Με απόφαση σταθμό, το Διοικητικό Δικαστήριο ακύρωσε απόλυση εκπαιδευτικού


Δικαίωση της καθηγήτριας Φιλολογικών ΧΧΧΧ Τσιγαρίδα

Tο Διοικητικό Δικαστήριο αποφάσισε την ακύρωση του τερματισμού υπηρεσιών τηςκαθηγήτριας Μέσης Εκπαίδευσης (Φιλολογικά) ΧΧΧΧ Τσιγαρίδα. Στην απόφασή του- σταθμό για τα εκπαιδευτικά δεδομένα, το Διοικητικό Δικαστήριο αναφέρει μεταξύ άλλων:  

  Ε. Μιχαήλ, ΔΔΔ: Η αιτήτρια με την προσφυγή της ζητά την ακύρωση της απόφασης της οποίας έλαβε γνώση με επιστολή ημερομηνίας 9.7.2018 με την οποία τερματίστηκε από 1.9.2018 ο επί δοκιμασία διορισμός της στη θέση της καθηγήτριας Μέσης Εκπαίδευσης (Φιλολογικά).

Η αιτήτρια διορίστηκε στη μόνιμη θέση καθηγητή Φιλολογικών, Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης από την 1.9.2016. Προηγήθηκε εργοδότηση της αιτήτριας ως αντικαταστάτρια καθηγήτρια για τέσσερα έτη από το 2011 μέχρι το 2015 και ακολούθως ως συμβασιούχα από τις 8.12.2015 μέχρι τις 31.8.2016.

Το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (στο εξής το «Υπουργείο») με επιστολή του ημερομηνίας 10.4.2017 υπέβαλε στην καθ' ης η αίτηση εισήγηση για τερματισμό του διορισμού της αιτήτριας. Η καθ' ης η αίτηση σε συνεδρία της ημερομηνίας 20.6.2017 αποφάσισε την ενημέρωση της αιτήτριας. Σχετική ενημερωτική επιστολή με ημερομηνία 11.7.2017 αποστάληκε στην αιτήτρια η οποία όμως δεν παραδόθηκε ποτέ και συνεπώς, αποστάληκε εκ νέου με ημερομηνία 1.9.2017.

Ακολούθησε συνεδρία της καθ' ης η αίτηση στις 18.9.2017 όπου ακούστηκαν οι θέσεις της αιτήτριας μέσω του δικηγόρου της και στις 10.10.2017 αποφάσισε όπως μη τερματιστεί ο διορισμός της αιτήτριας.

Στις 23.4.2018 το Υπουργείο υπέβαλε νέα εισήγηση στην καθ' ης η αίτηση για τερματισμό του διορισμού της αιτήτριας.

Η καθ' ης η αίτηση σε συνεδρία της ημερομηνίας 19.6.2018 αποφάσισε να ενημερώσει την αιτήτρια και της αποστάληκε επιστολή ημερομηνίας 22.6.2018.

Ακολούθησε συνεδρία της καθ' ης η αίτηση στις 6.7.2018 όπου αφού ακούστηκαν οι θέσεις της αιτήτριας, η καθ' ης η αίτηση αποφάσισε τον τερματισμό του διορισμού της αιτήτριας.

Η αιτήτρια ενημερώθηκε για την πιο πάνω απόφαση με επιστολή ημερομηνίας 9.7.2018.

Στις 3.8.2018 η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα προσφυγή μέσω των συνηγόρων της συνοδευόμενη από μονομερή αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος η οποία ακούστηκε αυθημερόν και δόθηκαν οδηγίες για επίδοση της αίτησης στην άλλη πλευρά.

Μετά από συμφωνία των διαδίκων, δόθηκαν οδηγίες για καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων επί της ουσίας της προσφυγής και αφού αποσύρθηκε η ενδιάμεση αίτηση, οι διευκρινίσεις ολοκληρώθηκαν στις 13.9.2018.

Συνοπτικά, οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια αφορούν σε παράβαση του άρθρου 43 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/99, εφόσον ουδεμία ενημέρωση έλαβε η αιτήτρια από το Υπουργείο όταν αυτό αποφάσισε να υποβάλει εισήγηση για τερματισμό του διορισμού της έτσι ώστε να ακουστεί και σε εκείνο το στάδιο και πως η ενέργεια αυτή του Υπουργείου αποτελεί μέρος σύνθετης διοικητικής ενέργειας, αναρμοδιότητα του προσώπου που υπογράφει την επιστολή του Υπουργείου προς την καθ' ης η αίτηση, έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνης της καθ' ης η αίτηση και ανατροπή του τεκμηρίου της αθωότητας και στέρηση στο δικαίωμα εργασίας.

……………………………………………………

Σχετικό με την παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια εκπαιδευτικού είναι το άρθρο 30Α του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:

«(1)  Καταρτίζεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου σύστημα αξιολόγησης εκπαιδευτικών ως προς την παιδαγωγική και διδακτική τους επάρκεια και ειδικό πρόγραμμα παιδαγωγικής και διδακτικής κατάρτισής τους.

(2)  Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 36, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού λειτουργού όπως προνοείται στο εδάφιο (1) πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο ετών του μόνιμου διορισμού του επί δοκιμασία εκπαιδευτικού.

(3)  Σε περίπτωση που, κατά την αξιολόγηση, εκπαιδευτικός λειτουργός κριθεί ανεπαρκής ως προς την παιδαγωγική και διδακτική του επάρκεια, υποχρεούται να μετάσχει σε ειδικό πρόγραμμα παιδαγωγικής και διδακτικής κατάρτισης που προσφέρει το Υπουργείο.

(4)  Ο εκπαιδευτικός λειτουργός επαναξιολογείται μετά την εκ μέρους του ολοκλήρωση του ως άνω ειδικού προγράμματος και η έκθεση αξιολόγησής του διαβιβάζεται στην Επιτροπή από το Υπουργείο.

(5)     Σε περίπτωση που ο αξιολογούμενος εκπαιδευτικός λειτουργός κριθεί και μετά την ολοκλήρωση του ειδικού προγράμματος ανεπαρκής ως προς την παιδαγωγική και διδακτική του ικανότητα, τούτο αποτελεί, τηρουμένων των προνοιών του εδαφίου (6), ικανοποιητικό λόγο τερματισμού του επί δοκιμασία διορισμού του.

(6) Ή Επιτροπή τερματίζει τον επί δοκιμασία διορισμό εκπαιδευτικού λειτουργού, εφαρμόζοντας τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 36 του Νόμου, εφόσον κρίνει ότι τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία αξιολόγησης και αφού ακούσει τις παραστάσεις του εκπαιδευτικού.»

Το άρθρο 36(2) προνοεί ότι:

«(2)  Υπηρεσιακές εκθέσεις, υποβάλλονται στην Επιτροπή κάθε εξάμηνο για κάθε εκπαιδευτικό λειτουργό που υπηρετεί επί δοκιμασία κατά τα πρώτα δύο χρόνια της υπηρεσίας του. Η τελική έκθεση υποβάλλεται ένα μήνα πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου δοκιμασίας και περιλαμβάνει οριστική σύσταση, για το αν ο διορισμός του εκπαιδευτικού λειτουργού πρέπει να επικυρωθεί ή αν η χρονική περίοδος δοκιμασίας πρέπει να παραταθεί ή αν ο διορισμός του πρέπει να τερματισθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 30 και 30Α.»

Στον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 3 εντοπίζω έγγραφο ημερομηνίας 1.2.2016 με τίτλο «Έκθεση εκπαιδευτικού λειτουργού που υπηρετεί με δοκιμασία» και φαίνεται να είναι η πρώτη αξιολόγηση της αιτήτριας για την περίοδο 1.9.2016 μέχρι 31.1.2017 (Κυανό 1).

Στο σημείο Α.1 του εγγράφου, το πρόσωπο που συντάσσει την αξιολόγηση καλείται να επιλέξει κατά πόσο «Σ' αυτή την περίοδο ο πιο πάνω εκπαιδευτικός επιτέλεσε το έργο του κατά τρόπο» ικανοποιητικό ή μη ικανοποιητικό. Επιλέγηκε το «Μη ικανοποιητικό».

Στο σημείο Α.2 καταγράφονται παρατηρήσεις και είναι οι ακόλουθες:

«2.     Παρατηρήσεις:  Η εν λόγω καθηγήτρια, αντιμετωπίζει προβλήματα διαχείρισης της τάξης.  Επίσης, δε χρησιμοποιεί την τεχνολογία, και τις σύγχρονες παιδαγωγικές μεθόδους και προσεγγίσεις κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας.  Επιπρόσθετα, δεν εφαρμόζει στην πράξη τη φιλοσοφία των Αναλυτικών Προγραμμάτων (Δείκτες επιτυχίας και επάρκειας).»

Για την πιο πάνω αξιολόγηση, ενημερώθηκε η καθ' ης η αίτηση με επιστολή ημερομηνίας 8.2.2017 (Τεκμήριο 3, Κυανό 2).

Ακολουθεί δεύτερη αξιολόγηση της αιτήτριας για την περίοδο 1.2.2017 μέχρι 30.6.2017 όπου και πάλι καταγράφηκε ότι η αιτήτρια επιτέλεσε το έργο της κατά τρόπο μη ικανοποιητικό ενώ στις παρατηρήσεις καταγράφονται τα εξής (Τεκμήριο 3, Κυανό 17):

«2.     Παρατηρήσεις:  Η καθηγήτρια μετά το πέρας του προγράμματος στήριξης κατά τη διάρκεια του Β΄ εξαμήνου, δεν παρουσίασε οποιαδήποτε βελτίωση.  Η κατάσταση παρέμεινε αναλλοίωτη όπως και στο Α΄ εξάμηνο.»

Στην τρίτη αξιολόγηση που φαίνεται να είναι και η τελευταία και αφορά την περίοδο 1.9.2017 μέχρι 30.1.2018 η αιτήτρια αξιολογείται και πάλι μη ικανοποιητικά για την επιτέλεση του έργου της και στις παρατηρήσεις καταγράφεται ότι «Η καθηγήτρια αντιμετωπίζει προβλήματα στη διαχείριση της τάξης» (Τεκμήριο 3, Κυανό 51).

Σε όλα τα έντυπα αξιολόγησης περιλαμβάνεται το μέρος Β όπου το πρόσωπο που αξιολογεί καλείται να επιλέξει αν ο υπό αξιολόγηση εκπαιδευτικός κρίνεται κατάλληλος ή ακατάλληλος για επικύρωση του διορισμού του με την υπόδειξη ότι το μέρος αυτό συμπληρώνεται όταν υποβάλλεται η τελική έκθεση στο τέλος της περιόδου δοκιμασίας και την αναφορά ότι:

«Σε περίπτωση ακαταλληλότητας, να αναφέρονται οι λόγοι και να γίνεται εισήγηση για παράταση ή τερματισμό του διορισμού με δοκιμασία.»

Εντούτοις, όπως ανέφερα και πιο πάνω, ουδέποτε έγινε τελική αξιολόγηση της αιτήτριας στο τέλος της δοκιμαστικής περιόδου αφού η απόφαση τερματισμού λήφθηκε πριν το πέρας αυτής.

Όπως με σαφήνεια προκύπτει από το περιεχόμενο των εκθέσεων που αφορούν στην αιτήτρια αλλά και την επιστολή του Υπουργείου προς τον καθ' ου η αίτηση ημερομηνίας 23.4.2018 και από τα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας της καθ' ης η αίτηση ημερομηνίας 6.7.2018, τα οποία ήδη παρέθεσα πιο πάνω, τα προβλήματα που παρουσιάζει η αιτήτρια περιλαμβάνουν παιδαγωγική και διδακτική ανεπάρκεια και προβληματικές σχέσεις της αιτήτριας με τη διεύθυνση του σχολείου.

Όσον αφορά την τρίτη πτυχή των προβλημάτων που παρουσιάζει η αιτήτρια, πάντοτε κατά την εκτίμηση της καθ' ης η αίτηση, δεν έχω εντοπίσει στον Νόμο κάποια αναφορά σε περιπτώσεις προβληματικών σχέσεων μεταξύ συναδέλφων και πώς αυτές επιλύονται.

Σε σχέση με την παιδαγωγική και διδακτική ανεπάρκεια, όμως, ο Νόμος περιλαμβάνει ειδικές πρόνοιες που ρυθμίζουν απόλυτα το ζήτημα τόσο ως προς τον χειρισμό του, όσο και προς τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται. Οι πρόνοιες αυτές είναι τα άρθρα 30Α και 36 το κείμενο των οποίων παρέθεσα πιο πάνω.

Εάν εφαρμόζονταν οι ορθές νομοθετικές πρόνοιες, τότε στην τελική αξιολόγηση το πρόσωπο που αξιολογεί θα κατέγραφε την άποψη σε σχέση με το κατάλληλο ή ακατάλληλο της επικύρωσης διορισμού και η εν λόγω έκθεση θα υποβαλλόταν στην καθ' ης η αίτηση για τη λήψη τελικών αποφάσεων.

Επειδή, ακριβώς, δεν εφαρμόστηκαν και δεν ακολουθήθηκαν οι ορθές νομοθετικές πρόνοιες παρεισέφρησαν στη διαδικασία, όπως ορθά εισηγείται η αιτήτρια, ενέργειες που δεν προνοούνται πουθενά στον Νόμο. Μία τέτοια ενέργεια ήταν η επιστολή / εισήγηση του Υπουργείου ημερομηνίας 23.4.2018.

Πρόσθετα, δεν φαίνεται να λήφθηκαν εκείνα τα μέτρα που προνοούνται  στην παράγραφο (3) του άρθρου 30Α και αφορούν σε συμμετοχή σε ειδικό πρόγραμμα παιδαγωγικής και διδακτικής κατάρτισης που προσφέρει το Υπουργείο. Εντοπίζω στους διοικητικούς φακέλους αναφορές για συμμετοχή της αιτήτριας σε «πρόγραμμα στήριξης» με «μέντορες» το οποίο, όμως, φαίνεται να αναπτύχθηκε από το σχολείο στο οποίο εργαζόταν η αιτήτρια (βλ. Τεκμήριο 3, κυανό 15) και δεν προκύπτει από πουθενά ότι ταυτίζεται με την απαίτηση του Νόμου για ειδικό πρόγραμμα παιδαγωγικής και διδακτικής κατάρτισης που προσφέρει το Υπουργείο

Είναι λογικό ότι μία απόφαση για τερματισμό εκπαιδευτικού που τελεί υπό δοκιμασία, δεν μπορεί να λαμβάνεται αυθαίρετα και εκτός του νομικού πλαισίου. Ο Νόμος που διέπει το συγκεκριμένο θέμα περιλαμβάνει συγκεκριμένες πρόνοιες που δεσμεύουν την καθ' ης η αίτηση και μόνο υπό αυτές οφείλει να ενεργεί. Η δυνατότητα τερματισμού που προνοείται στο άρθρο 30(2) ούτε είναι ούτε θα μπορούσε να είναι γενική και αόριστη και εκτός οποιουδήποτε συγκεκριμένου πλαισίου. Διαφορετικά, οιαδήποτε τέτοια απόφαση θα ισοδυναμούσε με αυθαιρεσία.

Αντιθέτως, τέτοιος τερματισμός μπορεί μόνο να επέλθει ως συνέπεια 

Συνεπώς, με βάση τα πιο πάνω προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η καθ' ης η αίτηση κινήθηκε υπό ουσιώδη νομική πλάνη η οποία καθιστά την προσβαλλόμενη πράξη παράνομη. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Επιδικάζονται €2500 πλέον Φ.Π.Α. υπέρ της αιτήτριας και εναντίον της καθ' ης η αίτηση.

Ολόκληρη η απόφαση στο πιο κάτω έγγραφο




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











621