Μέση Εκπαίδευση – Μια μηχανή παραγωγής «αρίστων»


ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΤΑΣΟΥ*

Το θέμα των αρίστων και των ψηλών βαθμολογιών βρίσκεται στην επικαιρότητα αφού αυτές τις μέρες τα σχολεία  επιλέγουν  τους μαθητές/τριες που θα συγκροτήσουν το άγημα για να τα εκπροσωπεί στους επίσημους εορτασμούς. Μια διαδικασία που όσο απλή  και αν φαίνεται προκαλεί σε μερικές περιπτώσεις έντονη μουρμούρα και αμφισβητήσεις. Παρόμοιες αμφισβητήσεις παρουσιάζονται  και στην περίπτωση  των βραβείων.

Η αμφισβήτηση και η μουρμούρα εστιάζονται στο κατά πόσο το «αριστείο» και γενικότερα ο «γενικός βαθμός έτους» αντικατοπτρίζει την πραγματική εικόνα ενός μαθητή και στο πόσο δίκαιη είναι η σύγκριση μεταξύ των μαθητών στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.

Σε άρθρο του στον Φιλελεύθερο (1/7/2013) με τίτλο «Εκπαιδεύοντας στο Άππωμα», ο Π. Θανασάς αναφέρει μεταξύ άλλων πως «σκοπός της Μέσης Εκπαίδευσης στην Κύπρο είναι να παράγει άσχετους, αγράμματους, ημιμαθείς που πιστεύουν ότι είναι άριστοι». Όσο σκληρό, παρατραβηγμένο  και ισοπεδωτικό ακούγεται το σχόλιο του, θα έπρεπε να προβληματίσει όσους  ασχολούνται με την Δημόσια Εκπαίδευση και την εκπαιδευτική πολιτική του τόπου, αφού αποτελεί γεγονός πως η Μέση Εκπαίδευση είναι μηχανή παραγωγής «αρίστων».  Τα στατιστικά στοιχεία είναι ξεκάθαρα (βλέπε άρθρο Χρ. Κυριακίδου, Φιλελεύθερος 7/9/13). Για όσους ασχολούνται με την εκπαίδευση οι αριθμοί είναι γνωστοί,  30%-35%  των μαθητών/τριών  στο  Λύκειο αριστεύουν.  Ποια είναι όμως η αλήθεια που κρύβεται πίσω από αυτούς  τους αριθμούς;

Σύμφωνα με τηνΕκπαιδευτική νομοθεσία, η οποία παραμένει ίδια παρά τις σημαντικές αλλαγές στο Ενιαίο Λύκειο, ως «Άριστος» χαρακτηρίζεται αυτός που συγκεντρώνει γενική βαθμολογία πάνω από δεκαοκτώ και μισό. Αν κάποιος συγκεντρώσει βαθμολογία 18 6/13 δεν είναι «Άριστος» και δεν παίρνει το σχετικό δίπλωμα άσχετα με τη δυσκολία των μαθημάτων του και τους βαθμούς των εξετάσεων ενώ κάποιος άλλος αριστεύει άσχετα αν γράφει 5 στις εξετάσεις. Στην πραγματικότητα ο γενικός βαθμός δεν είναι έγκυρος  αφού δεν βασίζεται σε ένα ενιαίο μέτρο σύγκρισης.

Από τη στιγμή όμως που οι μαθητές συγκρίνονται με βάση τη γενική βαθμολογία τους για:

(α) συμμετοχή στο Άγημα του σχολείου- Σημαιοφόροι και παραστάτες,

(β) διεκδίκηση Βραβείων,

(γ) αρίστευση,

(δ) γενικό  βαθμό Απολυτηρίου (που είναι κοινό για όλους),

η πολιτεία θα έπρεπε να φροντίσει ώστε να υπάρχει δικαιοσύνη στον  υπολογισμό της γενικής βαθμολογίας  βάση της οποίας γίνονται αυτές οι επιλογές. Ενώ υπάρχουν πολυσέλιδες εγκύκλιοι με πολλές ασφαλιστικές δικλίδες που στοχεύουν στη σωστή επιλογή και την αποφυγή λαθών, κανείς δεν λαμβάνει υπόψη τη βαρύτητα της βαθμολογίας που έχουν μερικά μαθήματα  έναντι άλλων μαθημάτων,στρεβλώσεις που εμφανίστηκαν με το Λύκειο  Επιλογής Μαθημάτων.Θα ήταν δίκαιο επομένως να υπάρχει ένας πολλαπλασιαστής βαρύτητας για κάθε μάθημα, ο οποίος να λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της γενικής βαθμολογίας.

Πέρα από το γεγονός ότι ο γενικός βαθμός δεν αποτελεί αξιόπιστο μέτρο σύγκρισης, σε πολλές περιπτώσεις είναι παραφουσκωμένος. Χωρίς να υπάρχει πρόθεση για υποτίμηση κάποιου μαθήματος (αν υπάρχει υποτίμηση την προκαλούν αυτοί που διδάσκουν το μάθημα με τον τρόπο που βαθμολογούν και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν το αντικείμενο τους) μαθητές που επιλέγουν συγκεκριμένα μαθήματα βρίσκονται σε πολύ πλεονεκτική θέση έναντι μαθητών που με βάση την επιλογή κλάδου σπουδών είναι αναγκασμένοι να επιλέξουν απαιτητικά  μαθήματα. Είναι σε όλους γνωστό πως κάποια επιλεγόμενα μαθήματα θεωρούνται εύκολα και δίνουν ψηλούς  βαθμούς με ελάχιστη προσπάθεια  σε αντίθεση με άλλα. Είναι επίσης γνωστό πως σε κάποια μαθήματα ενδιαφέροντος δεν υπάρχει γραπτή αξιολόγηση αλλά αξιολόγηση με βάση την συμμετοχή, το ενδιαφέρον κ.α. με αποτέλεσμα τις πολύ ψηλές βαθμολογίες.  Επιπρόσθετα, οι εκπαιδευτικοί γίνονται δέκτες πιέσεων για αύξηση της βαθμολογίας με τη δικαιολογία ότι το παιδί δεν θα σπουδάσει στην Κύπρο αλλά θα πάει στο εξωτερικό όπου χρειάζεται ψηλή βαθμολογία και άλλα διάφορα.Ψηλότερες βαθμολογίες στα τετράμηνα επέβαλε έμμεσα και η εισαγωγή των τετραμήνων  ώστε να  βοηθούνται οι μαθητές/τριεςνα αποφύγουν τη στασιμότητα αφού η βαρύτητα της τελικής εξέτασης είναι πλέον μεγαλύτερη. 

Υπάρχουν όμως οι μέσοι όροι των  εξετάσεων (προαγωγικών και παγκυπρίων) που μας δείχνουν την πικρή πραγματικότητα. Μας ξυπνούν προσωρινά από τον λήθαργο για να  ψάξουμε  το εξιλαστήριο θύμα που θα σηκώσει το βάρος της αποτυχίας. Άσχετοι καθηγητές, δύσκολο γραπτό, άγνωστες ασκήσεις αφού άλλαξαν ξαφνικά οι θεματοθέτες και έβαλαν κάτι διαφορετικό κλπ. Παρά ταύτα όμως οι αριθμοί ευημερούν. Ένα ποσοστό 30-35% των μαθητών μας αριστεύουν ενώ  το ποσοστό των μαθητών που αποτυγχάνουν είναι μικρό. Επομένως όλα στην εκπαίδευση πάνε καλά.

*Διευθυντής Λυκείου Αγίας Φυλάξεως




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










241