Ισοσκελισμένος προϋπολογισμός ίσον ύφεση, ανεργία, φτωχοποίηση


ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ Α. ΠΟΛΗ*  

Ο Υπουργός Οικονομικών σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Σημερινή είπε ότι η συνταγή εξυγίανσης  των δημοσίων οικονομικών είναι οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί. Είπε συγκεκριμένα ότι:

«Πρέπει όμως και έχουμε ευθύνη όσοι είμαστε στην πολιτική, να λέμε τις αλήθειες. Δεν θα έπρεπε να φτάναμε στο σημείο η Τρόικα να μας ζητά και να μας επιβάλει την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. Δηλαδή τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Ναι, πράγματι, το ξαναλέω, αυτή θα έπρεπε να ήταν η πολιτική. Κανένα κράτος και κανένα νοικοκυριό δεν θα μπορούσε επί μακρόν να ξοδεύει περισσότερα απ' όσα οι δυνατότητές του τού επιτρέπουν»

Οι  ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί δεν αποτελούν μόνο τη συνταγή διαιώνισης της ύφεσης αλλά είναι  άσκηση στο αδύνατο..σαν την προσπάθεια των αρχαίων μαθηματικών να τετραγωνίσουν τον κύκλο με χάρακα και διαβήτη, η οποία ήταν αδύνατη γιατί ο αριθμός π είναι άρρητος και υπερβατικός. Με όσο το δυνατό πιο απλά λόγια το αδύνατο των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών  τεκμηριώνεται ως εξής: Ας πάρουμε για παράδειγμα τον εγκεκριμένο από τη βουλή προϋπολογισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας για το 2015. Αυτός περιλαμβάνει έσοδα 5,93 δις ευρώ και έξοδα 6,61 δις ευρώ, δηλαδή υπάρχει ένα έλλειμμα 680 εκατομμυρίων παρά τη σφικτή δημοσιονομική πολιτική και  την επιμονή του κ. Γεωργιάδη στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Αν με τον όρο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός εννοούμε μηδενικό έλλειμμα τι θα γίνει άραγε αν το 2016 η κυβέρνηση περικόψει τα έξοδα της κατά 680 εκατομμύρια, όση είναι η διαφορά εσόδων και εξόδων το 2015; Άραγε ο προϋπολογισμός θα ισοσκελιστεί; Η απάντηση είναι αρνητική. Κρατικά έσοδα και έξοδα είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Η αποκοπή μισθών και δημοσίων έργων για να πέσουν τα έξοδα του κράτους κάτω από τα 6 δις για επίτευξη του  μαγικού στόχου του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού θα φέρει πτώση εσόδων αφού η κυβέρνηση θα εισπράξει λιγότερα από άμεσους και έμμεσους φόρους ως αποτέλεσμα της μείωσης της κυκλοφορίας του χρήματος λόγω των περικοπών. Κάθε 10 ευρώ που η κυβέρνηση αποκόπτει από το κρατικό μισθολόγιο η εξοικονόμηση που πετυχαίνει είναι μόνο πέντε ευρώ λόγω πτώσης των εισπράξεων του φόρου εισοδήματος, του ΦΠΑ και των φόρων κατανάλωσης. Επιπλέον η πτώση των δαπανών για δημόσια έργα σημαίνει πτώση της απασχόλησης, της συνολικής ζήτησης και συνακόλουθα των κρατικών εσόδων αφού οι άνεργοι δεν πληρώνουν φόρο εισοδήματος, η δε περιορισμένη κατανάλωση τους ρίχνει τα έσοδα του κράτους από το ΦΠΑ.  Έτσι ακόμα και αν του χρόνου ρίξουμε τα έξοδα στο επίπεδο των φετινών εσόδων ο προϋπολογισμός θα συνεχίσει να είναι ελλειμματικός γιατί για κάθε ένα ευρώ περικοπών θα χάνουμε 50σ έσοδα.

Επιπλέον  σε περιόδους ύφεσης κάθε  επιπλέον μείωση των κρατικών δαπανών θα σημαίνει περεταίρω μείωση της εγχώριας ζήτησης, η οποία θα φέρει νέες απολύσεις δηλαδή αύξηση της ανεργίας και συνακόλουθα νέα πτώση των κυβερνητικών εσόδων, η οποία με βάση την μονεταριστική πολιτική του υπουργού οικονομικών  θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με νέα περικοπή εξόδων που θα μειώσει και πάλι τα έσοδα και άρα θα χρειαστεί και άλλη περικοπή εξόδων κοκ. Δηλαδή θα έχουμε ένα φαύλο κύκλο αυτοτροφοδοτούμενης ύφεσης, αποπληθωρισμού και διψήφιου ποσοστού ανεργίας.

Πριν την είσοδο μας στην ΕΕ η Κυπριακή Δημοκρατία είχε τρεις προϋπολογισμούς τον Τακτικό, τον Προϋπολογισμό Ανάπτυξης και το ΤΑΕΠ* Μόνο ο τακτικός προϋπολογισμός καλυπτόταν από τα δημόσια έσοδα, ενώ ο Προϋπολογισμός Ανάπτυξης χρηματοδοτείτο με δανεισμό από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και από άλλες πηγές. Παρόλα τα ελλείμματα, ίσως δε σε κάποιο βαθμό και εξ αιτίας αυτών, είχαμε σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης 4%, ενώ σήμερα με την «νοικοκυρεμένη» οικονομική πολιτική του κ. Γεωργιάδη οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι αρνητικοί.

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση έριχνε συνεχώς στην οικονομία μεγάλα ποσά υπό την μορφή έργων ανάπτυξης, βοηθούσε στο να υπάρχει πλήρης απασχόληση, σταθερή ζήτηση και ήπιος πληθωρισμός ο οποίος εφόσον ήταν μονοψήφιος είχε και θετικές παρενέργειες στην οικονομία.  Αυτό γιατί η πτώση της αξίας του νομίσματος ήταν ευεργετική για όσους χρωστούσαν κάνοντας επενδύσεις, ακόμα και για την κυβέρνηση που δανειζόταν σε κυπριακές λίρες. Η αύξηση του χρέους υπέρ – αντισταθμιζόταν από την αύξηση του ΑΕΠ.  Επιπλέον υπήρχαν τότε πολύ ψηλότερα ονομαστικά καταθετικά επιτόκια. Αυτό γιατί η κεντρική τράπεζα της Κύπρου είχε δικαίωμα αυξομείωσης επιτοκίων και τα σχετικά ψηλά επιτόκια συγκρατούσαν τον πληθωρισμό σε υποφερτά (μονοψήφια) επίπεδα. Έτσι όσοι είχαν περισσεύματα μπορούσαν να υπολογίσουν σε σημαντικά εισοδήματα από τόκους. Επιπλέον η ύπαρξη ενός σχετικά μεγάλου δημόσιου τομέα, μιας τάξης ανθρώπων που άγγιζε, συμπεριλαμβανομένου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα το 20% του ενεργού πληθυσμού, έφερνε ευημερία εξ αντανακλάσεως και στον υπόλοιπο πληθυσμό, εφόσον οι άνθρωποι αυτοί με εγγύηση τον σταθερό μισθό τους, έπαιρναν και εξοφλούσαν δάνεια, έκαναν αγορές καταναλωτικών αγαθών, έκτιζαν σπίτια,  κρατούσαν σε μεγάλο βαθμό την κατανάλωση και άρα την απασχόληση στην Κύπρο. Όσο και αν ακούεται παράξενο υπάρχει θετική συνάφεια μεταξύ της πτώσης των μισθών στο δημόσιο τομέα και της αύξησης της ανεργίας στον ιδιωτικό.

Δεδομένου ότι το ετήσιο ΑΕΠ της Κύπρου σήμερα, παρά τη πτώση του δεν είναι μικρότερο των 15 δις, τα 6 δις που η κυβέρνηση παίρνει κάθε χρόνο από τον κυπριακό λαό με την μορφή άμεσων και έμμεσων φόρων αποτελούν ένα τεράστιο ποσό, περίπου το 40% των συνολικών ετήσιων εισοδημάτων που παράγονται στην Κύπρο. Τα χρήματα αυτά πρέπει να  επιστρέφονται στο λαό της Κύπρου, είτε με την μορφή των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων που αποτελούν σημαντικό μέρος των μικρομεσαίων, είτε με τη μορφή   κοινωνικών επιδομάτων που πηγαίνουν στους πιο φτωχούς συμπολίτες μας, είτε με την μορφή παραγωγικών έργων που φέρνουν ανάπτυξη μέσω της απασχόλησης που παράγουν και της προστιθέμενης αξίας που αυτά δίνουν στην ακίνητη περιουσία και της βοήθειας που προσφέρουν στην ανάπτυξη της συνολικής οικονομίας. Φανταστείτε που θα ήταν η οικονομία μας αν η κυβέρνηση τις προηγούμενες δεκαετίες δεν έκτιζε υδατοφράκτες, λιμάνια, αεροδρόμια, δρόμους, νοσοκομεία και σχολεία.  Η επιμονή της σημερινής κυβέρνησης να θέτει σε πρώτη μοίρα τους διεθνείς δανειστές και να αφήνει σε δεύτερη το λαό που αιμοδοτεί και στηρίζει αυτό το κράτος με τους φόρους του, αποτελεί μια λανθασμένη και επιζήμια πράξη τόσο στον οικονομικό έσω και στον εθνικό τομέα.

Για την αναστροφή της οικονομικής κατάστασης και την οικονομική ανάπτυξη χρειάζεται επεκτατική  οικονομική πολιτική η οποία θα τονώσει τη ζήτηση, θα αυξήσει συνακόλουθα τη ζήτηση εργατικών χεριών και θα φέρει την πολυπόθητη πτώση της ανεργίας.  Η περιοριστική οικονομική πολιτική, την οποία ως αλάνθαστο ευαγγέλιο προωθεί ο Υπουργός Οικονομικών φέρνει μόνο ύφεση, παρατεταμένη ανεργία, αποπληθωρισμό, μιζέρια και αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού. Το τέλος αυτής της επώδυνης  θεραπείας θα είναι η ρήση των ιατρών «η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απέθανε».  Η ΕΕ ως σύνολο πρέπει να αποδεσμευτεί από τις ιδεολογικές αγκυλώσεις του νεοφιλελευθερισμού για να μην θρηνήσουμε τελειωτικά μια χαμένη γενιά και για να αφήσουμε επιτέλους πίσω την μιζέρια και την υπανάπτυξη.

Σημειώσεις

  1. ΤΑΕΠ* = Ταμείο Ανακουφίσεως Εκτοπισθέντων και Παθόντων

Υστερόγραφο

Όταν οι προηγούμενες κυβερνήσεις βοηθούσαν μέσω του ΤΑΕΠ τους πρόσφυγες, δίνοντας τους οικόπεδα για αυτοστέγαση ή κτίζοντας συνοικισμούς, ή δίνοντας τους οικονομική βοήθεια για να αποκτήσουν ιδιόκτητη στέγη, τότε υπήρχε πολύ μικρότερος κίνδυνος για ξεπούλημα της ελληνικής περιουσίας στα κατεχόμενα. Σήμερα που οι πρόσφυγες έχουν εγκαταλειφθεί στο έλεος του θεού, η Τουρκία εξαγοράζει τις περιουσίες τους αντί πινακίου φακής. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική των μνημονίων, όχι μόνο εξαθλιώνει οικονομικά  το λαό, αλλά οδηγεί και στην παγίωση και νομιμοποίηση των τετελεσμένων της τουρκικής κατοχής.

* Μέλος ΔΣ ΑΚΙΔΑ 2014-2017




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










252