ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ*
«Βελτίωση της μαθησιακών αποτελεσμάτων» είναι ένας από τους υπό έμφαση στόχους. Η «μάθηση» είναι όρος που περιλαμβάνει γνώσεις, συμπεριφορές, δεξιότητες, στάσεις. Πώς αποτιμάται το αποτέλεσμα του σκοπού και των στόχων που θέτουμε;Με ποια μορφή αξιολόγησης μπορεί να γίνεται, εφόσον θεωρητικά αυτή είναι η διαδικασία που έχει το ρόλο της αποτίμησης του αποτελέσματος; Ο προβληματισμός αυτός πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από την πρόταση που αίφνης έγινε και αφορά στις εξετάσεις τετραμήνων.
1. Τα εκπαιδευτικά συστήματα με τα ψηλά επίπεδα επιδόσεων σε διεθνείς διαγωνισμούς τύπου PISAδεν είναι κατ’ ανάγκην και προς μίμηση, εφόσον η ίδια έρευνα κατέδειξε ότι σε αρκετά από αυτά οι μαθητές δηλώνουν δυστυχισμένοι στο χώρο του σχολείου. Όσον αφορά δηλαδή στις στάσεις, τα μαθησιακά αποτελέσματα είναι μάλλον προς αποφυγή.
2. Στις 5/10/2015 κατατέθηκε η πρόταση για εκσυγχρονισμό του θεσμού των παγκύπριων εξετάσεων. Στην ίδια την έκθεση (σελίδα 3) αναγράφονται οι όροι εντολής που δόθηκαν στην επιτροπή (2/12/2014) και αφορούν στη διερεύνηση της αναγκαιότητας διαχωρισμού των παγκύπριωνεξέτασεων, η θεματοθέτηση και βαθμολόγηση, ο καταρτισμός τράπεζας θεμάτων, η στατιστική επεξεργασία των βαθμολογικών. Αναμένει κανείς να μελετήσει μία πρόταση που θα στοχεύει στη βελτίωση του υφιστάμενου συστήματοςγια να καταστεί λιγότερο εξετασιοκεντρικό και να μπορούν να επιτευχθούν οι στόχοι που η πολιτική αρχή αυτού του τόπου καθορίζει.
3. Στη σελίδα 4, στη σύνοψη των εισηγήσεων της επιτροπής προτείνεται α) η καθιέρωση εξετάσεων «διαμορφωτικού χαρακτήρα» για τη μετάβαση των μαθητών από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και β) στο τέλος κάθε τετραμήνου όλων των τάξεων από το γυμνάσιο να γίνεται «διαμορφωτικού χαρακτήρα» αξιολόγηση. Σημειώνεται ότι η «διαμορφωτικού» χαρακτήρα αξιολόγηση του πρώτου τετραμήνου αποτιμάται με την ίδια βαρύτητα στον τελικό βαθμό του έτους με την αξιολόγηση στο τέλος του Β’ τετραμήνου (20%). «Διαμορφωτική» θεωρείται εφόσον δηλώνεται ότι θα δίνει στους εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να αφιερώνουν 10 μέρες του Β’ τετραμήνου για να δίνουν ανατροφοδότηση στους μαθητές για την εξέταση του Α’ τετραμήνου. Προφανώς η ίσης βαρύτητας εξέταση στο τέλος του Β΄ τετραμήνου εκ παραδρομής έχει ονομαστεί «διαμορφωτική».
4. Με το χρονοδιάγραμμα που τίθεται στην πρόταση,η εφαρμογή συνεπάγεται 80 εργάσιμες μέρες στο Α΄ τετράμηνο, 6 μέρες για εξετάσεις, 10 μέρες ανατροφοδήτηση που μαζί με τις υπόλοιπες 66 εργάσιμες μέρες θα αποτελούν το Β’ τετράμηνο και 5 μέρες για εξετάσεις. Εννοείται ότι σε αυτές τις εργάσιμες μέρες περιλαμβάνονται όλες οι ενδοσχολικές εκδηλώσεις, επισκέψεις κλπ. Αν πάρουμε το παράδειγμα ενός εξεταζόμενου μαθήματος που είναι μία ώρατην εβδομάδα (π.χ. Χημεία στη Γ γυμνασίου), αυτό σημαίνει ότι στο τετράμηνο θα υπάρχουν περίπου 12διδακτικές ώρες, στις οποίες με βάση την πρόταση θα πρέπει να καλύπτεται η ύλη, να γίνονται γραπτές αξιολογήσεις μικρής κλίμακας και εργασίες που να έχουν το χαρακτήρα «project». Ας απαντήσουν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί εάν είναι εφικτό. Η μείωση της ύλης που είναι η πρώτη ίσως φυσιολογική απαίτηση σε τέτοια περίπτωση θα πρέπει να οδηγήσει σε αναδιαμόρφωση τα Αναλυτικά Προγράμματα και σε επαναπροσδιορισμό των «επαρκών» γνώσεων και δεξιοτήτων που θα έχει ο απόφοιτος της μέσης εκπαίδευσης της Κύπρου.
5. Η εξέταση για τη μετάβαση από το δημοτικό στο γυμνάσιο δηλώνεται ότι στοχεύει στον εντοπισμό δυσκολιών των μαθητών και προφανώς εξυπακούεται η αντιμετώπισή τους στο Α’ τετράμηνο της Α’ γυμνασίου. Μία πρόταση χωρίς περιεχόμενο εφόσον δεν υπάρχει σχεδιασμόςως προς το με ποια κατάρτιση θα μπορεί να υπάρχει παρέμβαση για αντιμετώπιση των δυσκολιών που εντοπίζονται, σε ποιο χρόνο αυτό θα γίνεται και από ποιους ειδικούς. Χώρες που το εφαρμόζουν (όπως η Γαλλία) έχουν δομές με ψυχολόγους, συμβούλους, ειδικούς παιδαγωγούς, δομημένα παρεμβατικά προγράμματα.
6. Έχει διατυπωθεί η θέση ότι η ύλη των εξετάσεων θα μειώνεται εφόσον θα είναι η μισή σε κάθε εξέταση. Προφανώς προτείνεται πλέον το μοντέλο της μη συνεχόμενης δόμησης της γνώσης και ανάπτυξη της σκέψης, η οποία δεν συνάδει με βασικές αρχές δόμησης των αναλυτικών προγραμμάτων διαφόρων γνωστικών αντικειμένων που στηρίχθηκανστην αρχή της συνέχειας και της διασύνδεσης.
7. Είναι γνωστό ότι το κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα έχει κατάλοιπα της αποικιοκρατίας. Πολύ εύκολα γίνεται επίκληση του παραδείγματος της Μεγάλης Βρετάνιαςχωρίς να σημειώνεται ότι είναι ένα κράτος με έντονες επιστημονικές συζητήσεις από τους ακαδημαϊκούς των δικών τους πανεπιστημίων για τα εκπαιδευτικά τεκταινόμενα και τις πολιτικές που εφαρμόζονται. Μιλούμε για ένα σύστημα με χαμηλές επιδόσεις σε διεθνείς διαγωνισμούς οι οποίες σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στην αλγοριθμική μορφή σκέψης που επιβάλλουν οι συγκεκριμένες μορφές εξετάσεων στις οποίες υποβάλλονται οι μαθητές τους και όσοι διεκδικούν θέση στα πανεπιστήμια τους.
Αν θέλουμε να δούμε τι γίνεται διεθνώς θα ήταν καλό να το μελετήσουμε συνολικά ως προς την αξιολόγηση, τις εξετάσεις, την ανατροφοδότηση, τους μηχανισμούς στήριξης.Θα ήταν εύκολο να αρχίσουμε να απαριθμούμε ευρωπαϊκές χώρες που δεν έχουν εξέταση τετραμήνων, που χρησιμοποιούν μοντέλα αξιολόγησης που περιλαμβάνουν κριτήρια όπως ομαδική προσέγγιση, επικοινωνία, αναστοχαστικό ημερολόγιο, ατομικές και ομαδικές εργασίες.Θα παραβιάζαμε όμως ένα βασικό κανόνα της Συγκριτικής Εκπαίδευσης που αφορά στο ότι η επίκληση άλλων παραδειγμάτων από εκπαιδευτικά συστήματα συνεπάγεται την ανάλυση του πολιτισμικού, κοινωνικού, οικονομικού συγκείμενου. Τα εκπαιδευτικά συστήματα κάνουν διαφορετικές επιλογές οι οποίες πηγάζουν από τις διαφορετικές φιλοσοφικές και πολιτικές θέσεις που υιοθετούν και εκφράζουν. Είναι σημαντικό πρώτα το κάθε εκπαιδευτικό σύστημα να θέτει τους στόχους του και να καταθέτει πολιτικές που συνάδουν με τους συγκεκριμένους στόχους.Είναι βασικός κανόνας στις κοινωνικές επιστήμες ότι δεν υπάρχει ιδεολογικά αδέσμευτη πρόταση στην παιδεία, δεν υπάρχει καν φιλοσοφικά κοινώς αποδεκτή γνώση. Η όποια «τεχνοκρατική» προσέγγιση, η οποία προβάλλεται ως τέτοια για επικοινωνιακούς λόγους, δεν παύει να υπηρετεί συγκεκριμένο φιλοσοφικά και ιδεολογικά φορτισμένο πρότυπο και ως τέτοια πρέπει να αποδέχεται την κριτική.
Έχουμε ένα από τα πιο εξετασιοκεντρικά συστήματα στον κόσμο. Όσα Αναλυτικά Προγράμματα και να διαμορφωθούν, όσοι δείκτες και να γραφούν, όσους στόχους και να θέτουμε που να αφορούν στη διερευνητική μάθηση, την ανάπτυξη της δημιουργικότητας, της φαντασίας , όλα προσκρούουν σε ένα σύστημα που αξιολογεί μόνο με γραπτό τρόπο συγκεκριμένες γνώσεις και δεξιότητες. Τα βιώματα που όλοι σχεδόν βιώνουν στις τελευταίες τάξεις του λυκείου, ας μην τα μετακυλήσουμε και στη γυμνασιακή και δημοτική εκπαίδευση. Είναι κρίμα για τους νέους αυτού του τόπου. Αναμέναμε ότι σοβαρά ζητήματα όπως το συγκεκριμένο, με το ιδεολογικό στίγμα που έχουν και με το οποίο σαφώς διαφωνούμε, θα ήταν τουλάχιστο αντικείμενο ουσιαστικής συζήτησης (και όχι παρουσίασης) με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς που η ίδια η πολιτεία θεσμοθέτησε.
*Επικεφαλής του Γραφείου Παιδείας του ΑΚΕΛ, υποψήφιος βουλευτής Λευκωσίας.