TΟΥ ΜΙΧΑΛΗ Α. ΠΟΛΗ*
Το άρθρο 25 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι σαφές: Κάθε Πολίτης έχει το δικαίωμα να εξασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα ή επαγγέλματα εφόσον έχει τα υπό τον Νόμο οριζόμενα απαραίτητα προσόντα. Η εξάσκηση του δικαιώματος της εργασίας περιορίζεται δραστικά μόνο για τους μόνιμους και τους συμβασιούχους εκπαιδευτικούς και δημοσίους υπαλλήλους. Σύμφωνα με το άρθρο 54(2) των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 2016.
Εκπαιδευτικός λειτουργός του οποίου το σύνολο του χρόνου τελεί εις την διάθεση της Δημοκρατίας, δεν επιτρέπεται να ασκεί οιονδήποτε επάγγελμα ή επιτήδευμα ή να ασχολείται ή μετέχει εις οιονδήποτε εργασία ή επιχείρηση
Με βάση την πιο πάνω πρόνοια της νομοθεσίας, δημόσιος εκπαιδευτικός λειτουργός, που έχει διοριστεί μόνιμα ή µε σύμβαση και κατά τον ελεύθερο του χρόνο απασχολείται ιδιωτικά χωρίς άδεια, είτε µε αμοιβή, είτε χωρίς αμοιβή σε οποιαδήποτε εργασία, είτε παραδίδει μαθήματα κατ’ οίκο είτε σε φροντιστήριο, διαπράττει πειθαρχικό αδίκημα το οποίο θα διώκεται ευθύς ως υποπέσει στηναντίληψη της αρμόδιας αρχής.
Λόγω της σχέσης υποτέλειας που έχει ο δημόσιος υπάλληλος προς το κράτος, υπάρχει, για όσους τουλάχιστον διορίστηκαν μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, το δικαίωμα της επαγγελματικής σύνταξης γήρατος. Η έννοια του δικαιώματος αυτού είναι η ακόλουθη:
Εφόσον με το μόνιμο διορισμό του ο εκπαιδευτικός έχει εκχωρήσει στο κράτος το δικαίωμα να εξασκεί δεύτερο ή τρίτο επάγγελμα ή να ανοίξει επιχείρηση για βιοποριστικούς λόγους και είναι υποχρεωμένος να ζει μόνο με το μισθό που του δίνει το κράτος, έχει το δικαίωμα να παίρνει από την πολιτεία, ως ανταπόδοση της ισόβιας αφοσίωσης και υποτέλειας του προς τη δημόσια διοίκηση, την επαγγελματική σύνταξη γήρατος.
Η ιδιότητα του κρατικού υπαλλήλου [ sivilservant = Υπηρέτης του Δημοσίου ] δημιουργεί την νομική και την ηθική υποχρέωση στο κράτος να στηρίξει οικονομικά, στη δύση του βίου μας, όλους εμάς που αφιερώσαμε τη ζωή μας για να υπηρετήσουμε την κοινωνία και σε τελευταία ανάλυση με την εργασία μας δίνουμε υπόσταση στο ίδιο το κράτος.
Με την κατάργηση της επαγγελματικής σύνταξης για τους δημοσίους υπαλλήλους και τους εκπαιδευτικούς που διορίστηκαν κατά ή μετά την 1η Οκτωβρίου 2011, το κράτος ομοιάζει με τους άκαρδους εκείνους Κύπριους παλαιοτέρων εποχών, που όσο τα τετράποδα υποζύγια τους μπορούσαν να εργάζονται τα τάιζαν, ενώ όταν λόγω του γήρατος αδυνατούσαν να εργαστούν, τα άφηναν «ελεύθερα» στην ύπαιθρο να πεθάνουν από την πείνα.
Η κατάργηση της επαγγελματικής σύνταξης για τους υπαλλήλους που διορίστηκαν τα τελευταία χρόνια είναι παράλογη και για το λόγο ότι τα άτομα αυτά πληρώνουν 3% ως συνταξιοδοτική εισφορά, πέραν της εισφοράς τους στο ΤΚΑ, για ανύπαρκτη σύνταξη και χωρίς ταμείο προνοίας. Καμιά εισφορά δεν νομιμοποιείται χωρίς ανταποδοτικό όφελος.
Η ηγεσία της ΠΑΣΥΔΥ, η οποία το 2011 δέχτηκε χωρίς ούτε μια μέρα απεργία την κατάργηση των επαγγελματικών συντάξεων για όσους διορίστηκαν μετά το 2011, έγραψε μια μαύρη σελίδα στην ιστορία του συνδικαλισμού. Η εξασφάλιση των δικαιωμάτων όσων ήταν κοντά στην αφυπηρέτηση το 2011, με αντάλλαγμα το ξεπούλημα των υπολοίπων, επειδή έκαναν το έγκλημα να..γεννηθούν όψιμα, αποτελεί ωμό βιασμό της αρχής της ισότητας.
Καλούμε τις συντεχνίες του δημοσίου να αγωνιστούν για να δικαιούνται οι εργαζόμενοι του δημοσίου που διορίστηκαν μετά το 2011, επαγγελματική σύνταξη.
*ΒΓΓ ΑΚΙΔΑ 2014-2017