ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΤΑΣΟΥ*
Η αστοχία των κατά καιρούς μεταρρυθμίσεων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα οδηγεί σταθερά την παιδεία μας σε αρνητική πορεία, γεγονός που επιβεβαιώνουν και τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας PISA (2015), που έχουν υποχωρήσει σε σύγκριση με αυτά του 2012. Πιθανή αιτία είναι πως οι μεταρρυθμίσεις δε βασίζονται σε ερευνητικά δεδομένα, δεν εντοπίζουν και δεν αντιμετωπίζουν ουσιαστικά προβλήματα, αλλά γίνονται στη βάση κριτηρίων ξένων ως προς το συμφέρον των μαθητών.
Το ίδιο θα συμβεί και τώρα, θα φανεί στο άμεσο μέλλον, εκτός αν ληφθούν διορθωτικά μέτρα, με τη μεταρρύθμιση που χαρακτηρίζεται ως η «ναυαρχίδα», ή ακόμη ως «κοσμογονικό γεγονός», που αφορά στο Νέο Σχέδιο Διορισμών (ΝΣΔ). Μια σύντομη ανασκόπηση στη βιβλιογραφία και στις πρακτικές τις οποίες χρησιμοποιούν εκπαιδευτικά συστήματα, που θεωρούνται πιο ποιοτικά από το δικό μας, δικαιολογεί αυτή την απαισιόδοξη διαπίστωση. Τόσο τα διπλώματα όσο και οι εξετάσεις είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουν την ποιότητα ενός εκπαιδευτικού . Η συνήθης πρακτική για την επιλογή υποψηφίων εκπαιδευτικών είναι η συνέντευξη και η δειγματική διδασκαλία (mock classroom interaction), που αποτελούν πολύ καλούς δείκτες της ποιότητας του υποψήφιου εκπαιδευτικού [1 ].
Έστω όμως και αν το ΝΣΔ καταφέρνει να επιλέγει τους καλύτερους αρχικά, είναι δεδομένο πως στην πορεία τους μέσα στο σύστημα πολύ πιθανό να χάσουν κάθε ενδιαφέρον, αφού η αξιολόγηση τους και η ανέλιξή τους δε γίνεται πάντοτε αξιοκρατικά. Ενώ όλοι μιλούν για την ποιότητα διδασκαλίας και τη συνεχή προσπάθεια που πρέπει να καταβάλλει ο εκπαιδευτικός μέσα στην τάξη, κατά την αξιολόγηση πριμοδοτούνται (διπλές βαθμολογίες) αυτοί που δε βρίσκονται στην τάξη και δεν συμμετέχουν στην προσπάθεια για βελτίωση των αποτελεσμάτων των μαθητών. Το σχέδιο αξιολόγησης δεν πάσχει τόσο σοβαρά, όπως δεν πάσχουν τόσο σοβαρά αρκετές άλλες διαδικασίες που μεταρρυθμίζονται. Αυτό που πάσχει σοβαρά είναι ο τρόπος με τον οποίο οι αρμόδιοι χειρίζονται τις διαδικασίες, όπως για παράδειγμα στο σχέδιο αξιολόγησης όπου η κλίμακα από το 1-40 έχει μετατραπεί σε κλίμακα 33-39 με αποτέλεσμα να υπάρχει ισοπέδωση και απογοήτευση μεταξύ των εκπαιδευτικών. Επιπρόσθετα, απουσιάζει πλήρως ένα πρόγραμμα συνεχούς, στοχευμένης και επαγγελματικής ενίσχυσης και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών.
Φαίνεται πως ο προσανατολισμός για παροχή γενικής παιδείας και διαμόρφωσης του ενεργού πολίτη έχει χαθεί στην προσπάθεια να παράγουμε αποφοίτους με προδιαγραφές που καθορίζουν τα πανεπιστήμια. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να αφορούν στους μαθητές και να ανταποκρίνονται στο περιβάλλον που ζουν και λειτουργούν σήμερα. Ο μόνος τρόπος να το αντιληφθεί κάποιος, είναι όταν λειτουργεί καθημερινά μέσα στα σχολεία και βιώνει το άγχος και την αγωνία μαθητών και εκπαιδευτικών.
*Διευθυντής Λυκείου