Λ. Κουρσουμπά:Γονείς δε θέλουν να διδάσκονται τα παιδιά τους Σεξουαλική Αγωγή: Γραπτή απάντησή της


Η Επίτρόπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδα Κουρσουμπά με γραπτή δήλωσή της αναφέρεται στο μάθημα Σεξουαλικής Αγωγής στα σχολεία και  αποκαλύπτει ότι «τον τελευταίο διάστημα έχω λάβει αριθμό τηλεφωνικών και γραπτών παραπόνων από γονείς οι οποίοι φέρουν ένσταση στο να λαμβάνουν τα παιδιά τους σεξουαλική αγωγή στα πλαίσια του σχολείου, εκφράζοντας την άποψη ότι αυτό θα οδηγήσει στη διαφθορά τους και θα τα εκθέσει σε κινδύνους. Παραπέρα, από την επικοινωνία μου με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού διαπιστώνω ότι, το Υπουργείο αντιμετωπίζει μεγάλη αντίδραση από γονείς στην υλοποίηση των υποχρεώσεών του, για παροχή στα παιδιά σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα πλαίσια της εκπαίδευσης».

Συνεχίζοντας αναφέρει:

«Ως εκ τούτου, κρίνω ότι ενδείκνυται να τοποθετηθώ δημόσια επί του θέματος, δεδομένου ότι τούτο άπτεται άμεσα των δικαιωμάτων των παιδιών και, ειδικότερα, της προστασίας και της διασφάλισης του συμφέροντός τους.

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού θεμελιώνεται στην θεώρηση του παιδιού ως διακριτής από τους γονείς του προσωπικότητας και φορέα αναπαλλοτρίωτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Σύμβαση, αναγνωρίζει μεν τις ευθύνες των γονιών/κηδεμόνων καθόσον αφορά την ανατροφή των παιδιών, ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι το παιδί είναι ιδιοκτησία των γονιών του. Το παιδί, σε κάθε περίπτωση, δικαιούται να το αντιμετωπίζουν ως υποκείμενο δικαιωμάτων. Την ίδια στιγμή, η Σύμβαση δεσμεύει το κράτος να λαμβάνει αποφάσεις οι οποίες να διασφαλίζουν τα δικαιώματα των παιδιών.

Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών είναι κατοχυρωμένο δικαίωμά τους το οποίο απορρέει από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού,[1] τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία των Παιδιών ενάντια στη Σεξουαλική Κακοποίηση και Σεξουαλική Εκμετάλλευση (Σύμβαση Λανζαρότε) και τον Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμο του 2014 [Ν.91(Ι)/2014] της Κυπριακής Δημοκρατίας. [2]

Πάγια θέση μου είναι ότι, μια επιστημονικά θεμελιωμένη και παιδαγωγικά προσαρμοσμένη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, η οποία να ενσωματώνεται σε όλο το φάσμα του Αναλυτικού Προγράμματος, από την προσχολική ακόμα ηλικία, εξυπηρετεί και διασφαλίζει το συμφέρον του παιδιού.

Mέσα από διαβούλευση που διατηρώ με οργανωμένα σύνολα παιδιών, διερεύνηση περιπτώσεων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, αλλά και από συνομιλίες μου με παιδιά-θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, έχω καταλήξει αβίαστα στο συμπέρασμα ότι, στην Κύπρο, τα παιδιά ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλο, το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο και τον τόπο διαμονής, στερούνται γνώσεων και δεξιοτήτων σε θέματα υγιούς σεξουαλικής συμπεριφοράς, γεγονός που τα καθιστά ευάλωτα σε κινδύνους.

Καθόσον αφορά το πλαίσιο της οικογένειας, τα παιδιά αναφέρουν ότι, οι γονείς τους δεν συζητούν ή αποφεύγουν να συζητήσουν μαζί τους θέματα στενών διαπροσωπικών σχέσεων και υγιούς σεξουαλικής συμπεριφοράς. Τα παιδιά αναφέρουν ότι νιώθουν έντονα την ανάγκη για ανοιχτό διάλογο με ενήλικες, οι οποίοι να είναι ειλικρινείς, ανοιχτοί και ευθείς μαζί τους, και οι οποίοι διαθέτουν την ικανότητα να δημιουργούν ένα φιλικό κλίμα που θα τα βοηθήσει να εκφράσουν απορίες και ανησυχίες. Τα παιδιά έχουν ανάγκη, μέσα σε αυτό το κλίμα εμπιστοσύνης, να πάρουν καθαρές κατευθύνσεις, οι οποίες θα τα βοηθήσουν και θα τα ενδυναμώσουν ώστε να είναι σε θέση να προστατεύουν τον εαυτό τους από κινδύνους και να σέβονται, εμπράκτως, τα δικαιώματα άλλων παιδιών. Πολύ ουσιώδες είναι, επίσης, το γεγονός ότι, η καλή επικοινωνία με τα παιδιά δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες που θα τα διευκολύνουν να μιλήσουν για τυχόν σεξουαλική κακοποίησή τους, ώστε να λάβουν τη βοήθεια που χρειάζονται.

Οι αναφορές των ίδιων των παιδιών καταδεικνύουν ότι, δεν λαμβάνουν πληροφόρηση ούτε από το σχολείο. Σημειώνεται, επιπρόσθετα, ότι δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες συμβουλευτικής, χωρίς τη συγκατάθεση των γονιών τους. Δεν θα πρέπει, επομένως, να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι, όπως τα ίδια αναφέρουν, για να λύσουν απορίες γύρω από θέματα σεξουαλικής συμπεριφοράς και σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας στρέφονται σε φίλους ή σε άλλες επιλογές, όπως, για παράδειγμα, το διαδίκτυο,  με αποτέλεσμα την παραπληροφόρηση και τη δημιουργία λανθασμένων εντυπώσεων.

Η μη πρόσβαση των παιδιών σε κατάλληλη και έγκυρη πληροφόρηση τα καθιστά ευάλωτα, από τη μια, στον κίνδυνο να πέσουν θύματα κακοποίησης και, από την άλλη, στον κίνδυνο να συμπεριφερθούν με κακοποιητικό τρόπο σε άλλα παιδιά. Σημειώνεται ότι, σε αριθμό αναφορών που λαμβάνω, οι οποίες αφορούν σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, οι θύτες είναι αγόρια στην εφηβεία. Σε τούτο συγκλίνουν και τα πορίσματα πρόσφατης επιδημιολογικής έρευνας του Πανεπιστημίου Κύπρου, η οποία είχε στόχο να εξετάσει τη συχνότητα και τη φύση της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών στην Κύπρο.[3] Το γεγονός ότι, αγόρια στην εφηβεία, συμπεριφέρονται με τρόπο που παραβιάζει τα δικαιώματα άλλων παιδιών τεκμηριώνει, ακόμα περισσότερο, τη θέση ότι, η ανοικτή επικοινωνία με τα παιδιά και η διαπαιδαγώγησή τους σε θέματα, όπως, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα του παιδιού, ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της διαφορετικότητας, η σεξουαλική κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση, η εθνική νομοθεσία αλλά και αποδεκτοί τρόποι συμπεριφοράς και επικοινωνίας, εντός και εκτός στενών διαπροσωπικών σχέσεων, αποτελούν απαραίτητες ενέργειες για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων όλων των παιδιών.

Στον Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμο του 2014 [91(Ι)/2014], ορίζεται σαφώς η υποχρέωση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού να «διασφαλίζει ότι τα παιδιά, κατά την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενημερώνονται για τους κινδύνους της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και της κακοποίησης, καθώς και για τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να προστατευθούν, προσαρμοσμένα στην εξελικτική δυνατότητά τους». Τούτο επιβάλλεται από τη Σύμβαση Λανζαρότε. Στόχος της πρόνοιας αυτής είναι η προαγωγή της υγείας όλων των παιδιών και η ενδυνάμωσή τους, ώστε, να μπορούν να λαμβάνουν ορθές αποφάσεις για τον εαυτό τους, οι οποίες, ενδεχομένως, να τα προστατέψουν από κινδύνους, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Επισημαίνω, επίσης, ότι, η υποχρέωση του κράτους να παρέχει αυτού του είδους διαπαιδαγώγηση στα παιδιά, στα πλαίσια του σχολείου, αποτελεί το ελάχιστο που μπορεί να γίνει καθόσον αφορά τη διασφάλιση του δικαιώματος των παιδιών για το υψηλότερο δυνατό επίπεδο υγείας και την προστασία από κάθε μορφή βίας, συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής.

Αναμένεται από γονείς που είναι ενημερωμένοι να απαιτούν και να διεκδικούν, οι ίδιοι, από το εκπαιδευτικό σύστημα να παρέχει στα παιδιά υψηλής ποιότητας πρόσβαση σε βασική πληροφόρηση, η οποία θα τα βοηθήσει να αναπτύξουν υγιείς τρόπους σεξουαλικής συμπεριφοράς, θα ενδυναμώσει την αυτοεκτίμησή τους και θα τα προστατέψει από κινδύνους. Ταυτόχρονα, αναμένεται ότι, θα κινητοποιηθούν υποστηρίζοντας δράσεις που αφορούν την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών.Ως εκ τούτου, προτρέπω τους γονείς να συνεργαστούν με τις σχολικές μονάδες για την καλύτερη δυνατή διασφάλιση των δικαιωμάτων των παιδιών».


[1] Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού βρίσκεται αναρτημένη στην ιστοσελίδα της Επιτρόπου, www.childcom.org.cy , στο σύνδεσμο: Η Σύμβαση του ΟΗΕ και τα Δικαιώματά σου.

[2] Η  Σύμβαση Λανζαρότε και ο Νόμος 91(Ι)/2014, βρίσκονται αναρτημένα στην ιστοσελίδα της Επιτρόπου στο σύνδεσμο: Ένα στα Πέντε.

[3] Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν την Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014 σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










155