Ιούλιε! Ιούλιε! Είσαι εδώ;


ΤΗΣ EΛΕΝΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ ΦΩΤΙΑΔΟΥ*

Iούλιε! Ιούλιε! Είσαι εδώ; Παίρνω  όλες τις θύμησες και…με κυνηγάς!

Κάπως έτσι έχει διασκευαστεί πια στη συνείδησή μας το παλιό ρυθμικό παιχνίδι της παιδικής μας αθωότητας. Δεν βγαίνει πλέον ο λύκος με το μπαστούνι του να μας κυνηγήσει αγριωπός. Μπαίνει όμως ένας Ιούλης σκυθρωπός , που  μάταια παλεύει τα τελευταία σαράντα ένα χρόνια να μας πείσει για τις αγνές, καλοκαιρινές του προθέσεις. Αλλά με τόσα πανωφόρια θλίψης, με τόσες χιονοστιβάδες από εθνικές καταιγίδες, με ένα άτσαλο κρύο να ξυρίζει τη μνήμη και να τη ρίχνει ματωμένη μες στις μέρες μας, χωρίς αντισηπτικά, χωρίς παυσίπονα,  τι να κρατήσουμε, τι να αφήσουμε από έναν Ιούλη που μας προδίδει με τα ζεστά φιλιά του Ιούδα κι ύστερα, αμετανόητος, κρεμάει τις αντοχές μας στην άγονη  συκιά του και τις μαστιγώνει;

Απαριθμώντας τραύματα χωρίς επούλωση, σκέψεις ανίατες και απώλειες μη αναστρέψιμες, μας σέρνει ο Ιούλιος μήνας σε μνημόσυνα και ηρωικά λογύδρια, σε τύμβους με μαρμάρινες απουσίες και σε νεκρούς με έντονες ακόμα παρουσίες. Το πραξικόπημα της 15ης του Ιούλη 1974 αδιαλείπτως διχάζει τον λαό και συνθλίβει τις προοπτικές της ενότητας. Κι όταν κοπάσουν οι μεν και οι δε να πυροβολούν αδιακρίτως υπερασπιζόμενοι αμφότεροι τη δημοκρατία με τρόπο σχεδόν… φασιστικό, η τουρκική εισβολή προβάλλει στο προσκήνιο σαν πρωταγωνίστρια στη σκηνή της ζωής μας, που απλώς αποσύρεται για λίγο στο καμαρίνι της και επανέρχεται σε λίγο   δριμύτερη με θλιβερούς, μακροσκελείς μονολόγους της καθημερινότητάς μας. Οι χήρες μνημονεύουν ακόμα νεκρούς και τα παιδιά των σκοτωμένων , μεσήλικες πια ζωές, προσπαθούν να λύσουν ένα γρίφο για το δίκιο και το άδικο του κόσμου. Και τι να πει κανείς για τις αγνοούμενες ελπίδες, που κρατάνε μια λαμπάδα εν τω μέσω της νυχτός τους με την προοπτική πως θα διαψευστούν οι χειρότεροι φόβοι τους και μια μέρα αναστάσιμη θ΄ακούσουν το « Δεύτε λάβετε τον άνθρωπό σας»! Και τότε μόνο θα κατέβουν από τον σταυρό τους με ζωή νέα, όνειρο παλιό κι έτσι, ανάμεσα στο Χτες και στο Αύριο θα παλέψουν να στήσουν την ψυχή τους στα δυο της πόδια και να πορευτούν για να μαθητεύσουν πια όλες τις μέρες τους στο θαύμα.

Κι είναι κι οι καινούριοι μας ήρωες. Αξιωματικοί του Ναυτικού, πυροσβέστες, απλοί φαντάροι, που τους βρήκε ο Χάρος στο φτερό, την ώρα που ανυποψίαστοι, περήφανοι αετοί πετούσαν στο γαλάζιο αθώο χρώμα του ουρανού τους. Εκεί στο Μαρί, το πρωινό της 11ης Ιουλίου 2011 καταγράφηκε άλλη μια αυτοχειρία της ζωής, με πολλά ερωτηματικά μα κυρίως με θλιβερές τελείες .Και πώς κοιτάζει κανείς , χρόνια τώρα στις φωτογραφίες, εκείνα τα αθώα μάτια που στάλθηκαν να σβήσουνε φωτιές κι άναψαν  φλόγες από πόνο στα σωθικά της αγάπης; Και πώς σβήνει  αλήθεια ο καιρός ο διαβατάρης τον έρωτα που έμεινε πίσω να ξετυλίγει τον μίτο της Αριάδνης κι έξοδο δεν βρίσκει μες στον λαβύρινθο της Λύπης;

Ιούλιε, Ιούλιε, πάλι είσαι εδώ, με όλους τους λύκους λογισμούς , με όλα τα μπαστούνια σου  κι εγώ τον ήλιο σου δεν νιώθω μήτε τη θάλασσά σου. Βουτώ μες στα ρηχά νερά σου και βυθίζομαι. Και μια ηλιαχτίδα σου δραπέτη ψάχνω  μες στην παραζάλη της Ιστορίας, να καβαλήσω να σωθώ.

*Διευθύντρια Δημοτικής  




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










134