ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ*
Διαβάζω με προσοχή τα άρθρα του βουλευτή του ΔΗΣΥ κ. Μάριου Μαυρίδη. Θα περίμενα ότι σε ώρες οικονομικής κρίσης βουλευτές με σπουδές στα οικονομικά, ιδιαίτερα όταν έχουν την ιδιότητα του καθηγητή πανεπιστημίου, θα είχαν μεγαλύτερη συμβολή στο κοινοβουλευτικό έργο, εστιάζοντας στην οικονομία και την παιδεία. Η δημόσια παρουσία του κ. Μαυρίδη δεν επιβεβαιώνει δυστυχώς αυτή την προσδοκία. Ο κ. Μάριος Μαυρίδης απέδειξε ότι έχει έντονες εμμονές με τα δημόσια πανεπιστήμια και ειδικότερα με το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Θα μπορούσα να αναφερθώ σε πολλά παραδείγματα, θα αρκεστώ σε δύο.
Πρώτο παράδειγμα. Τις προάλλες έσυρε καθηγητές του Τμήματος Οικονομικών στη Βουλή για να διαμαρτυρηθεί επειδή το «Κέντρο Οικονομικών Ερευνών» λάμβανε επιπρόσθετη χρηματοδότηση, η οποία, κατ’ αυτόν, έπρεπε λίγο – πολύ να δίνεται σε ιδιωτικά πανεπιστήμια! Δεν πρόσεξε ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος η συγκεκριμένη χορηγία ήταν ανταγωνιστική, στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Η καθηγήτρια που κλήθηκε στη βουλή για να «απολογηθεί» είναι κάτοχος προγράμματος ERC. Φαίνεται ότι η έντονη επιθυμία του να υπερασπισθεί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν επέτρεψε στον κ. Μαυρίδη να κάνει το homework που όφειλε: να ρωτήσει, να μάθει, και να κρίνει αμερόληπτα.
Ο κ. Μαυρίδης θα πρέπει επιτέλους να ξεχωρίσει τους ρόλους του. Υπηρετεί ως βουλευτής το δημόσιο συμφέρον ή προτάσσει τα συμφέροντα ιδιωτικών πανεπιστημίων; Λειτουργεί απροκατάληπτα για το κοινό καλό ή προκαταλαμβάνει την κρίση του η επαγγελματική του ιδιότητα; Δεν είναι κακό να συγκεράζει κανείς και τα δύο – και βουλευτής και καθηγητής ιδιωτικού πανεπιστημίου – αρκεί να ξέρει να το κάνει με σωφροσύνη, χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Οι εμμονές του κ. Μαυρίδη δεν δείχνουν άνθρωπο που μπορεί να κάνει επιτυχώς αυτό τον συγκερασμό.
Δεύτερο παράδειγμα. Ο κ. Μαυρίδης ήταν ο μόνος βουλευτής του ΔΗΣΥ, ο οποίος δεν ψήφισε την εισαγωγή ξενόγλωσσων προγραμμάτων στα κρατικά πανεπιστήμια της χώρας. Πάνω σε ποια οικονομική βάση; Πώς είναι δυνατόν ένας καθηγητής πανεπιστημίου να είναι ενάντια στη διεθνοποίηση των σπουδών των δημοσίων πανεπιστημίων της χώρας του; Πως είναι δυνατόν ένας βουλευτής να μην μεριμνά για τη βέλτιστη αξιοποίηση του δημοσίου χρήματος, η οποία, στην περίπτωση των δημοσίων πανεπιστημίων, επιτυγχάνεται και με τη διεθνοποίησή τους; Πώς θα καταστεί η Κύπρος διεθνές κέντρο εκπαίδευσης, όπως διαρκώς ορθά διακηρύσσουν οι πολιτικοί μας, χωρίς ξενόγλωσσα προγράμματα στα πιο προβεβλημένα και έγκυρα πανεπιστήμιά της όπως είναι τα δημόσια;
Σε πρόσφατο άρθρο του στον Φιλελεύθερο, με τίτλο «Ο ρόλος του εκπαιδευτικού συστήματος», ο κ. Μαυρίδης μας επιτρέπει να δούμε λίγο καλύτερα τη σκέψη του και να διαβλέψουμε τα πιθανά κίνητρά της:
«Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τα πανεπιστήμια παράγουν ανέργους σε πολλά επαγγέλματα, τα οποία δεν έχουν προοπτική εργοδότησης… Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραγωγή ανέργων γίνεται συνειδητά από τα κρατικά πανεπιστήμια, διότι τα συμφέροντα των πανεπιστημιακών είναι πιο σημαντικά από τα συμφέροντα των φοιτητών. Τα πανεπιστήμια έχουν υποχρέωση να επικοινωνούν με την αγορά εργασίας και να διαμορφώνουν τα προγράμματα σπουδών, κατά τρόπο που να εξυπηρετείται η αγορά εργασίας, οι πτυχιούχοι και η κοινωνία. Αυτός είναι ο πρώτος ρόλος του πανεπιστημίου, του σχολείου και του εκπαιδευτικού συστήματος μιας χώρας».
Ας δούμε με προσοχή τι μας λέει ο κ. Μαυρίδης. Οι καθηγητές των δημοσίων πανεπιστημίων προασπίζονται τα συμφέροντά τους, λέει, και παράγουν έτσι, «συνειδητά», ανέργους! Μήπως παρέχει κάποια στοιχεία που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό του; Αν τα βρείτε, δείξτε τα και σε μένα. Πετάει ένα ισχυρισμό-φωτοβολίδα προς εντυπωσιασμό. Αυτό που επιδέξια κάνει, όμως, με τον ισχυρισμό-φωτοβολίδα είναι να θαμπώνει το μέρος της εικόνας που δεν τον βολεύει.
Θα μπορούσε να μας πει ο κ. Μαυρίδης, ποια πανεπιστήμια παράγουν ανέργους στην Κύπρο; Ποια θεωρούνται πτυχία κύρους και ποια αφήνουν υπόνοιες ότι είναι «εξαγοράσιμα»; Πρόσφατα, ο Υπουργός Παιδείας της Ελλάδας κ. Γαβρόγλου, επέκρινε τις αθρόες αναγνωρίσεις μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών που αποκτήθηκαν, μεταξύ άλλων, από ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου, λέγοντας ότι δημιουργούνται «θέματα εκτός ακαδημαϊκής ηθικής τάξης». Θα είχε να μας πει κάτι ο κ. Μαυρίδης επ’ αυτού; Πώς προστατεύονται οι πολίτες που πληρώνουν και φοιτούν σε ιδιωτικά πανεπιστήμια; Οι βουλευτές δεν έχουν τη θεσμική υποχρέωση να προστατέψουν κι αυτούς; Σε μια τέτοια περίπτωση, ο κ. Μαυρίδης ποιον θα υπερασπιστεί; Τον πολίτη που θεσμικά εκπροσωπεί ή τον εργοδότη του, καθώς ο ίδιος εξακολουθεί να υπογράφει τα άρθρα του με την ιδιότητά του καθηγητή;
Περαιτέρω, θα ανέμενε κανείς ότι, ως πανεπιστημιακός, ο κ. Μαυρίδης δεν μετρά τα πάντα με γνώμονα τη ζήτηση στην αγορά εργασίας. Η αναζήτηση της γνώσης, εδώ και μερικούς αιώνες, διαθέτει μια σχετική αυτοτέλεια, δεν παράγεται με μόνο κριτήριο ‘τι θέλει η αγορά’. Τα πανεπιστήμια δεν είναι, ούτε πρέπει να γίνουν, επαγγελματικές σχολές. Όχι ότι η ζήτηση της αγοράς εργασίας είναι αμελητέα (κάθε άλλο), αλλά η παιδεία σε μια πολιτισμένη κοινωνία υπερβαίνει τις πρόσκαιρες απαιτήσεις της αγοράς. Αν όλα κινούνταν με βάση ‘τι θέλει η αγορά’ δεν θα υπήρχαν πανάκριβα εργαστήρια φυσικής (όπως το CERN), ούτε θα υπήρχε λόγος να εντρυφούμε στη φιλοσοφία, την ανθρωπολογία, τον Καβάφη και τον Σαίξπηρ, ή τα βασικά μαθηματικά. Εξάλλου, αυτό μου μας λένε οι εργοδότες είναι ότι το πτυχίο και μόνο, χωρίς ουσιαστική παιδεία, δεν αποτελεί εγγύηση επιτυχίας.
Όταν ζητήθηκε από τον Τσόρτσιλ να προβεί σε περικοπές στη χρηματοδότηση των τεχνών και του πολιτισμού για τις ανάγκες του Πολέμου, η απάντησή του ήταν «γιατί πολεμάμε τότε;». Γιατί εργαζόμαστε σήμερα αν όχι για να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας και να τους εμφυσήσουμε την αγάπη για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό; Αλίμονο αν η ανάπτυξη και η πρόοδος της κοινωνίας μετρούνται μόνο με όρους οικονομικούς. Ειδικά σε περιόδους κρίσης αξιών, τα πανεπιστήμια είναι οι μόνοι οργανισμοί, που μπορούν να παραγάγουν το καινούριο μέσα από τη συνάντηση των επιστημών.
Διαφεύγει του οικονομολόγου κ. Μαυρίδη ότι οι απόφοιτοι των πανεπιστήμιων δεν πρέπει μόνο να αναζητούν ήδη υπάρχουσες θέσεις εργασίας, αλλά, ακόμη πιο σημαντικό, να δημιουργούν θέσεις εργασίας - να έχουν τη δυνατότητα να σκέφτονται αντισυμβατικά, εκτός δεδομένων πλαισίων. Τέτοια ολοκληρωμένη εκπαίδευση δεν παρέχουν οι επαγγελματικές σχολές, ενώ είναι απίθανο να την παράσχουν τα κερδοσκοπικά ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα οποία για να επιζήσουν είναι υποχρεωμένα να υπηρετούν στενά την τρέχουσα αγορά. Ο συγκερασμός των απαιτήσεων της υφιστάμενης αγοράς εργασίας και των μελλοντικών αναγκών της, όπως αυτές διαμορφώνονται από δημιουργικά μυαλά, νεότευκτες επιχειρήσεις, και ανήσυχους ανθρώπους, είναι το ζητούμενο, και γι’ αυτό χρειάζονται διεθνώς ανταγωνιστικά δημόσια πανεπιστήμια που υπηρετούν τη γνώση και την καινοτομία. Δυστυχώς και αυτόν τον συγκερασμό αδυνατεί να κατανοήσει ο κ. Μαυρίδης.
Και μια τελευταία ερώτηση. υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις όπου, άμεσα ή έμμεσα, ο κ. Μαυρίδης ψήφισε νομοθεσίες που αφορούν κρατικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια. Μπορεί να μας πει ποιου τα συμφέροντα είχε κυρίως κατά νου όταν ψήφιζε;
*Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου