κάθε λειτουργίας πρέπει να αναλαμβάνεται από διαφορετική εξουσία, από διαφορετική οργάνωση και να αποφεύγεται ή σύγχυση ή συγκέντρωση ή διασταύρωση των εξουσιών.  Όπως ο Μοντεσκιέ υποστηρίζει στη διδασκαλία του, η διασφάλιση της πολιτικής ελευθερίας επιτυγχάνεται μόνον όταν οι τρεις εξουσίες ανατίθενται και ασκούνται από διαφορετικά όργανα.  Αντίθετα όταν συσσωρεύονται σ’ ένα όργανο υπάρχει ο κίνδυνος της «τυραννίας».  Τα όργανα λοιπόν που ασκούν τις εξουσίες θα πρέπει να είναι ανεξάρτητα και να αποφασίζουν εντός των ορίων της αρμοδιότητας τους και να αποφεύγονται υπερβολές που να προέρχονται από άλλα όργανα.  Δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση από το όργανο που έχει την εξουσία.  Θα πρέπει δηλαδή να προχωρεί μέχρι εκεί που θα συναντήσει τα όρια της άλλης εξουσίας.  Έτσι λοιπόν «η εξουσία επιβάλλεται να συγκρατεί την εξουσία». Η εξουσία τους ενός οργάνου σταματά στο σημείο που ξεκινά η εξουσία του άλλου οργάνου.

Η διάκριση των λειτουργιών ανάγεται ήδη στον Αριστοτέλη ο οποίος στα Πολιτικά του (Βιβ. IV Κεφ. XI) αναφέρει ότι σε κάθε πολίτευμα υπάρχουν τρία μόρια, το ένα είναι το βουλευόμενο, το Περί των Κοινών, το δεύτερο το Περί τας Αρχάς και το τρίτο το Δικάζον.  Αν και η πατρότητα της αρχής αυτής δεν ανήκει στο Μοντεσκιέ, εντούτοις το όνομα συνδέθηκε με αυτού γιατί της έδωσε ιδιαίτερη έμφαση και τη διατύπωσε με  μεγαλύτερη σαφήνεια και πληρότητα.

Η Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών συναντάται στη Γαλλία στην Διακήρυξη του 1789 την οποία αργότερα υιοθέτησε το Σύνταγμα της και ακολούθως υιοθετήθηκε και από όλα σχεδόν τα συντάγματα των σύγχρονων δημοκρατικών χωρών.

Είναι γεγονός ότι αυτή η Διάκριση των Εξουσιών δεν υπήρξε ποτέ απόλυτη αφού τα κράτη κατά την άσκηση των εξουσιών τους προβλέπουν την δυνατότητα για σκοπούς αποδοτικότερης και ταχύτερης λειτουργίας τους,  να εκχωρούν εξουσίες τους σε άλλα όργανα για να θεσπίζουν νομοθεσίες (π.χ. να εκδίδονται από την διοίκηση κανονιστικές πράξεις ή κανονισμοί αλλά πάντα με την σύμπραξη της βουλής ή με εξουσιοδότηση του συντάγματος ή νόμου της βουλής).

Το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας καθιέρωσε την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών στα άρθρα 46 και επόμενα, στο 61, 136 και 152, με αποτέλεσμα η ανάληψη και η άσκηση κάθε μιας από τις τρεις εξουσίες να είναι προκαθορισμένη.

 

Σε σειρά δικαστικών αποφάσεων έχει αποφασιστεί και νομολογηθεί ότι αποκλείεται η επέμβαση της νομοθετικής εξουσίας, κάτω από οποιονδήποτε μανδύα στην εκπλήρωση του διοικητικού έργου.

Κατά τη συζήτηση λοιπόν των προϋπολογισμών των δημοσίων πανεπιστημίων μείναμε όλοι έκπληκτοι με τον τρόπο και τη διαδικασία που ακολούθησαν οι βουλευτές της επιτροπής παιδείας συμπαρασύροντας και την ολομέλεια της Βουλής, παρεμβαίνοντας ουσιαστικά στο ρόλο και την αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας προσθέτοντας, αφαιρώντας και σταυρώνοντας κονδύλια, σε μια προσπάθεια «εξοικονόμησης και περισυλλογής, παραβιάζοντας έκδηλα την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.

 Αναμφίβολα κανείς δεν αμφισβητεί τον Συνταγματικό ρόλο και την ευθύνη της Βουλής να ασκεί κοινοβουλευτικό έλεγχο στην κυβέρνηση του οποίου το περιεχόμενο βεβαίως οριοθετείται τόσο από το σύνταγμα και τους νόμους όσο κι από τον κανονισμό της Βουλής.   Άλλο όμως έλεγχος και άλλο παρέμβαση, σύγχυση και διασταύρωση εξουσιών με τον οποίο παραμερίζεται και πλήττεται η βασική αυτή συνταγματική αρχή καλυπτόμενη από τον μανδύα του ελέγχου.  Κατά τη διαδικασία αυτή θα πρέπει και η εκτελεστική εξουσία να επανεξετάσει το δικό της  ρόλο, ένα ρόλο που ενδεχομένως άφησε να ασκείται από την άλλη εξουσία, την νομοθετική,  μένοντας παρατηρητής και απλώς θεατής στην πρωτόγνωρη και περίεργη αυτή διαδικασία.

Ελπίζουμε ότι αυτό το φαινόμενο θα καταγραφεί ως ατυχές και δεν θα αποτελέσει τον κανόνα αλλά την εξαίρεση στην Βουλή των Αντιπροσώπων.

*Νομικός – Πολιτικός Επιστήμονας

Αντιπρόεδρος ΤΕ.ΠΑ.Κ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










215