Μια σύγκριση και μια ερώτηση


 ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*

 Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νίκος Π. Τερζής σε μελέτη του που δημοσιεύεται στον Τιμητικό Τόμο Χρήστου Θεοφιλίδη (2015)  με τίτλο ‘Οικονομική Κρίση, Κρίση Νομιμοποίησης και Διέξοδος: Μπορούμε να διδαχθούμε από την Ιστορία;’ κάνει σύγκριση μεταξύ δυο χρονικών περιόδων  στην ιστορία της Ελλάδας, μιας παλιάς και της σημερινής, που σφραγίστηκαν από παρόμοια δραματικά γεγονότα, και διερωτάται κατά πόσο η ευτυχής κατάληξη της πρώτης  περίπτωσης θα μπορούσε να επαναληφθεί και στη δεύτερη. Συγκεκριμένα, συγκρίνει τη χρονική περίοδο του τέλους του 19ου αιώνα, όταν η Ελλάδα χρεωκόπησε   επί Χαριλάου Τρικούπη το 1893 και τέθηκε κάτω από τον οικονομικό έλεγχο  έξι χωρών(Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας, Ρωσίας και Ιταλίας), μιας διπλής Τρόικας, όπως την ονομάζει, με τη σημερινή κατάσταση της οικονομικής χρεωκοπίας της (2009-2015, τρία δάνεια-Μάιος2010, Ιούνιος 2011, Οκτώβριος 2011- συνολικού ύψους 368 δισεκ.ευρώ),και διερωτάται γιατί η διέξοδος που βρέθηκε στην πρώτη περίπτωση δεν φαίνεται μέχρι τώρα να μπορεί να λειτουργήσει και στη σημερινή. Εκείνο που έγινε στην πρώτη περίπτωση ήταν ότι σε έξι μόλις χρόνια, το 1899, ο προϋπολογισμός της χώρας έγινε πλεονασματικός και διατηρήθηκε πλεονασματικός μέχρι το 1909, γεγονός που επέτρεψε στον Ελευθέριο Βενιζέλο, που ανέλαβε την εξουσία το 1910, μετά την επανάσταση στο Γουδί, να εξοπλίσει τις ένοπλες δυνάμεις και να καταγάγει μεγάλες νίκες που διπλασίασαν ως το 1919 τη γεωγραφική έκταση της Ελλάδας. Ο συγγραφέας εξηγεί την ευτυχή αυτή εξέλιξη  ως το αποτέλεσμα της επιτυχούς διεξόδου που βρήκε η ελληνική κοινωνία  για να αντιμετωπίσει την κρίση νομιμοποίησης της κυβέρνησης που ακολούθησε τη χρεωκοπία. Υποστηρίζει ότι σ’ αυτή τη διέξοδο  συνέβαλαν δυο παράγοντες, πρώτο, ότι «η διαμάχη νομιμοποίησης δεν εκδηλώθηκε με όρους οικονομικής ή ταξικής διαμάχης, η οποία λειτουργεί αντιπαραθετικά, αλλά συντελέστηκε σε επίπεδο νομιμοποιητικών δογμάτων και είχε πρόθεση συσπειρωτική» και, δεύτερο, ότι η υπέρβαση  της κρίσης στηρίχθηκε στην εκπαίδευση,  η οποία κατόρθωσε να προετοιμάσει συνειδητούς  και υπεύθυνους πολίτες. Είναι γνωστό ότι την εποχή αυτή εκδηλώθηκε το δημοκρατικό κίνημα των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων (Αλέξανδρος Δελμούζος στο εκπαιδευτικό επίπεδο, Μανώλης Τριανταφυλλίδης στο γλωσσικό , Δημήτρης Γληνός στο κοινωνικό), το οποίο ανανέωσε το περιεχόμενο, τα ιδανικά, τους στόχους, το ήθος και το ύφος της ελληνικής εκπαίδευσης, και καλλιέργησε  μια νέα γενιά πολιτών που μπόρεσαν να φανούν αντάξιοι των κρίσιμων περιστάσεων.

Το ερώτημα που θέτει ο συγγραφέας είναι γιατί η σημερινή γενιά δεν αξιοποίησε μέχρι σήμερα  την εκπαίδευση για να τη  βοηθήσει  να βρει  διέξοδο από τη σημερινή κρίση και δίνει την απάντηση ότι «ο χρόνος ‘ωρίμανσης’ για τη ΄’διέξοδο’’ δεν έχει φθάσει ακόμη». Ταυτόχρονα  ωστόσο υποστηρίζει ότι η ευεργετική επίδραση της εκπαίδευσης δεν είναι δεδομένη. Εξαρτάται από τις συγκυρίες και, συγκεκριμένα, από το «συσχετισμό ισχύος» τη  δεδομένη στιγμή και, επομένως, από την «απόφαση και τη δράση των ανθρώπων». Όπως εξηγεί, αυτός ο συσχετισμός ισχύος ενήργησε εντελώς διαφορετικά στις δυο περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση ενήργησε «συσσωρευτικά» και στη δεύτερη «αντιπαραθετικά»,στην πρώτη   ενήργησε σύμφωνα με την «αντίληψη του γενικού συμφέροντος»και στη δεύτερη σύμφωνα «με την επικράτηση παρτικουλαρισμού στο κοινωνικό σώμα», στην πρώτη σύμφωνα με την αντίληψη ότι «υπάρχουν «θεσμοί ανεξάρτητοι» και «δεδομένοι ή παραδεκτοί γνώμονες πολιτικής, κοινωνικής και ατομικής συμπεριφοράς» και στη δεύτερη, στη βάση του «αξιακού σχετικισμού» και «ενός χυδαίου λαϊκισμού». «Αντίθετα με το παρελθόν», λέει ο συγγραφέας, «σήμερα δεν γίνεται κανένας λόγος για ενδεχόμενο διεξόδου μέσω της καλής λειτουργίας των σχολικών μηχανισμών». Αυτό πιθανό να οφείλεται και στη διάχυτη αντίληψη ότι ο αξιακός σχετικισμός και ο χυδαίος λαϊκισμός, που έχουν  επιφέρει ανεπανόρθωτη ζημιά σε όλους τους τομείς της ζωής, έχουν επηρεάσει αρνητικά και τη λειτουργία  και την αποτελεσματικότητα  και των  ίδιων των σχολικών μηχανισμών. Αρρώστησε δηλαδή και ο γιατρός.

Θα μπορούσαμε  τελικά να πούμε ότι το συμπέρασμα από τη συζήτηση αυτή είναι ότι η Ελλάδα έχει περάσει ίσως σήμερα σε μια νέα εποχή, που θα είναι γι αυτή πολύ πιο δύσκολη από προηγουμένως , αφού θα δυσκολεύεται περισσότερο να βρίσκει τον τρόπο αντιμετώπισης των δεινών που επισωρεύονται. Από το 18ο αιώνα οι Έλληνες, επηρεασμένοι από τα κηρύγματα του Διαφωτισμού, όπως αυτά διαδόθηκαν στην Ελλάδα από τον Αδαμάντιο Κοραή και τους άλλους δασκάλους του γένους, στήριζαν τις ελπίδες τους για αναγέννηση του έθνους και απελευθέρωση της χώρας,, για απαλλαγή από τα ελαττώματα που απέκτησαν  κατά τη διάρκεια των πεντακόσιων χρόνων δουλείας, για δημιουργία σωστών πολιτικών ηγετών και στελεχών της οικονομίας και της κοινωνίας, επιστημόνων και υπεύθυνων πολιτών, στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση ήταν όλα αυτά τα χρόνια η τελευταία σανίδα σωτηρίας. Και ξαφνικά σήμερα, για πρώτη ίσως φορά, αρχίζει να νιώθει ότι  αυτές οι ελπίδες είναι  φρούδες, ότι ίσως δεν θα μπορεί πλέον να περιμένει στήριξη από την εκπαίδευση.

Είναι φανερό ότι το σημερινό πρόβλημα της Ελλάδας είναι πολύ πιο σοβαρό από την εξασφάλιση ρευστότητας και υπέρβασης της οικονομικής κρίσης, όπως κατά κανόνα γίνεται αντιληπτό. Είναι κυρίως πρόβλημα  αναζήτησης της κοινωνικής εκείνης δυναμικής που θα επιτρέψει στο λαό να λειτουργήσει  ξανά ’συσσωρευτικά’ και όχι ‘αντιπαραθετικά’. Ποιος παράγοντας θα μπορέσει άραγε να επιφέρει αυτή την αλλαγή στο σημερινό’‘συσχετισμό ισχύος’;

*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου       

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











159